Αμοργός |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την J.P.Tournefort |
Κυριακή, 09 Νοέμβριος 2008 12:02 |
Η Αμοργός δεν διακρίθηκε στην αρχαία ιστορία για την ανδρεία των κατοίκων της. Μάλιστα, φαίνεται, πως οι κάτοικοι, ήταν πιο αφοσιωμένοι στις επιστήμες και στις τέχνες παρά στον πόλεμο. Έχουμε αρκετά σημαντικές μαρτυρίες επ' αυτού. Ο Γκόλτσιους αναφέρει δύο νομίσματα με την κεφαλή του Απόλλωνος, από τα οποία το ένα έχει για οπισθότυπο μια αστρονομική σφαίρα, στηριγμένη σε έναν τρίποδα. Στον οπισθότυπο του άλλου υπάρχει ακόμη μία σφαίρα και ένας διαβήτης. Ενδεχομένως θα ήθελαν να δείξουν με αυτά τα νομίσματα ότι στο νησί αυτό καλλιεργούσαν την Αστρονομία και τη Γεωμετρία. Lichen graecus polypoides tinctorius Αναπτύσσεται σε γκριζωπές τούφες μήκους 2-3 δακτύλων, αποτελούμενες από κλαδίσκονς λεπτούς σχεδόν σαν τρίχες και μοιρασμένους σε 2-3 κεράτια, στρογγυλεμένα και άκαμπτα, λεπτά όταν εμφανίζονται, αλλά που αποκτούν τιάχος μίας γραμμής στη συνέχεια. Γίνονται κυρτά σαν δρεπάνι και καταλήγουν ενίοτε σε δύο αιχμηρά άκρα. Τα κεράτια αυτά είναι γεμάτα κατά μήκος με μία σειρά από κύστεις πιο λευκές από το υπόλοιπο μέρος, διαμέτρου μισής γραμμής, σχηματίζοντας εξογκώματα, παρόμοια με τις κύστεις του πολύποδα της θάλασσας. Ολόκληρο το φυτό είναι στιβαρό, λευκό και με αλμυρή γεύση. Δεν είναι σπάνιο στα άλλα νησιά του Αρχιπελάγους, αλλά η χρήση τον για βαφή είναι γνωστή μόνον στην Αμοργό. Ο Στράβων αναφέρει, ότι το νησί ήταν πατρίδα του φημισμένου για τους ιάμβους του ποιητή Σιμωνίδη. Ο Στέφανος ο Γεωγράφος μάς πληροφορεί ότι οι αρχαίες πόλεις της Αμοργού ονομάζονταν Αρκεσίνη, Μινώα και Αιγιάλη. Τα ερείπια που φαίνονται γύρω από το δυτικό λιμάνι είναι υπολείμματα μιας από αυτές. Αλλά δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε ποιας ακριβώς, χωρίς τη βοήθεια επιγραφών, και δεν παρατηρήσαμε παρά τμήματα κιόνων σε ένα εξωκλήσι της συνοικίας που ονομάζουν Κάτω Πόλη (Κατάπολα). Το καλύτερο λιμάνι είναι αυτό που βρίσκεται στο μέσο του νησιού. Φαίνεται ότι ο Κλείτος από τη Λυδία, ναύαρχος του στόλου του Πολυπέρχοντος, ύψωσε σε αυτό το μέρος την τρίαινα και προσονομάσθηκε Ποσειδώνας διότι βύθισε 3-4 πλοία του στόλου τού Αντιόχου. Το νησί της Αμοργού καλλιεργείται καλά σήμερα. Παράγει αρκετό λάδι για τους κατοίκους και περισσότερο κρασί και σιτηρά από όσο μπορούν να καταναλώσουν. Η ευφορία