Η ανθρώπινη μορφή στο έλεος του χρωστήρα Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Κυριακή, 27 Οκτώβριος 2013 18:40

Η τέχνη γενικά είναι ένας από τους αρχαιότερους τρόπους που επινόησε ο άνθρωπος, ώστε να μπορεί αφ’ ενός να μεταδώσει πληροφορίες και μηνύματα και αφ’ ετέρου να εκφράσει τις πνευματικές ανησυχίες και προσδοκίες του. Είναι, λοιπόν, αναμενόμενο η τέχνη να παρακολουθεί την κοινωνική εξέλιξη και να αναζητεί τρόπους έκφρασης, ανάλογα με την εκάστοτε οργάνωση και τις δομές μιας κοινωνίας, ώστε τα μηνύματα που θέλει να εκπέμψει να είναι προσιτά σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες.

Κάτω από αυτό το πρίσμα, η κυρίαρχη θέση που η σπουδή της ανθρώπινης μορφής έλαβε στην παραστατική τέχνη του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού του Αιγαίου γίνεται καλύτερα κατανοητή. Στην κυκλαδική τέχνη, για παράδειγμα, για μια ολόκληρη χιλιετία η ανθρώπινη μορφή κυριολεκτικά αποθεώθηκε στα χέρια των μαρμαρογλύφων. Αν και με ανατομικές ή άλλες λεπτομέρειες έγιναν απόπειρες να προσδιοριστούν οι ιδιότητες ή οι ρόλοι συγκεκριμένων ατόμων, η τυποποίηση ορισμένων χαρακτηριστικών, η μετωπικότητα και η στατική απόδοση των μορφών τηρήθηκαν χωρίς παρεκκλίσεις. Ωστόσο, ακόμη και στην γλυπτική της πρώιμης αυτής περιόδου ο χρωστήρας δεν έμεινε αμέτοχος στη διαχείριση της ανθρώπινης εικόνας, έστω κι αν τα ίχνη χρωμάτων που διακρίνονται σε πολλές περιπτώσεις δεν γίνονται εύκολα κατανοητά. Δεν πρέπει όμως να αγνοείται το γεγονός ότι καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της 3ης χιλιετίας π.Χ. η Κυκλαδική κοινωνία χαρακτηρίζεται από μιαν αργή μεν αλλά σταθερή διαδικασία μετάβασης από τον πρωτογενή τομέα της οικονομίας με διάσπαρτα απομονωμένα γεωργοκτηνοτροφικά νοικοκυριά (παραγωγή), στον δευτερογενή (μεταποίηση).

Βασική μεταποιητική δραστηριότητα στις Κυκλάδες, που άρχισε να αναπτύσσεται από τα μέσα περίπου της 3ης χιλιετίας π.Χ., ήταν η εξόρυξη μεταλλευμάτων και η κατεργασία των μετάλλων. Η δραστηριότητα αυτή επέβαλε την συγκέντρωση πληθυσμών σε οικισμούς, όπου αναγκαστικά διαμορφώθηκαν νέες κοινωνικές δομές και νέοι θεσμοί. Η διαχείριση κοινοτικών προβλημάτων (π.χ. στέγαση, ύδρευση, αποχέτευση) απαιτούσε κεντρικό σχεδιασμό, συλλογική προσπάθεια και συντονισμό, που, ως μέριμνα της ευρύτερης κοινότητας, έφερε σε δεύτερη μοίρα τον ρόλο του ατόμου. Κάτω από τις νέες αυτές συνθήκες διαβίωσης διαμορφώθηκαν πνευματικές ανησυχίες, οράματα και προσδοκίες, τις οποίες η παραδοσιακή γλυπτική αδυνατούσε να εκφράσει.

