Αργολίδα Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Πέμπτη, 06 Νοέμβριος 2008 11:22

Άργος

Το Άργος είχε τη φήμη του πιο ισχυρού κράτους στην Ελλάδα, πριν από την αύξηση της δύναμης της Σπάρτης. Ο Ηρόδοτος θυμάται ότι κάποτε έλεγχε όλη την ανατολική ακτή της Πελοποννήσου έως το ακρωτήριο Μαλέα, ακόμη και τα Κύθηρα. Οι μεγάλες αυτές κτήσεις του στάθηκαν, για ένα διάστημα, εμπόδιο στην εξάπλωση της Σπάρτης. Οι πρώιμες αυτές αναμνήσεις πρέπει να αναφέρονται στα μέσα και τα τέλη του 8ου αι. Η περιοχή του Μαλέα ήταν πλούσια σε μεταλλεύματα σιδήρου και θα μπορούσε να προμηθεύσει το Άργος κατά την περίοδο της ευημερίας του, οπότε ανθούσε και η μεταλλοτεχνία του.

Κεραμική

Η τοπική ΜΓ ΙΙ φάση διαρκεί ως το 750 π.Χ. περίπου, και προς το τέλος της συναντούμε μερικά μεγάλα αγγεία, που είναι διακοσμημένα με πολύπλοκο τρόπο, χαρακτηριστικό για την Αργολίδα. Τα μοτίβα τους, αντίθετα από τα αττικά ΜΓ ΙΙ, δεν έχουν τον ισχυρό κεντρικό μαίανδρο αλλά μερικές διακοσμημένες μετόπες που γεμίζουν την κεντρική περιοχή, ενώ ο μαίανδρος παίρνει επίμηκες σχήμα. Το κάτω μέρος του σώματος καλύπτεται μερικές φορές όχι με το παραδοσιακό μαύρο γάνωμα, αλλά από δέσμη λεπτών γραμμών που θυμίζουν την κορινθιακή πρακτική. Τα προχωρημένα αυτά ΜΓ ΙΙ αγγεία συμπίπτουν χρονικά με την αττική ΥΓ Ια.

Το αργείτικο στυλ αγγίζει το ζενίθ της πολυπλοκότητάς του κατά τη διάρκεια της σύντομης ΥΓ Ι περιόδου, η οποία είναι σύγχρονη με τα οψιμότερα μνημειακά ταφικά αγγεία της Αθήνας (ΥΓ Ιβ) και συναντάται σε αγγεία, που μερικές φορές έχουν εξίσου τεράστιο μέγεθος. Μια γιγαντιαία πυξίδα από το Άργος καλύπτεται με ένα συνονθύλευμα από μετόπες και διάχωρα, τα οποία το βλέμμα μας διατρέχει χωρίς να σταματά σε κάποιο εστιακό μνημείο. Εδώ κι εκεί είναι σκορπισμένα άλογα, πτηνά και ψάρια, χωρίς ωστόσο να τονίζονται ιδιαίτερα. Στο αγγείο αυτό εμφανίζονται για πρώτη φορά τρία τυπικά μοτίβα της αργείτικης διακόσμησης: ο βαθμιδωτός μαίανδρος, η σειρά από φυλλόσχημους μεμονωμένους ρόμβους και οι στήλες με αιωρούμενες ενάλληλες. Στην τοπική αυτή σχολή εμφανίζονται συχνά και οι οριζόντιες ή κατακόρυφες διαγραμμισμένες τεθλασμένες γραμμές.

Τα αργείτικα πτηνά παρουσιάζουν μεγαλύτερη ποικιλία από τα αττικά, ίσως γιατί οι αγγειογράφοι είχαν περισσότερες ευκαιρίες να τα παρατηρήσουν άμεσα στο φυσικό τους ελώδες περιβάλλον, ανάμεσα στο Άργος και τη θάλασσα. Έτσι στη γιγάντια πυξίδα βλέπουμε τρία διαφορετικά είδη: στις γωνιές μιας μετόπης με εσωτερικό κύκλο είναι μερικά που μοιάζουν με πελαργούς, στα ταινιωτά πόδια ένα πιο μεγαλόσωμο είδος πτηνών, που μοιάζουν με άγριες γαλοπούλες, και άλλα, σε ομάδες ανά τρία, με μακριά πόδια και καμπύλο λαιμό, που θυμίζουν τα φλαμίνγκο. Ανάλογη ποικιλία έχουμε και στα ψάρια. Τα άλογα όμως παίζουν τον κυρίαρχο ρόλο. Τα καθαρόαιμα της γιγάντιας πυξίδας ανήκουν σ' ένα τύπο αποκλειστικά αργείτικο, που χαρακτηρίζεται από την οριζόντια μουσούδα, την εξοχή στο πάνω τμήμα των μπροστινών ποδιών και τη στροφή τους προς τα πίσω, καθώς και τη φουντωτή ουρά.