του προσελκύει τις ταρτάνες από την Προβηγκία. Το νησί έχει περίμετρο μόνον 36 μίλια και εκτείνεται από βορρά προς νότον, αλλά είναι πάρα πολύ απόκρημνο στη νοτιοανατολική του πλευρά. Η Χώρα βρίσκεται 3 μίλια από το δυτικό λιμάνι, κτισμένη αμφιθεατρικά γύρω από έναν βράχο, όπου υπάρχει το παλαιό κάστρο των Δουκών του Αρχιπελάγους, στους οποίους υπαγόταν η Αμοργός για μεγάλο διάστημα. Οι κάτοικοι του νησιού δεν ανήκουν στην Καθολική Εκκλησία. Την εποχή μάλιστα που περάσαμε, δεν υπήρχε ούτε Καδής ούτε Βοεβόδας. Οι κάτοικοι πήγαιναν για την εκδίκαση των υποθέσεων τους στη Νάξο ή στην Αστυπάλαια - η Νάξος απέχει 30 μίλια από την Αμοργό και η Αστυπάλαια 50. Οι καλύτερες περιοχές της Αμοργού ανήκουν στο μοναστήρι της Παναγίας, όπου οι πιστοί σπεύδουν από αρκετά μακριά για να παρακολουθήσουν λειτουργίες, καθώς όλες οι εξαιρετικές τοποθεσίες εμπνέουν πίστη στον λαό. Σε απόσταση 3 μιλίων από τη Χώρα, στην ακροθαλασσιά, έκτισαν ένα μεγάλο οικοδόμημα, το οποίο από μακριά μοιάζει με ερμάρι, κολλημένο στη βάση ενός τρομακτικού βράχου, που είναι κομμένος εκ φύσεως τελείως κάθετα και μας φάνηκε ψηλότερος από τον βράχο της Σαιντ Μπωμ της Προβηγκίας. Ωστόσο, το «ερμάρι» αυτό περιέχει 100 καλόγερους, που φιλοξενούνται άνετα. Μπορεί να μπει κανείς, μόνο με καλές συστάσεις, από ένα μικρό άνοιγμα που υπάρχει σε μια από τις γωνίες του κτίσματος και το οποίο κλείνει με μια πόρτα επενδεδυμένη με λαμαρίνα. Μέσα συναντούμε ένα δωμάτιο φρουράς όπου υπάρχουν ρόπαλα σαν εκείνα του Ηρακλή, των οποίων ένα και μόνο χτύπημα θα ήταν αρκετό για να σκοτώσει βόδι. Τα μέτρα προστασίας μάς φάνηκαν τελείως άχρηστα, καθώς με μία κλωτσιά θα μπορούσαν εύκολα να πετάξουν έναν άνθρωπο από τη σκάλα από την οποία ανεβαίνουν σε αυτήν την πόρτα. Η σκάλα έχει δώδεκα ξύλινα σκαλοπάτια, χωρίς να υπολογίζονται μερικά πέτρινα σκαλοπάτια στα οποία ακουμπάει. Κατόπιν, περνούμε από μια άλλη, πολύ στενή σκάλα. Αλλά ούτε τα κελιά ούτε η εκκλησία είναι λαξευμένα στον βράχο, όπως έχει αναφερθεί. Οι μοναχοί μας διαβεβαίωσαν ότι το μοναστήρι τους ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Κομνηνό, ο οποίος το είχε προικίσει καλά, πράγμα που δεν έχω καμία δυσκολία να πιστέψω. Η κόρη του, Άννα Κομνηνή, παρατηρεί ότι η μητέρα του αυτοκράτορα τον είχε αναθρέψει μέχρι τον γάμο του ανάμεσα σε μοναχούς. Οι μοναχοί της Αμοργού διαδίδουν ότι το μοναστήρι