Ερέτρια Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Τετάρτη, 05 Νοέμβριος 2008 19:36

Το σημαντικότερο γεγονός της περιόδου αυτής είναι η ίδρυση της Ερέτριας γύρω στο 800 π.Χ., 10 χλμ ανατολικά από το Λευκαντί, σε μια θέση με ωραίο λιμάνι και φυσικά οχυρή βραχώδη ακρόπολη, 2 χλμ προς το εσωτερικό.

Η "οφρυόεσσα" Ερέτρια, επίθετο που μαρτυρείται από τις αρχαίες πηγές και αναφέρεται τόσο στην περίοπτη γεωγραφική θέση της, που επέτρεπε τον έλεγχο σημαντικού τμήματος του νότιου Ευβοϊκού και των γειτονικών ακτών της Αττικής, όσο και στην ακτινοβολία της, κατείχε αξιόλογη θέση στην ανάπτυξη και διάδοση του ελληνικού πολιτισμού. Η ενεργός συμμετοχή της στη διαμόρφωση της πολιτικής, οικονομικής και πνευματικής ζωής του ελληνικού κόσμου την κατατάσσουν ανάμεσα στις σημαντικότερες ελληνικές πόλεις της αρχαιότητας.

Μαρτυρίες για την πρωιμότερη κατοίκηση κατά την Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού προέρχονται από την Ακρόπολη, το ιερό του Απόλλωνος και την περιοχή ανατολικά της αρχαίας αγοράς, όπου αποκαλύφθηκε κεραμικός κλίβανος της 2ης χιλιετίας, ένα από τα αρχαιότερα δείγματα στον ελλαδικό χώρο. Τα ευρήματα από τους μυκηναϊκούς χρόνους είναι πενιχρά, σε αντίθεση με την κατάταξη της Ερέτριας στον "Νηών Κατάλογο", ανάμεσα στις επτά ευβοϊκές πόλεις που εκστράτευσαν κατά της Τροίας στο πλευρό του Αγαμέμνωνα. Η εικόνα αυτή σε συνδυασμό με τον Στράβωνα ο οποίος διασώζει την ανάμνηση μιας Αρχαίας Ερέτριας, προκατόχου της ιστορικής πόλης και διαφορετικής από αυτήν, που βρισκόταν σε απόσταση εξήντα σταδίων από το Δελφίνιο της βόρειας Αττικής, πληροφορία πολύ αόριστη ώστε να μας βοηθήσει στον εντοπισμό της θέσης της. Όμως τελευταία διατυπώθηκε μια καλή υπόθεση ταύτισής της με το Λευκαντί, που αγνοούμε το αρχαίο του όνομα και του οποίου ο πληθυσμός φθίνει λίγο πριν από την ίδρυση της Ερέτριας. Η πρακτική της καύσης σε ανοιχτό σκάμμα είναι κοινή στο Λευκαντί του 9ου αι. και στην Ερέτρια του πρώιμου 8ου αι., και υπάρχει επίσης μια εύλογη ακολουθία στις σειρές της κεραμικής. Επιπλέον, το Λευκαντί βρίσκεται στην ανατολική παρυφή του εύφορου Ληλάντιου πεδίου, θέση που μπορεί να ερμηνεύσει την αιτία του μεταγενέστερου πολέμου μεταξύ Ερέτριας και Χαλκίδας για την κατοχή της πεδιάδας αυτής, σε μια περίοδο όπου οι ομόφυλοί τους θα κρατούσαν και θα υπερασπίζονταν την παλιά πόλη. Μια αιτία για την μετακίνηση αυτή μπορεί να ήταν το ωραίο και δελεαστικό λιμάνι της Ερέτριας, προσόν που έλειπε από το Λευκαντί. Ίσως ακόμη να υπέστησαν κάποια σοβαρή πολεμική ήττα, όπως υποδηλώνεται από το στρώμα καταστροφής της ΜΓ ΙΙ στο Λευκαντί, η οποία οδήγησε σε μετανάστευση τους κατοίκους εκείνους που ζούσαν έξω από την ασφάλεια του φρουρίου της Ξερόπολης. Δεν γνωρίζουμε ακόμη τις ταφικές πρακτικές στο Λευκαντί του 8ου αι., ενώ η Ερέτρια καλύπτει τέτοια αχανή έκταση που δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την ύπαρξη ενός αξιόλογου πρωιμότερου οικισμού, ειδικά στον ανατολικό τομέα.