Ενώ τα άλλα κέντρα της Αργολίδας είχαν προ πολλού απελευθερωθεί από την αττική επίδραση, οι κεραμείς της Ασίνης φαίνεται πως κρατούν κάποια επαφή με τις τάσεις της αττικής ΥΓ. Ένας σκύφος, για παράδειγμα, από ένα οικιακό σύνολο του 730 π.Χ. περίπου διακοσμείται με αττικίζουσες μετόπες, δηλαδή μ' έναν τρόπο που ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε σε αγγεία πόσεως κατασκευασμένα στο Άργος. Εδώ μιμούνται επίσης και κάποια μεγαλύτερα αττικά σχήματα, γεγονός που δεν συμβαίνει στην υπόλοιπη Αργολίδα, όπως σ' έναν κρατήρα με προχοή και μια οινοχόη με σχήμα και διακόσμηση που θυμίζουν μια ομάδα από αττικές οινοχόες της ΥΓ ΙΙα, οι οποίες φέρουν μεγάλες σειρές από παχείς ομόκεντρους κύκλους. Η κεραμική αυτή της Ασίνης σταματά ξαφνικά γύρω στο 710 π.Χ., όταν η πόλη καταστρέφεται και εγκαταλείπεται έως την Ελληνιστική εποχή.

Η καταστροφή της Ασίνης συμφωνεί με τις πληροφορίες που δίνουν οι γραπτές μαρτυρίες. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι την κατέστρεψε ο βασιλιάς του Άργους Έρατος, με την πρόφαση ότι οι Ασίνιοι είχαν ενωθεί με τον βασιλιά της Σπάρτης Νίκανδρο σε μια επιδρομή του ενάντια στην Αργολίδα. Μετά από μακροχρόνια διαμάχη η γη της Ασίνης προσαρτήθηκε στο Άργος και η πόλη ισοπεδώθηκε, εκτός από το ιερό του Πυθίου Απόλλωνα. Το ιερό αυτό βρέθηκε στην κορυφή του λόφου της Μπαρμπούνας και αποτελεί επιπλέον τη μόνη πηγή αρχαϊκών και κλασσικών ευρημάτων σε ολόκληρη την περιοχή. Οι πρόσφυγες από την Ασίνη βρήκαν μια νέα πατρίδα στη Μεσσήνη, όπου τους δέχτηκαν οι Σπαρτιάτες σύμμαχοί τους κατά τη διάρκεια του Πρώτου Μεσσηνιακού πολέμου.

Ο κανθαροειδής κρατήρας (περ. 725 π.Χ., Άργος C1) διατηρεί κάτι από τη μνημειακότητα της γιγάντιας ΥΓ Ι πυξίδας. Η διαίρεση της ζωγραφικής επιφάνειας γίνεται με ανάλογα περίτεχνο τρόπο, αλλά οι εικονιστικές παραστάσεις είναι πιο ήρεμες, ενώ τα παραπληρωματικά μοτίβα κατακλύζουν κυριολεκτικά τα κενά. Ο ιππέας και τα δύο άλογά του έχουν υπερβολικά μακριά πόδια και οι λαιμοί των ζώων καμπυλώνουν σχηματίζοντας κανονικά ημικύκλια. Το ρομβοειδές στήθος του άνδρα είναι μια καθαρά αργείτικη σύμβαση, που τη συναντούμε και σε χάλκινα ειδώλια. Τα πτηνά αποδίδονται με σκιαγραφία σε συνεχείς σειρές, ζωγραφισμένες μαζικά με το πολλαπλό πινέλο. Ο μεγάλος κάνθαρος (περ. 710 π.Χ., Άργος C171) ζωγραφίστηκε από χέρι λιγότερο φιλόδοξο αλλά περισσότερο ώριμο. Τα άλογά του, τοποθετημένα σε πλάγιες μετόπες, φαίνονται να βλέπουν πάνω από τριπλό φράχτη προς έναν λιτό βαθμιδωτό μαίανδρο, μια σύνθεση που προσέλκυσε κάποιον Λάκωνα μιμητή.