ιδρύθηκε όταν ανακαλύφθηκε μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, ζωγραφισμένη σε ξύλο, που φυλάσσουν στην εκκλησία τους ως σπουδαίο κειμήλιο. Διατείνονται ότι η εικόνα αυτή, αφού βεβηλώθηκε στην Κύπρο και έσπασε σε δύο κομμάτια, μεταφέρθηκε ως εκ θαύματος από τη θάλασσα μέχρι τη βάση του βράχου της Αμοργού. Σύμφωνα με τα λεγόμενα τους, τα κομμάτια ενώθηκαν από μόνα τους. Φαίνεται πως η εικόνα είχε επιτελέσει στο παρελθόν και εξακολουθεί να επιτελεί ακόμη πολλά θαύματα. Πάντως, μας φάνηκε πολύ καπνισμένη και ατελής ως προς το σχέδιο. Οι καλόγεροι που την φυλάσσουν είναι ατημέλητοι. Το μοναστήρι τους έχει πάρει τη μυρωδιά ενός παλιού δωματίου φρουράς και έχει περισσότερο την όψη καταφυγίου ληστών, παρά ιερού χώρου. Καθώς δεν θα μπορούσε να φύγει κανείς ευπρεπώς από τέτοια μοναστήρια χωρίς να δώσει κάτι, αφήσαμε μερικά κέρματα και οι μοναχοί μας φίλεψαν με μία πιατέλα σταφύλια, των οποίων οι βότρυες είχαν μήκος έναν περίπου πόδα. Κάθε ρόγα ήταν σχεδόν ωοειδής, μήκους 15-18 γραμμών, λευκή προς το πρασινωπό, πολύ γλυκιά και με εξαιρετική γεύση. Επειδή βλέπαμε γύρω από το μοναστήρι μόνον τη θάλασσα και τα απαίσια βράχια, σκέφθηκα να ρωτήσω τους μοναχούς από πού προέρχονταν τόσο ωραίοι καρποί. Μου απάντησαν ότι τους καλλιεργούσαν σε μιαν άλλη περιοχή του νησιού, δίπλα σε μια εκκλησία όπου διατηρούσαν την ξακουστή υδρία που γεμίζει με νερό και αδειάζει μόνη της ορισμένες εποχές του έτους.
Το δωμάτιο είναι κλεισμένο με περισσή φροντίδα και δεν ανοίγει παρά μόνον αφού δώσει ο καθένας μερικά χρήματα για μία δέηση. Δεν παραλείψαμε να το κάνουμε και είχαμε την ευχαρίστηση να δούμε ακάλυπτη την υδρία και να μετρήσουμε το νερό, του οποίου η στάθμη, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, είχε ύψος επτά δακτύλους και εννέα γραμμές. Δεν μας επέτρεψαν όμως να ερευνήσουμε πιο πέρα ούτε να εξετάσουμε τον πυθμένα της υδρίας, που ήταν καλυμμένος με πηλό. Ο παπάς μας είπε μόνον ότι, το ύψος του νερού ήταν το κανονικό. Τον παρακαλέσαμε να μας δώσει, να καταλάβουμε σε τι συνίσταται τότε το μέγα θαύμα. Είναι, λέει, ότι, το νερό υψώνεται, και. χαμηλώνει πολλές φορές στη διάρκεια του έτους. Απαντήσαμε ότι είναι δυνατόν η σχετικώς άφθονη εκροή της δεξαμενής, που υπήρχε εκεί δίπλα, να διαπερνά το χώμα και να εμποτίζει ανεπαίσθητα το μάρμαρο, που έχει πάχος μόνον έναν περίπου δάκτυλο και ίσως να