Μετά το 800 π.Χ. αρχίζει να πληθαίνει η κεραμική και, παρόλο που συναντούμε μερικούς σκύφους με κρεμαστά ημικύκλια, στο μεγαλύτερο μέρος της ανήκει σε έναν αττικίζοντα ΜΓ ΙΙ ρυθμό, με πιο συχνά σχήματα τους σκύφους και τους κρατήρες.

Ο 8ος αι. π.Χ. σηματοδοτεί αδιαμφισβήτητα μία από τις σημαντικότερες περιόδους στην ιστορία της πόλης. Η ίδρυση εμπορείων και αποικιών στις Πιθηκούσες, την Κύμη και τη Ζάγκλη της Μεγάλης Ελλάδας, στη Μένδη και τη Μεθώνη στον βόρειο ελλαδικό χώρο μαρτυρούν την οικονομική ανάπτυξη της πόλης και ειδικότερα το προηγμένο επίπεδο στις ναυτικές δραστηριότητες. Η εγχάρακτη παράσταση πλοίου σε έναν σκύφο απηχεί με βεβαιότητα σχεδόν τον ναυτικό χαρακτήρα της θαλασσοκράτειρας πόλης, που θα υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα.

Στις αρχές του 8ου αι. π.Χ. ανάγεται ίσως η έναρξη της υπαίθριας λατρείας γύρω από κυκλικό βωμό στο ιερό του Απόλλωνος Δαφνηφόρου, πολιούχου θεού της πόλης, και γύρω στο 760 π.Χ. ανεγείρεται ένα αψιδωτό κτίριο, το λεγόμενο "Δαφνηφορείο". Ο μύθος της περιπλάνησης του θεού στο Ληλάντιο πεδίο πριν την τελική εγκατάστασή του στο δελφικό ιερό οδήγησε τους πρώτους ανασκαφείς στη ρομαντική θεωρία ότι το κτήριο αυτό ήταν απομίμηση της δάφνινης καλύβας του Απόλλωνος στους Δελφούς. Η θεωρία αυτή καταρρίφθηκε με την εξέλιξη των ανασκαφών στο ιερό και τη σταδιακή αποκάλυψη τριών ακόμη αψιδωτών οικοδομημάτων της ίδιας περιόδου που περικλείονται από περίβολο και συνδέονται με την τέλεση συμποσίων, αλλά και δραστηριότητες κατεργασίας χαλκού και χρυσού. Παρά το γεγονός ότι ο χαρακτήρας αυτής της εγκατάστασης δεν έχει αποσαφηνισθεί, ενδέχεται να λειτουργούσε ως έδρα τοπάρχη , υπό τον έλεγχο του οποίου τελούνταν και οι θρησκευτικές ιεροπραξίες . Είναι δεδομένο, όμως, ότι πριν το 700 π.Χ. οικοδομείται ο πρώτος εκατόμπεδος ναός, μήκους 100 ποδών, δηλαδή 35 μ., του οποίου η είσοδος είναι στραμμένη προς τον αρχαιότερο βωμό.

Η ακτινοβολία του ιερού του Απόλλωνος και μιας συλλατρευόμενης γυναικείας θεότητας -πιθανώς της Αρτέμιδος- έφτασε ως τις συροπαλαιστινιακές ακτές, όπως μαρτυρεί ο μεγάλος αριθμός εισηγμένων αντικειμένων: αιγυπτιακοί ή συροφοινικικοί σκαραβαίοι, φυλακτά που παριστάνουν θεότητες, οστέινα πλακίδια και ειδώλια αιγάγρου από το Λουριστάν της Περσίας. Ανάμεσα στα σημαντικά αναθήματα του ιερού ανήκουν δίδυμες χάλκινες παρωπίδες αλόγου βορειοσυριακής προέλευσης, με παράσταση του Δεσπότη Θηρών που βαστά δύο ανεστραμμένα αιλουροειδή. Η μία φέρει επιγραφή στην αραμαϊκή που αναφέρεται στον Ασαήλ, βασιλιά της Δαμασκού. Αυτά τα ευρήματα τοποθετούν την Ερέτρια των γεωμετρικών και πρώιμων αρχαικών χρόνων μεταξύ Ανατολής και Δύσης, σε ένα σταυροδρόμι εισαγωγών όχι μόνον αντικειμένων αλλά και ιδεών και επινοήσεων, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι αδιαμφισβήτητα το αλφάβητο. Από το ιερό του Απόλλωνος προέρχεται μάλιστα ικανός αριθμός ενεπίγραφων αγγείων της Ύστερης Γεωμετρικής Περιόδου (750-700 π.Χ.), σε κάποια από τα οποία αναγράφεται το όνομα του κατόχου τους. Η γνώση και η χρήση της γραφής σε αυτόν τον τομέα της πόλης είναι ενδεικτική της προόδου που σημειώνει η εμφάνιση του αλφαβήτου στον ελλαδικό χώρο