Πράγματι, προς το τέλος της Πρωτοκυκλαδικής (ΠΚ) ΙΙ περιόδου η τρισδιάστατη αλλά στατική τέχνη, έχοντας πάψει πλέον να εμπνέει τους τεχνίτες του μαρμάρου εγκαταλείφθηκε. Για μικρό χρονικό διάστημα το κενό φαίνεται να καλύφτηκε από την επίπεδη βραχογραφία, η οποία, αν και χωρίς ιδιαίτερες αισθητικές απαιτήσεις, μπορούσε καλύτερα να εκφράσει τα νέα ιδανικά. Με την τέχνη αυτή έγινε δυνατό να αποδοθούν μορφές σε κίνηση και να απεικονισθούν σκηνές με δράση ενίοτε με την εμπλοκή περισσοτέρων ατόμων. Στην τέχνη της βραχογραφίας η μετωπικότητα εξακολούθησε να ισχύει μόνον για τον κορμό του ανθρώπινου σώματος, ενώ το κεφάλι, τα χέρια και τα πόδια, μέσω των οποίων δηλώνεται η κίνηση και η δράση, παριστάνονται εκ του πλαγίου.

Η συνεχώς αναπτυσσόμενη μεταλλουργία και η αυξανόμενη ζήτηση των προϊόντων πολύ πέραν των Κυκλάδων (π.χ. στην Κρήτη), έδωσε έμφαση στις θαλάσσιες μεταφορές μετατοπίζοντας σταδιακά το κέντρο βάρους της κυκλαδικής οικονομίας προς τον τριτογενή τομέα, στην παροχή υπηρεσιών. Δεν είναι δε τυχαίο ότι σ’ αυτόν τον τομέα οι νησιώτες του Αιγαίου όχι μόνο διακρίθηκαν αλλά και μεγαλούργησαν, διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για τον πολιτισμό που πολύ αργότερα αποκλήθηκε Ελληνικός. Ωστόσο, η ανάπτυξη αυτού του τομέα ενθάρρυνε την ίδρυση παράκτιων οικισμών, μερικοί από τους οποίους, χάρη στην στρατηγικής σημασίας θέση τους, εξελίχτηκαν σε λιμάνια που ακμάζουν μέχρι σήμερα, όπως η Γκρόττα στη Νάξο και η Παροικιά στην Πάρο. Άλλων παρόμοιων οικισμών, όπως της Αγ. Ειρήνης στην Κέα, της Φυλακωπής στην Μήλο και του Ακρωτηρίου στη Θήρα, η ακμή υπήρξε συγκυριακή και γι’ αυτό η διάρκειά τους ήταν περιορισμένη.

Οι παράκτιοι οικισμοί έγιναν κέντρα διακίνησης αγαθών και πόλοι έλξης εξειδικευμένων τεχνιτών, όπως ξυλουργών, ναυπηγών, μεταλλουργών κλπ., αλλά και πληρωμάτων για τα πλοία της εποχής. Μάλλον δε αυτή η συγκέντρωση πληθυσμών συνέβαλε, ώστε στους οικισμούς αυτούς η διαδικασία προς τον εξαστισμό ξεκίνησε πολύ νωρίτερα και εξελίχθηκε με γοργότερους ρυθμούς από ότι στην ηπειρωτική Ελλάδα. Οι θεσμοί και οι κοινωνικές σχέσεις που διαμορφώθηκαν στις πρωτοαστικές αυτές κοινότητες απαιτούσαν νέα μέσα και νέους τρόπους προκειμένου τα ιδεολογικά μηνύματα να φτάνουν σε όλα τα μέλη της κοινωνίας και προσφορότερο όχημα για τον σκοπό αυτό ήσαν τα καθημερινά πήλινα σκεύη, η μαζική παραγωγή των οποίων τα καθιστούσε προσιτά σε όλους. Η γραπτή δε διακόσμηση αυτών των σκευών, οικεία στην Κυκλαδική κοινωνία τουλάχιστον από τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ., ήταν ο καλύτερος τρόπος μετάδοσης μηνυμάτων. Πράγματι, με απλή αλλαγή στο θεματολόγιο της αγγειογραφίας και τη σταδιακή μετατροπή της από αφηρημένη/γεωμετρική σε εικονιστική/παραστατική, ο χρωστήρας έγινε το κατ’ εξοχήν μέσον εικαστικής έκφρασης για τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Ευθύς εξ αρχής δε με τον λεγόμενο «πρώιμο αμαυρόχρωμο ρυθμό» το θεματολόγιο πλουτίστηκε με εικονιστικά θέματα, στα οποία περιλαμβάνονταν και ανθρώπινες μορφές.