ήταν ραγισμένο στον πυθμένα. Το σημείο αυτό είναι πολύ σκοτεινό και θα έπρεπε να αδειάσει κανείς την υδρία για να το εξετάσει καλά, διότι ο πατήρ Ρισάρ υποστηρίζει ότι ο πυθμένας του δοχείου αποτελείται από άργιλο. Ο παπάς αρκέσθηκε να μας πει ότι επρόκειτο για μέγα θαύμα. Τον παρακαλέσαμε να μας πει αν ήταν αλήθεια ότι η υδρία γεμίζει μερικές φορές σε διάστημα μισής ώρας και ότι αδειάζει εμφανώς πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας, σε ίσο διάστημα. Επίσης, αν είναι αλήθεια ότι σε μια στιγμή την βλέπουν τόσο γεμάτη, ώστε το νερό να ξεχειλίζει από πάνω, και λίγο αργότερα να έχει γίνει τόσο στεγνή, ώστε να μη φαίνεται ότι είχε καν μπει μέσα της νερό. Ο άνθρωπος αυτός, που μας υποψιαζόταν και δεν ήταν τόσο ανόητος όσο φαινόταν, μας απάντησε ότι δεν είχαμε παρά να μείνουμε λίγο ακόμη για να δούμε τί θα συνέβαινε. Όσο για τον ίδιο, δεν την είχε δει ποτέ ούτε τελείως γεμάτη ούτε τελείως άδεια. Πάντως, οφειλόταν σε θαύμα και στη δύναμη του αγίου Γεωργίου το ότι η στάθμη υψωνόταν και χαμήλωνε αισθητά μέσα στο ίδιο έτος. Όσοι έρχονταν να συμβουλευθούν την υδρία, πριν αναλάβουν ορισμένες σημαντικές εργασίες, ήταν δυστυχείς αν το νερό ήταν χαμηλότερο από το κανονικό. Όσο για μάς, έπρεπε να κολακευόμαστε ότι θα απολαμβάναμε κάθε ευτυχία, αφού κατά την άφιξη μας η στάθμη του νερού δεν ήταν χαμηλή. Μείναμε δύο περίπου ώρες κοντά στην εκκλησία περιγράφοντας φυτά, τρώγοντας σταφύλια και στέλνοντας κάθε τόσο κάποιον από μας, με το κερί στο χέρι, να δει αν το νερό ανέβαινε ή κατέβαινε. Το νερό έδειχνε πάντοτε το ίδιο σημείο στη ράβδο με την οποία μετρούσαμε το βάθος, δηλαδή επτά δακτύλους και εννέα γραμμές. Τέλος, αφού εκτιμήσαμε τα δεδομένα, θεωρήσαμε ότι έπρεπε να δεχθούμε την εξήγηση που μας έδωσε ο υπηρέτης μας. Ήταν ένας πολύ ευφυής νέος, που, βλέποντας ότι μας στενοχωρούσε το ό,τι δεν μπορούσαμε να εξηγήσουμε το μυστήριο, μας είπε ορθά-κοφτά τι γινόταν, χωρίς να καταφύγει, στο φαινόμενο της διήθησης του νερού από το χώμα στο μάρμαρο και χωρίς να αναφερθεί στον άγιο Γεώργιο ή στην Παρθένο Μαρία. Δηλαδή, ότι ο παπάς, για να συντηρείται, δεν το είχε για πολύ να γεμίζει και να αδειάζει την υδρία με νερό από τη δεξαμενή με την κουτάλα της κατσαρόλας του, μόλις εμφανίζονταν άνθρωποι που ήταν εύκολο να εξαπατηθούν, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους που αναζητούν θαύματα.