Στο τέλος του 8ου αι. π.Χ., η απειλή εχθρικών συρράξεων που συνδέονται πιθανώς με τον Ληλάντιο πόλεμο οδηγούν τους Ερετριείς στην κατασκευή οχυρωματικού περιβόλου στην περιοχή νοτίως της ακρόπολης. Σε μικρή απόσταση αποκρύβεται στο δάπεδο οικίας πήλινο ενεπίγραφο αγγείο που περιείχε τμήματα ακατέργαστου ή υπό επεξεργασία χρυσού συνολικού βάρους 520 γραμμαρίων, υποδιαιρεμένα σε μονάδες διαφόρων αξιών. Το πολύτιμο υλικό θεωρήθηκε ότι ανήκε σε εργαστήριο χρυσοχοΐας και ενδέχεται να είχε τη χρήση ταλάντων, να αποτελούσε δηλαδή ένα από τα παλαιότερα δείγματα προνομισματικού μέσου ανταλλαγών.

Η πρώιμη λειτουργία της αγοράς ήδη κατά τον 8ο αι. π.Χ. υποστηρίχτηκε πρόσφατα με αφορμή την αποκάλυψη ταφικής πυράς σε γειτνίαση με την αγορά των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων. Πλήρης μελανής τέφρας, η πυρά περιελάμβανε καμένα τμήματα αγγείων που χρονολογούνται λίγο πριν το 750. Πυξίδες με πλαστικά ιππάρια στο κάλυμμα, κυπριακό ληκύθιο, κρατήρες και άλλα αγγεία, χρυσό έλασμα και σκαραβαίος ανήκαν στη σκευή του νεκρού. Κρατήρας με σπάνια εικονιστική διακόσμηση αποδίδει δύο σκηνές ζευγαρώματος ίππων και την ερωτική συνεύρεση δύο ανθρώπινων μορφών. Στο πλαίσιο της συμποτικής χρήσης του αγγείου η σκηνή των αλόγων ερμηνεύεται από τη σημαίνουσα θέση του ευγενούς ζώου στην ερετρική αριστοκρατική τάξη των ιππέων και ενδέχεται να παραπέμπει στο μέσο εξασφάλισης της οικονομικής και κοινωνικής ισχύος της. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, το εικονογραφικό περιεχόμενο να αναφέρεται συμβολικά στην ανανεωτική δύναμη της γονιμότητας ή στο τελετουργικό του γάμου, το οποίο πιθανώς δεν γνώρισε ο άωρος νεκρός.

Στην ακτή έξω από την πόλη βρίσκεται το δυτικό Νεκροταφείο, στο οποίο βρέθηκε πρώιμη κεραμική από "Γεωμετρικές" ταφές, που περιλαμβάνουν πενήντα παιδικούς ενταφιασμούς σε πίθους ή αμφορείς και οκτώ καύσεις ενηλίκων. Οι ταφές καύσεως ήταν σκαμμένες στη μαλακή άμμο, με αδιαμόρφωτο δάπεδο. Οι πυρές ανάβονταν in situ, μέσα στις φλόγες έριχναν τα κεραμικά κτερίσματα, ενώ τα υπολείμματα και οι στάχτες έπεφταν μέσα στον ανοιχτό τάφο. Τα ταφικά σύνολα ήταν συγκεντρωμένα στον ίδιο χώρο, αλλά τα μόνα ΜΓ ΙΙ αγγεία που απεικονίστηκαν προέρχονται από ταφές καύσεων.

Το σημαντικότερο νεκροταφείο, το λεγόμενο "Ηρώο της Δυτικής Πέλης", θεωρήθηκε ότι ανήκε σε οικογένεια τα μέη της οποίας είχαν ενταφιασθεί σύμφωνα με το τελετουργικό που περιγράφεται στα ομηρικά έπη. Η μεταγενέστερη άσκηση λατρείας πάνω από τους τάφους αυτούς οδήγησε μάλιστα στην ταύτισή του με ηρώο.

LAST_UPDATED2