Μεγάλο ποσοστό της αργείτικης κεραμικής στο τέλος του αιώνα γίνεται χονδροειδές και απειθάρχητο, η δουλειά όμως ενός ζωγράφου αποτελεί λαμπρή εξαίρεση. Οι κρατήρες που προτιμά έχουν φουσκωτή κοιλιά και σύνθετες λαβές, και φέρουν ως κύριο μοτίβο μια σειρά γυναικών που χορεύουν, ζωγραφισμένων με καθαρότητα και απλότητα. Ένας κρατήρας που εξήχθη στην Κόρινθο δείχνει τις γυναίκες ακίνητες με μακριές γιρλάντες που ξεκινούν από τη μέση και σέρνονται στη γη. Στις δευτερεύουσες ζώνες τοποθετεί πτηνά, με πόδια που έχουν καταντήσει να μοιάζουν σαν απλές κυματοειδείς γραμμές.

Η γεωμετρική του Άργους τελειώνει με τον έξοχο κρατήρα C 201, με γραμμική διακόσμηση μέσα στο πλαίσιο ακόμη της γεωμετρικής ζωγραφικής, αλλά και μετόπες με δαμαστές αλόγων που θυμίζουν κάποιους ανατολίζοντες πειραματισμούς σε άλλες περιοχές. Έτσι, τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά που αποδίδονται με λεπτομέρεια, τα άλογα με το κυλινδρικό σώμα και η χρήση λευκού χρώματος για την απόδοση εσωτερικών ανατομικών γραμμών θυμίζουν όλα τους τα πρώιμα μελανόμορφα παραδείγματα της πρωτοκορινθιακής σχολής. Είναι, λοιπόν, πιθανόν ότι η αργείτικη ΥΓ ΙΙ συνεχίζεται και κατά την πρώτη, τουλάχιστον, δεκαετία του 7ου αι. Στη συνέχεια δεν επιχειρούν συχνά εικονιστικές παραστάσεις και το πιο χαρακτηριστικό αγγείο είναι ένας βαθύς κρατήρας με σύνθετες λαβές και με διακόσμηση στην οποία κυριαρχούν όλο και περισσότερο οι υπογεωμετρικές σειρές από οριζόντιες και κατακόρυφες τεθλασμένες.

Αρχιτεκτονική και ταφικά έθιμα

Στο "γεωμετρικό πλάτωμα" της ακρόπολης της Ασίνης σώζονται τα θεμέλια πολλών σπιτιών και ανάμεσά τους ενός ορθογωνίου κτηρίου (3,20 Χ 4,50 μ.) με ένα δωμάτιο και είσοδο στη μια πλευρά. Διάσπαρτοι πρόχειροι τοίχοι της περιόδου αυτής βρέθηκαν χαμηλότερα στην πόλη, ενώ κοντά στους πρόποδες του λόφου της Μπαρμπούνας ανασκάφηκε ένα πιο μνημειακό κτήριο, μάλλον αψιδωτό, με έναν χαλικόστρωτο χώρο, που χρησίμευε πιθανώς ως εστία.

Οκτώ χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Άργους βρίσκεται το Ηραίον, το σημαντικότερο ιερό όλης της περιοχής. Ο πρωιμότερος ναός στη θέση αυτή δεν μπορεί να χρονολογηθεί με ακρίβεια, αλλά το πλάτωμα στο οποίο βρίσκεται πρέπει να προετοιμάστηκε πριν από το 700 π.Χ. Ο αναλημματικός τοίχος αποτελείται από μεγάλους, επίπεδους, αδούλευτους ογκόλιθους, τοποθετημένους με αρκετά κανονικές στρώσεις, χωρίς όμως καμιά προσπάθεια να γεμίσουν τα ευμεγέθη κενά ανάμεσά τους. Αυτός είναι ο ογκωδέστερος τοίχος που διασώθηκε από τη γεωμετρική Ελλάδα.