Η ρίζα του είναι ενίοτε χονδρή σαν δάκτυλο, ξυλώδης, μήκους ενός περίπου πόδα, καστανόχρωμη, με σκασίματα, κοκκινωπή από μέσα, η οποία φέρει ριζίδια τριχωτά και συνεατραμμένα. Από τη ρίζα εκφύον-ται κορυφές, από όπου αναπτύσσονται βλαστοί ύψους 8-9 δακτύλων, τετράγωνης διατομής, γλανκοπράσινοι. Μερικοί είναι απλοί, οι άλλοι με διακλαδώσεις, γεμάτοι με πυκνά φύλλα, αντίθετα ανά δύο, στρογγυλά ή ωοειδή, πον καταλήγονν ανεπαίσθητα σε αιχμή, σχεδόν σαν γοτθική αψίδα, μήκους 9-10 γραμμών, παρόμοια με τα φύλλα τον δικταμον της Κρήτης. Μερικά από τα φύλλα της ρίγανης αντής έχουν διπλάσιο πάχος, είναι σαρκώδη και τελείως λεία. Άλλα είναι λεπτότερα και ελαφρώς χνουδωτά. Μερικά είναι άνοστα, μερικά πικάντικα, άλλα αρωματικά και άλλα δεν μυρίζουν καθόλου. Όλα τα φύλλα μικραίνουν προς το επάνω μέρος των κλάδων και των κλαδίσκων, οι οποίοι διαιρούνται συνήθως σε δύο στάχεις ή καταλήγονν σε έναν μόνο. Κάθε στάχνς έχει μήκος 15-20 γραμμές και πλάτος 5-6 γραμμές και αποτελείται από τέσσερεις σειρές πορφυριζόντων λεπιών. Τα λέπια είναι ωοειδή, οξύληκτα, μήκους 4-5 γραμμών, αρκετά αραιά μεταξύ τους και, ενίοτε, ανοιχτο-πράσινα με πορφυρή παρυφή. Από τις μασχάλες τους εκφύονται τα άνθη, που ανοίγουν προοδεντικά, έχουν ξεθωριασμένο ροδαλό χρώμα και μήκος 9-10 γραμμές. Σχηματίζονν λενκωπούς σωλήνες πάχους μισής γραμμής, πον ενρύνονται σε δύο χείλη, εκ των οποίοι το επάνω έχει μήκος δυόμισυ γραμμές και είναι αμβλνμένο και πτνχωμένο. Το κάτω χείλος έχει το ίδιο μέγεθος και είναι αποστρογγνλωμενο και διαιρεμένο σε τρεις λοβούς. Καταλήγει, πίσω, σε έναν όνυχα μήκους μισής γραμμής. Οι στήμονες έχουν μεγαλύτερο μήκος από το άνω χείλος, αλλά το ίδιο χρώμα και φέρουν γυρεόσακο διαιρεμένο σε δύο θαλάμους. Ο κάλυκας είναι σωλήνας μήκους δυόμισυ γραμμών, ανοιχτοπράσινος και αυλακωτός. Στο βάθος τον ωριμάζουν 2-3 σκουρόχρωμα και πολύ μικρά σπέρματα, καθώς από τα τέσσερα έμβρυα που βρίσκονται στο βάθος της ωοθήκης υπάρχει πάντοτε ένα που δεν ωριμάζει. Αυτοί οι σπόροι ευδοκίμησαν στον Βασιλικό Κήπο, όπου το φυτό δεν άλλαξε καθόλου με την καλλιέργεια. Διατηρείται εύκολα στα θερμοκήπια, όπου, όπως και τα άλλα αρωματικά φυτά, χρειάζεται από καιρού εις καιρόν καθαρόν αέρα, που έχει θερμανθεί από τις ακτίνες του ηλίου. Στην Αμοργό δεν υπάρχει ξυλεία. Καίνε μόνο σχίνα και κέδρους με φύλλα σαν του κυπαρισσιού, που η φωτιά τα καταβροχθίζει αμέσως. Οι Έλληνες χρησιμοποιούν αυτόν τον κέδρο για να ψαρεύουν με τρίαινα. Τον κόβουν σε κομμάτια, που τοποθετούν σε μια σχάρα στην πρύμνη ενός καϊκιού, και τα ανάβουν τη νύχτα για να προσελκύσουν τα ψάρια με το φως. Και, εύκολα, τα καρφώνουν μέσα στο νερό χτυπώντας τα με τις τρίαινες που πετούν σαν ακόντια. Φέρνουν αυτό το ξύλο στην Αμοργό από τον Καλόγερο, από την Κέρο, από τη Σχινούσα και από άλλα κοντινά μικρά νησιά. |
LAST_UPDATED2 |