Καθώς δείχνουν οι ποικίλες προσεγγίσεις για την απόδοσή της, η ανθρώπινη μορφή αποτέλεσε το κύριο αντικείμενο σπουδής και στον αμαυρόχρωμο ρυθμό. Αρχικά πολύ σχηματική και «ραβδοειδής» (stick figure) πήρε το σχήμα Χ, από το οποίο πιθανώς προέκυψε ο «κλεψυδροειδής τύπος» (“hour glass type”), ο οποίος, καθώς δείχνουν η ευρεία διάδοση και η ποικιλία των παραλλαγών του υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής. Αποβάλλοντας σταδιακά την αυστηρά γεωμετρική τους απόδοση οι μορφές παριστάνονται ανοιχτόχρωμες ή σκοτεινόχρωμες, ανάλογα με την επιφάνεια του αγγείου, και μόνο με τον κορμό κατ’ ενώπιον. Κεφάλι, χέρια και πόδια εικονιζόμενα εκ του πλαγίου αποτελούν, μαζί με άλλα συμπληρωματικά στοιχεία, τα κατ’ εξοχήν μέσα για την απόδοση κίνησης ή δράσης.

Έτσι, σταδιακά δημιουργήθηκαν μορφές λιγότερο στατικές και περισσότερο ομιλητικές αποκαλύπτοντας την πρόθεση του αγγειογράφου να αναδείξει την ιδιότητα ή τον αρειμάνιο χαρακτήρα τους (π.χ. οι κυνηγοί/πολεμιστές με εγχειρίδιο ή δόρυ). Με την κλεψυδροειδή μορφή έγιναν και οι πρώτες απόπειρες για απεικόνιση αφηγηματικών σκηνών στην αγγειογραφία, όπως δείχνει το όστρακο από τη Φυλακωπή, όπου φαίνεται να εικονίζεται λατρευτική σκηνή με αντικείμενο λατρείας τον ήλιο. Υπάρχουν δε και ενδείξεις για περισσότερο ρεαλισμό στη διαχείριση της ανθρώπινης μορφής. Παραδείγματος χάριν, στο κάτω τμήμα των αποσπασματικά σωζόμενων μορφών σε δύο όστρακα από το Ακρωτήρι, η σαφώς διακριτή πλατειά ταινία μοιάζει να αποτελεί μέρος της ενδυμασίας, επιβεβαιώνοντας παλιότερη πρόταση ότι το κάτω τρίγωνο της κλεψυδροειδούς μορφής ενδέχεται να παριστάνει το λεγόμενο μινωικό ζώμα.

Σε άλλες περιπτώσεις, όπως σε μικρά όστρακα από το Ακρωτήρι, οι μορφές παριστάνονται περισσότερο σαρκώδεις, ενώ σε άλλα όστρακα, επίσης από το Ακρωτήρι, οι αφύσικες στάσεις, στις οποίες παριστάνονται οι μορφές, θυμίζουν τα αδρανή σώματα των πνιγμένων από την μεταγενέστερη Μικρογραφική Ζωφόρο της Δυτικής Οικίας. Χωρίς αμφιβολία, η πρωτοποριακή αυτή σκηνή με αδρανή ανθρώπινα σώματα αποκαλύπτει την αέναη προσπάθεια και τους πειραματισμούς των αγγειογράφων του «πρώιμου αμαυρόχρωμου ρυθμού» να αφηγηθούν περιστατικά, αδιακρίτως του αν αυτά ήσαν πραγματικά ή φανταστικά.