Ο ενταφιασμός παραμένει η συνήθης ταφική πρακτική. Σε λίγες περιπτώσεις υπάρχουν υποψίες για καύσεις (ολικές ή μερικές) στην Ασίνη, Ναυπλία και την ανατολική συνοικία του Άργους, αλλά για καμιά δεν υπάρχει σίγουρη απόδειξη. Οι ενταφιασμοί των ενηλίκων και των παιδιών γίνονται, όπως και στο παρελθόν, σε κιβωτιόσχημους τάφους ή με εγκιβωτισμό σε πίθους. Στην Τίρυνθα και τη Ναυπλία φαίνεται να προτιμούν τώρα τους πίθους, ενώ στην Ασίνη τέσσερα παιδιά τάφηκαν σε δύο κιβωτιόσχημους κάτω από το δάπεδο του σπιτιού της Μπαρμπούνας, στο διάστημα που το σπίτι κατοικούνταν. Αρκετά συνηθισμένη κατά την ΥΓ περίοδο είναι η επαναχρησιμοποίηση των κιβωτιόσχημων και των πίθων, ιδιαίτερα στο Άργος, όπου ένας μεγάλος πίθος (ταφ. 190) δέχθηκε τρεις διαδοχικές ταφές ενηλίκων. Στους ξαναχρησιμοποιημένους κιβωτιόσχημους συμπεριφέρονταν συχνά με τόσο μεγάλο σεβασμό για τους παλιότερους σκελετούς και τα κτερίσματα, ώστε να οδηγείται κανείς στο συμπέρασμα ότι προορίζονταν για τα μέλη της ίσιας οικογένειας.

Στο Άργος ο κιβωτιόσχημος τάφος ενός πολεμιστή (ΥΓ ΙΙ, ταφ. 45) έχει εξαιρετική σημασία για το μέγεθός του (μήκος 3 μ.) και για την ποικιλία του περιεχομένου του. Παρότι είχε συληθεί ήδη από την αρχαιότητα, περιείχε το πλουσιότερο σύνολο γεωμετρικών κτερισμάτων που βρέθηκε ποτέ στην Αργολίδα.

Μεταλλοτεχνία

Στους αττικούς τάφους της περιόδου αυτής ο πλούτος δηλώνεται από τα χρυσά κοσμήματα, αλλά στην Αργολίδα είναι το σίδερο που μαρτυρεί συχνότερα την ευημερία. Ο πολεμιστής του ταφ. 45 του Άργους είναι πλέον πολύ γνωστός για τη χάλκινη πανοπλία του, και ο τάφος του περιείχε επίσης τρία χρυσά δαχτυλίδια και ένα τμήμα από φύλλο χρυσού με γραμμική διακόσμηση: τα αντικείμενα αυτά είναι τα μοναδικά σχεδόν χρυσά που έχουν μέχρι στιγμής αναφερθεί από τις ΥΓ ταφές της Αργολίδας. Όμως τα σιδερένια κτερίσματα είναι εκείνα που δείχνουν ότι ήταν εύπορος: δώδεκα αποσπασματικοί οβελοί (σούβλες) και ένα ζεύγος κρατευτών. Μας θυμίζουν το πλούσιο τραπέζι με ψητό κρέας , που ο ίδιος ο Αχιλλέας έψησε για τους επισκέπτες του στη σκηνή του στην Τροία. Αφού άφησε τη φωτιά να χωνέψει, μάζεψε τα καυτά κάρβουνα και περιέστρεφε με τον κατάλληλο τρόπο τις σούβλες με το κρέας, στηριγμένες στους κρατευτές. Επίσης βρέθηκαν και δύο διπλοί πελέκεις.

Η ταφή με σιδερένιες σούβλες και κρατευτές ήταν σπάνια διάκριση, που ο νεκρός μας μοιράστηκε με τέσσερις μόνο άλλους άνδρες στον ελληνικό κόσμο, όλους πολεμιστές: έναν σε θολωτό τάφο στο Καβούσι της ανατολικής Κρήτης και τρεις σε χτιστούς τάφους της Κύπρου, στις θέσεις Παλαίπαφος, Σαλαμίνα και Πατρίκι. Και οι δέκα κρατευτές έχουν τη μορφή πολεμικού πλοίου, ο καθένας με δύο στηρίγματα προσηλωμένα ώστε να σχηματίζουν ορθή γωνία με το μακρύ "κύτος" του πλοίου.

