Θήβες Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Δευτέρα, 03 Νοέμβριος 2008 19:49

Η Θήβα είναι μια πολύπλοκη, πλούσια θέση που μόνο μερικά έχει ανασκαφεί, επειδή βρίσκεται κάτω από την σύγχρονη πόλη. Πρόσφατες οικοδομικές εργασίες έδωσαν την ευκαιρία να ερευνηθούν τα ερείπια του ανακτόρου της Εποχής του Χαλκού και αποκάλυψαν ένα θησαυρό Ανατολικών σφραγιδοκυλίνδρων, που ανταποκρινόταν στον ελληνικό μύθο ότι ο Κάδμος, γιος του Αντήνορος, ήρθε από την Φοινίκη για να ιδρύσει την πόλη, φέρνοντας μαζί του τα πρώτα γράμματα. Σύμφωνα με τη χρονολόγηση, που στηρίζεται σε αρχαίες πηγές το γεγονός συνέβη το 1518 π.Χ., κατά τη διάρκεια της ύστερης Φάσης των Λακκοειδών Τάφων με τους πρώτες ηγεμόνες της και τα πρώτα της σημεία σε Μινωική γραφή, αν και το ίδιο το ανάκτορο είναι αρκετές γενεές μεταγενέστερο. Οι πιο παλιές νωπογραφίες στην Ελλάδα θεωρούνται γενικά εκείνες της Οικίας του Κάδμου στην Θήβα και τα αποσπάσματα από το πρωιμότερο ανάκτορο της Τίρυνθας.

Η μυκηναϊκή πόλη και ακρόπολη της Θήβας είναι πολύ κατεστραμμένες. Η ακρόπολη, η Καδμεία, έχει διαστάσεις 800 Χ 500 μ., ήταν κτισμένη σ' έναν χαμηλό απιoσχημολόφο (ύψος 200 μ.) και τειχισμένη με κυκλώπειο τείχος, ήταν η μεγαλύτερη από τις μυκηναϊκές ακροπόλεις με εμβαδόν περίπου 192 στρέμματα. Στο εσωτερικό της βρισκόταν το ανακτορικό συγκρότημα το οποίο περιελάμβανε ένα παλαιότερο και ένα νεότερο ανάκτορο. Το παλαιότερο ανάκτορο, το ονομαζόμενο "Οικία του Κάδμου" είναι το καλύτερα διατηρημένο κτίριο της ακρόπολης. Κτίσθηκε στις αρχές της ΥΕ ΙΙΙ Α1 περιόδου με προσανατολισμό από ΒΑ προς ΝΔ και ήταν διώροφο. Δεν είχε μεγαροειδή κάτοψη αλλά αποτελείτο από πολλά μικρά δωμάτια και διαδρόμους που μάλλον θυμίζουν τα μινωικά ανάκτορα. Σ' ένα από δωμάτια βρέθηκε η γνωστή τοιχογραφία που παριστάνει πομπή γυναικών. Η "Οικία του Κάδμου" καταστράφηκε, καθώς φαίνεται, στις αρχές της ΥΕ ΙΙΙ Α2 περιόδου και σύμφωνα με τον Παυσανία διατηρήθηκε ερειπωμένη σαν προστατευμένη ιερή και άβατη περιοχή επειδή είχε κεραυνοβοληθεί από τον Δία.

Υπάρχει δυσκολία στον προσδιορισμό της χρονικής αλληλουχίας μεταξύ της καταστροφής του παλαιότερου και της οικοδόμησης του νεότερου ανακτόρου και από τη στρωματογραφική έρευνα δεν προέκυψαν σαφή στοιχεία. Πάντως από τη μελέτη του αρχαιολογικού υλικού συνάγεται ότι αμέσως μετά την καταστροφή της "Οικίας του Κάδμου" και ήδη πριν από τα μέσα της ΥΕ ΙΙΙ Α2 περιόδου, νοτιοδυτικά του παλαιού και σε 30 μέτρα απόσταση, οικοδομήθηκε το νεότερο ανάκτορο, το "Νέον Καδμείον", με διαφορετικό προσανατολισμό, από Β προς Ν, και συμπαγή ογκώδη τοιχοποιία. Εκτός από τα επίσημα διαμερίσματα, το μεγάλο αυτό ανακτορικό συγκρότημα (εμβαδόν 21.000 τ.μ. περίπου) περιελάμβανε αρχεία, αποθήκες, εργαστήρια και άλλα παραρτήματα.

Το "Νέον Καδμείον" καταστράφηκε στα μέσα του 13ου αι. π.Χ., πριν από τα άλλα μυκηναϊκά κέντρα και πριν από τον Τρωικό Πόλεμο: η Θήβα δεν έλαβε μέρος σ' αυτόν και δεν αναφέρεται στον "κατάλογο των πλοίων" της Ιλιάδας.

Δυστυχώς ούτε η κάτοψη του ανακτορικού συγκροτήματος ούτε και γενικότερα η κάτοψη της ακρόπολης είναι γνωστές διότι τα τμήματα του τείχους και των κτιρίων που έχουν ανευρεθεί, καθώς και οι μεμονωμένες αίθουσες, δεν επιτρέπουν την ανασύνθεση του συνόλου. Τα πολύτιμα όμως ευρήματα που προέρχονται από τα εργαστήρια και από το λεγόμενο "δωμάτιο του θησαυρού" υποδηλώνουν την ευμάρεια που γνώριζε η πόλη καθώς και την ποικιλία των εμπορικών επαφών που είχε, τόσο με την Κρήτη και τον αιγαιακό χώρο, όσο και με την Ανατολή.

Οι τάφοι έξω από την Θήβα περιέχουν θαυμάσιας ποιότητας πρώιμη κεραμική, που περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά δείγματα Ανακτορικού ρυθμού. Σύμφωνα με την παράδοση, το ανάκτορο των Θηβών καταστράφηκε πριν από τα άλλα ηπειρωτικά ανάκτορα, δύο ή τρεις γενεές πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Δύο ονομαστές στρατιωτικές επιχειρήσεις διαδραματίστηκαν εκεί, ο πόλεμος για την δορά του Οιδίποδα και ο πόλεμος των Επτά εναντίον των Θηβών. Η μυθική γενεαλογία τους τοποθετεί λίγο πριν και λίγο μετά το 1300 π.Χ., στην ίδια περίοδο της αναταραχής που έφερε τον Νηλέα στην Πύλο. Για την καταστροφή του ανακτόρου έχουμε μια κεραμική μαρτυρία, που με επιφύλαξη προσφέρεται από τα αγγεία που βρέθηκαν στα ερείπια, ιδιαίτερα από τους ενεπίγραφους ψευδόστομους αμφορείς από τις αποθήκες λαδιού.

 


Google Map

LAST_UPDATED2