Η εισαγωγή περισσότερων χρωμάτων στην αγγειογραφία σήμανε το τέλος του «πρώιμου αμαυρόχρωμου ρυθμού». Ο συνδυασμός καστανού, μαύρου, ενίοτε δε και λευκού για την απόδοση λεπτομερειών, επάνω στην ανοιχτόχρωμη επιφάνεια του αγγείου, έδωσε την δυνατότητα στους τεχνίτες να δημιουργήσουν εντυπωσιακά έργα. Ταυτόχρονα εγκαταλείφθηκε οριστικά και ο κλεψυδροειδής τύπος για την απόδοση της ανθρώπινης μορφής, της οποίας η σπουδή συνεχίστηκε με συνεχείς αναζητήσεις προς τον ρεαλισμό. Τα ανθρώπινα σώματα στον λεγόμενο πολύχρωμο ρυθμό αποδίδονται πιο σαρκώδη με σκέλη μυώδη και στιβαρά. Το επάνω μέρος του κορμού παριστάνεται κατά μέτωπον, οι μηροί κατά τα τρία τέταρτα, το κεφάλι, οι κνήμες και τα πόδια εκ του πλαγίου. Παρά το γεγονός ότι τα χέρια εξακολούθησαν να αποτελούν το μέσον, με το οποίο δηλώνεται η δράση, οι βραχίονες παρέμειναν εντελώς ατροφικοί και αφύσικοι. Βόστρυχοι συνήθως κρέμονται από το πίσω μέρος του κεφαλιού, ενώ το μάτι με στρογγυλή κόρη στη μέση διαμορφώνεται ως εξηρημένη επιφάνεια καταλαμβάνοντας δυσανάλογα μεγάλο τμήμα του κροτάφου. Εικονίζεται πάντα κατ’ ενώπιον και με σαφή την διαμόρφωση των κανθών στα δύο άκρα του. Τα γνωστά παραδείγματα αγγειογραφίας στον πολύχρωμο ρυθμό είναι λιγοστά αλλά αρκετά καλά διατηρημένα και απεικονίζουν σκηνές δράσης. Απλούστερη είναι η παράσταση ψαράδων στο ψηλό «πόδι» σκεύους από την Φυλακωπή. Η σκηνή δύο ανδρικών μορφών, από τις οποίες η μία κρατώντας πρόχου γεμίζει το ποτήρι της άλλης, που καλύπτει τη μια πλευρά πρόχου από το Ακρωτήρι πιθανώς απαθανατίζει τελετουργική πράξη. Αν και αποσπασματικά σωζόμενη, πιο εντυπωσιακή φαίνεται η σκηνή που κοσμούσε την παρειά μικρής πρόχου επίσης από το Ακρωτήρι: μπροστά από όρθιον άνδρα, που με το ατροφικό του αριστερό χέρι κρατεί κατακόρυφα μακρύ αντικείμενο (ραβδί; φαρέτρα;), εικονίζεται ένα ρόδι και πιο δεξιά και χαμηλά σώζεται μάλλον το πισινό πόδι γρύπα, σαν αυτούς που εικονίζονται στις περίπου σύγχρονες πρόχους από τη Μήλο.

Το εξωτικό περιβάλλον που υποδηλώνεται από το ρόδι και τον γρύπα, πιθανώς αποβλέπει στην απεικόνιση σκηνής μυθικού επεισοδίου μάλλον ανατολικής προελεύσεως. Στον ίδιο ρυθμό αλλά περισσότερο ρεαλιστική και σύνθετη είναι η παράσταση που καλύπτει ολόκληρη τη μια πλευρά ασαμίνθου: σε ορεινό τοπίο κατάσπαρτο από ανθισμένους κρόκους πουλιά και τετράποδα τρέπονται σε φυγή προς τα δεξιά, πιθανώς τρομαγμένα από την εμφάνιση μιαςανδρικής μορφής στα αριστερά. Δυστυχώς το άνω μέρος της μορφής δεν έχει σωθεί καθιστώντας δυσχερή τη διάγνωση του ρόλου της. Παρά τη δεσπόζουσα θέση που είχε η γυναικεία μορφή, η απεικόνιση ανδρών, αν και σπάνια, δεναπουσιάζει από τα μαρμάρινα πρωτοκυκλαδικά ειδώλια. Αντίθετα, στη μεσοκυκλαδική εικονιστική αγγειογραφία η παντελής απουσία της γυναικείας μορφής είναι κραυγαλέα. Ίσως εδώ θα μπορούσε να δει κανείς τη διαφορετική θέση που επεφύλασσε η αντίστοιχη κοινωνία σε κάθε φύλο. Προφανώς στα απομονωμένα γεωργοκτηνοτροφικά νοικοκυριά της
Πρωτοκυκλαδικής περιόδου ο ρόλος της γυναίκας για τη συνοχή της οικογένειες ήταν πολύ σημαντικός. Αντίθετα, στη μεσοκυκλαδική κοινωνία, όπου η ναυτιλία και εμπόριο απέφερε πλούτο, χάρη στον οποίο η οικογένεια όχι μόνο ευημερούσε αλλά και προβαλλόταν μέσα στην κοινότητα, βρισκόταν αποκλειστικά στα χέρια των ανδρών. Όπως και να έχει το πράγμα, με τον πολύχρωμο ρυθμό η σπουδή της ανθρώπινης μορφής φαίνεται να ολοκλήρωσε τη διαδρομή της στα χέρια του αγγειογράφου.