Οι περισσότεροι από τους 12 οβελούς του τάφου του Αργείου πολεμιστή είναι θλιβερά λειψοί, αλλά ένας είναι σχεδόν ακέραιος. Καλύτερα διατηρημένοι είναι οι έξι του ταφ. 1. Το σύνηθες μήκος τους ήταν 1,60 μ. και είχαν τετράγωνη ή ορθογώνια διατομή, ώστε να μην γλιστράει το κρέας όταν γύριζε ο οβελός πάνω από τη φωτιά. Η καρδιόσχημη μεταλλική λαβή τους όμως δεν είναι καθόλου λειτουργική. Ο μεγάλος τους αριθμός τόσο στον τάφο του Άργους όσο και των άλλων πολεμιστών, μας δείχνει ότι η σημασία τους ήταν παραπάνω από χρηστική. Φαίνεται ότι είναι ήδη μια ένδειξη πλούτου, ένα πρωτόγονο νόμισμα. Οι σούβλες αυτές (οβελοί ή οβολοί) διατηρήθηκαν στη μνήμη, και ένα αιώνα αργότερα έδωσαν το όνομά τους στη μικρότερη υποδιαίρεση του πρώτου ελληνικού αργυρού νομίσματος, ακόμη και το πιο γιγάντιο χέρι δεν μπορούσε να αδράξει περισσότερους από έξι οβολούς μαζί, έτσι η βασική νομισματική μονάδα ονομάστηκε δραχμή (αδραξιά, από το ρήμα δράσσομαι). Προτού όμως αντικαταστήσουν το σιδερένιο νόμισμα με το αργυρό, ήταν αναγκαίο να σταθεροποιηθεί το βάρος των οβολών. Η μεταρρύθμιση αυτή μπορεί να αποδοθεί στον βασιλιά του Άργους Φείδωνα, παρόλο που υπάρχει κάποια σύγχυση στις αρχαίες παραδόσεις που αναφέρονται στη νομισματική νομοθεσία αυτού του ηγεμόνα.

Τα επιθετικά όπλα είναι συχνά σε άλλους σύγχρονους τάφους του Άργους, αλλά κανένα δεν ξέφυγε από τα μάτια των συλητών που αναστάτωσαν τον τάφο του πολεμιστή, άφησαν όμως πίσω τους το πιο λαμπρό κτήμα του, τη χάλκινη πανοπλία του. Αποτελείται από ένα κράνος και έναν θώρακα, ουσιαστικά ακέραια, καθώς και μερικά ελάσματα ίσως από ζεύγος περικνημίδων. Τα μεταλλικά κράνη ήταν μια καινούργια πολυτέλεια για την περίοδο αυτή, που δεν την είχαμε συναντήσει μετά τη Μυκηναϊκή εποχή. Αυτό το παράδειγμα είναι ένα από τα παλιότερα και το καλύτερα διατηρημένο του τύπου με το ψηλό πεταλόσχημο λοφίο (Kegelhelm). Τα επιμέρους στοιχεία είναι σφυρηλατημένα ξεχωριστά και καρφωμένα μεταξύ τους: κωνική κάσκα, ξεχωριστά ελάσματα για το μέτωπο (γείσον) και τον αυχένα, δύο παρωτίδες (παραγναθίδες ή φάλαρα). Το κράνος επιστέφεται από ένα χυτό κατακόρυφο σωληνόμορφό στέλεχος (φάλος ή κύμβαχος), που στηρίζει ένα πεταλόσχημο λοφίο, τοποθετημένο κατά μήκος και φθαρμένο στο εμπρός και πίσω μέρος. Οι παρωτίδες έχουν σίγουρα μυκηναϊκή καταγωγή, αλλά η κωνική κάσκα και ο τύπος του λοφίου κατάγονται από έναν ανατολικό τύπο που βλέπουμε σε ασσυριακά λίθινα ανάγλυφα της εποχής που βασιλεύει ο Τιγλάθ-Πιλέζαρ ΙΙ (745-727 π.Χ.). Στην πρώιμη ΥΓ αγγειογραφία ο τύπος αυτός ξεχωρίζει μόνο από το λοφίο που γέρνει προς τα πίσω, το οποίο θα μπορούσε άνετα να είχε στερεωθεί σε μια μη μεταλλική επένδυση του κεφαλιού, ίσως δερμάτινη. Την εποχή όμως που θάβεται η πανοπλία διακρίνονται με σαφήνεια τα μεταλλικά κράνη, διότι προεξέχουν πολύ έντονα από το περίγραμμα του κεφαλιού, ενώ το πεταλόσχημο λοφίο εμφανίζεται και στον αττικό ΥΓ ΙΙβ λέβητα και σε σύγχρονά του αργείτικα όστρακα. Φαίνεται ότι ο τύπος αυτός του κράνους είχε σχεδιαστεί περισσότερο για επίδειξη παρά για ασφάλεια, γιατί άφηνε ακάλυπτο το πρόσωπο, έστεκε άβολα στην κορυφή του κεφαλιού και, σε περίπτωση μάχης σώμα με σώμα, ο κώνος του θα έδινε εύκολη λαβή στον εχθρό. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που γρήγορα αντικαταστάθηκε από το κράνος του κορινθιακού τύπου, που είχε ήδη αναπτυχθεί γύρω στο 700 π.Χ. και πρόσφερε καλύτερη εφαρμογή και μεγαλύτερη προστασία.

Ο κωδωνόσχημος θώρακας είναι η πρωιμότερη γνωστή περίπτωση παρόμοιας κάλυψης του σώματος και εγκαινιάζει έναν πολύ χρήσιμο τύπο. Ένας μακρινός του πρόγονος βρίσκεται στην πανοπλία από τα Δενδρά της Πρώιμης Μυκηναϊκής εποχής, αλλά βλέπουμε και τα ενδιάμεσα στάδια σε μια σειρά θωράκων του πολιτισμού Urnfield της κεντρικής Ευρώπης, οι οποίοι είναι κωδωνόσχημοι με ημικυκλικές χαράξεις για τη δήλωση του στήθους. Ο θώρακας δεν είναι έργο ερασιτέχνη και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως το παλιότερο προϊόν της τοπικής σχολής που τον κατασκεύασε. Πέρα από την τεχνική του τελειότητα, έχει και μια πλαστική ποιότητα που προμηνύει κάποια άλλα αργείτικα αριστουργήματα, τα μνημειακά αρχαϊκά αγάλματα των διδύμων Κλέοβη και Βίτωνα. Η πρωιμότερη γνωστή απεικόνιση μεταλλικού θώρακα στην εικονιστική τέχνη βρίσκεται σε έναν αττικό αμφορέα του 720 π.Χ. περίπου, όπου η καμπύλη παρυφή του εξέχει από τους γοφούς ενός ιππέα πολεμιστή. Η παράσταση αυτή μας λέει κάτι για την κοινωνική σημασία της νέας αυτής χάλκινης πανοπλίας, γιατί ο θώρακας όπως και το άλογο, είναι ό,τι απόμεινε από τον αριστοκρατικό έφιππο πολεμιστή, που έπαιξε τον κύριο ρόλο στους πρώιμους ελληνικούς πολέμους πριν από την ανάδειξη του οπλίτη. Οι επόμενες δύο γενεές προτιμούσαν, όλο και περισσότερο, τη βαριά οπλισμένη πυκνή φάλαγγα πεζικού, γι' αυτό ο χάλκινος θώρακας έγινε σταδιακά το βασικότερο εξάρτημα της πανοπλίας του οπλίτη στρατιώτη και παρέμεινε σημαντικός έως λίγο πριν από τους Περσικούς πολέμους.

Οι Αργείοι μεταλλοτεχνίτες είναι επιδέξιοι σε πολλά είδη χαλκοτεχνίας, αλλά τα ειδώλια που κατασκευάζουν δεν είναι υψηλής ποιότητας. Τα αναθήματα του Ηραίου δίνουν το χαρακτηριστικό στίγμα της αργείτικης σχολής, όμως τα καλλίτερα προϊόντα της βρέθηκαν σε άλλα, μεγαλύτερα ιερά και κυρίως στην Ολυμπία, όπου αναγνωρίστηκε η προέλευσή τους από την τεχνοτροπία και την τεχνική τους. Αν και δεν μπορούμε να διακρίνουμε ακόμη το αργείτικο στυλ με τόση σαφήνεια όση το κορινθιακό και το λακωνικό, διαπιστώνουμε ωστόσο ότι τα άλογα του Ηραίου ακολουθούν σαφώς τον τοπικό τύπο, με μακριά πόδια, ψηλό λαιμό, επίπεδη χαίτη και υπερυψωμένα καπούλια. Η μουσούδα τους είναι συνήθως οριζόντια (όπως και στην αργείτικη ΥΓ αγγειογραφία), τα γόνατα και οι ταρδοί συγκαταλέγονται στα καλύτερα δείγματα, και γενικά το όλο πλάσιμο είναι στρογγυλεμένο και πραγματικά τρισδιάστατο. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά συνδυάζονται σε ένα εξαίρετο άλογο από την Ολυμπία, αλλά και πολυάριθμα ακόμη παραδείγματα εκφράζουν με έξοχο τρόπο το στυλ αυτό.

LAST_UPDATED2