Ο πλούτος και η ευμάρεια που αποκτήθηκαν κατά τη Μεσοκυκλαδική περίοδο διαμόρφωσαν κοινωνίες με νοοτροπία αστική και χαρακτήρα καταναλωτικό. Μιας τέτοιας κοινωνίας μοναδική εικόνα διέσωσαν οι συγκυρίες στο Ακρωτήρι της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Η πληθώρα –ακόμη και εισηγμένων– καταναλωτικών αγαθών, η μνημειώδης ιδιωτική αρχιτεκτονική με μοναδικές ανέσεις, όπως οι χώροι υγιεινής και η εξεζητημένη επίπλωση, και πάνω από όλα ο τοιχογραφικός διάκοσμος των σπιτιών, αποκαλύπτουν μιαν άμιλλα επίδειξης πλούτου και κοινωνικής θέσης ανάμεσα στα μέλη της Θηραϊκής κοινωνίας.

Η αγγειογραφία βεβαίως δεν έπαψε να αποτελεί το φτηνό μέσον κάλυψης των αισθητικών απαιτήσεων της κοινωνίας στην καθημερινότητά της. Εικόνες χλωρίδας και πανίδας εξακολούθησαν να αποτελούν πηγή έμπνευσης των αγγειογράφων. Η ανθρώπινη μορφή όμως έπαψε να είναι αντικείμενο του χρωστήρα τους. Η εισαγωγή του ασβέστη στην αρχιτεκτονική έδωσε την δυνατότητα στα μέλη της κοινότητας του Ακρωτηρίου να αναδείξουν την κοινωνική τους θέση και να προβάλουν το κύρος μέσα από τον τοιχογραφικό διάκοσμο του σπιτιού τους. Μέσα στον διάκοσμο αυτόν κυρίαρχη θέση πήρε και η ανθρώπινη μορφή, μέσω της οποίας αναδείχτηκε και η προσωπικότητα του ατόμου. Η μεταφορά της ανθρώπινης μορφής από τα ταπεινά σκεύη στον μεγαλοπρεπή τοίχο του σπιτιού αναδείκνυε περίτρανα την αξία που η κοινωνία πιθανώς προσέδιδε στην ανθρώπινη ύπαρξη. Η εικόνα στον τοίχο δεν κινδύνευε πλέον να ποδοπατηθεί, όπως μπορούσε να συμβεί με το σπάσιμο εικονογραφημένων αγγείων. Ο σεβασμός που η θηραϊκή κοινωνία τρέφει προς τον άνθρωπο αναδεικνύεται με την ισότιμη θέση που η τοιχογραφία επιφυλάσσει στα εικονιζόμενα πρόσωπα αδιακρίτως φύλου ή ηλικίας. Η διάκριση των φύλων γίνεται με την ενδυμασία, την κόμμωση και την απόδοση ανατομικών λεπτομερειών (στήθη, γεννητικά όργανα). Μια διάκριση, που μάλλον έχει ιδεολογικό περιεχόμενο, γίνεται στον τρόπο απεικόνισης νεανικών μορφών, ώσπου να περάσουν στην κατάσταση του ενηλίκου, προφανώς μέσα από ειδικές διαδικασίες μύησης: τα αγόρια εικονίζονται πάντοτε γυμνά, ενώ τα κορίτσια παριστάνονται πάντοτε ντυμένα. Ο παγιωμένος αυτός κανόνας φαίνεται ότι εκφράζει αντίληψη, η οποία φαίνεται να επιβιώνει ως τις μέρες μας: στις παραλίες το καλοκαίρι τα αγοράκια παίζουν ολόγυμνα, αλλά σπάνια βλέπουμε κοριτσάκια χωρίς bikini!

(Περιληψη από ομιλια του Χρίστου Γ. Ντούμα)

LAST_UPDATED2