Αθήνα Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Παρασκευή, 03 Απρίλιος 2009 18:33

Την έκβαση των Περσικών πολέμων έκριναν δύο πεζομαχίες, οι μάχες του Μαραθώνα και των Πλαταιών, και δύο ναυμαχίες, της Σαλαμίνας και της Μυκάλης. Η μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.) υπήρξε κατ' εξοχή αθηναϊκό επίτευγμα, για το οποίο δικαίως υπερηφανεύονταν οι Αθηναίοι. Την νίκη τους μνημόνευσαν με την ίδρυση λίθινου τροπαίου στο πεδίο της μάχης στην πεδιάδα του Μαραθώνα, του οποίου τμήματα σώζονται ακόμη και σήμερα. Τους Αθηναίους που έπεσαν στην μάχη έθαψαν στο πεδίο θεωρώντας ότι η αρετή τους υπήρξε εξέχουσα.

Το σημαντικότερο γεγονός στη μνημειακή αρχιτεκτονική της περιόδου αυτής αποτελεί η έναρξη κατασκευής στην Ακρόπολη, αμέσως μετά τη μάχη του Μαραθώνος, ενός πολύ μεγάλου μαρμάρινου ναού προς τιμή της Αθηνάς, που είχε σώσει την πόλη από τη βαρβαρική επίθεση. Βρισκόταν στη θέση του Παρθενώνος, γι' αυτό και ονομάζεται Προπαρθενών, και ήταν ο πρώτος ναός που θα κατασκευαζόταν εξολοκλήρου από πεντελικό μάρμαρο, μετά την πρόσφατη ανακάλυψη των λατομείων. Όμως, η ανοικοδόμησή του διακόπηκε, ίσως μόλις οι Αθηναίοι πληροφορήθηκαν την προετοιμασία της δεύτερης εκστρατείας των Περσών με τον Ξέρξη, ενώ το έργο είχε φτάσει μέχρι τον τρίτο σπόνδυλο των κιόνων. Το οικοδόμημα κάηκε ημιτελές κατά την πυρπόληση της Ακρόπολης από τους Πέρσες, μαζί φυσικά με όλα τα αρχιτεκτονικά έργα, το γλυπτά και τα υπόλοιπα αναθήματα του βράχου. Μετά τις νίκες στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές και την απομάκρυνση του περσικού κινδύνου, μία από τις πρώτες μέριμνες των Αθηναίων ήταν ο καθαρισμός των κατεστραμμένων ιερών. Τότε, όσα από τα κατάλοιπα ήταν σε καλή κατάσταση τα έθαψαν μέσα σε λάκκους, όπου βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές του 1883-86, ενώ ενσωμάτωσαν τα ημιτελή μέλη του Προπαρθενώνος στο βόρειο τείχος της Ακρόπολης, όπου φαίνονται μέχρι σήμερα.

Μετά τη νίκη στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) και την απομάκρυνση του περσικού κινδύνου, ο Θεμιστοκλής, στην ιδιοφυΐα του οποίου οφείλεται κατά μέγα μέρος η νίκη, υπήρξε και ο εισηγητής της οχύρωσης της πόλης, η οποία επετεύχθη παρά την αντίδραση των Σπαρτιατών. Ο τειχισμός, και μάλιστα μεγαλύτερης έκτασης από την υπάρχουσα πόλη, έγινε ταχύτατα και με την χρησιμοποίηση υλικού από την κατεστραμμένη πόλη, ακόμη και επιτύμβιων μνημείων του Κεραμεικού. Περιελάμβανε όλες τις κατοικημένες περιοχές, τα περισσότερα κτίρια και φυσικά την Αγορά, περιέκλειε μια έκταση όχι μεγαλύτερη από 1.700-2.000 στρέμματα και διέθετε 13 κύριες πύλες που ανοίχτηκαν σε προϋπάρχοντες δρόμους, οι οποίοι οδηγούσαν στους εξωαστικούς δήμους και την ύπαιθρο. Ο Θεμιστοκλής εισηγήθηκε ακόμη την οχύρωση και την οικοδόμηση του Πειραιά, η οποία έγινε με σχέδιο του Ιπποδάμου. Παρά την συμβολή του στις νίκες, στην ανόρθωση και στην ενίσχυση της πόλης, ούτε και εκείνος απέφυγε τον οστρακισμό.

Το 478 π.Χ. ιδρύθηκε η Α' Αθηναϊκή Συμμαχία. Σκοπός της ήταν η προστασία των ελληνικών πόλεων, και μάλιστα εκείνων της Ιωνίας, από τον περσικό κίνδυνο. Οι Αθηναίοι καθόρισαν ποιες πόλεις θα συνεισέφεραν χρήματα και ποιες πλοία και ανέθεσαν στον δίκαιο Αριστείδη να ορίσει πόση εισφορά έπρεπε να καταβάλλει ετησίως η κάθε πόλη. Το σύνολο του φόρου ορίστηκε σε 460 τάλαντα και ταμείο της συμμαχίας η Δήλος. Οι νίκες του Κίμωνος κατά ξηρά και θάλασσα εναντίον των Περσών, η σταδιακή παραίτηση αρκετών συμμαχικών πόλεων από την παροχή πλοίων και αντ' αυτών η καταβολή φόρου, η αποστασία συμμάχων των Αθηναίων (Νάξος, Θάσος), η μεταφορά του συμμαχικού ταμείου από τη Δήλο στην Ακρόπολη (454/3 π.Χ.), η οικοδόμηση των μακρών τειχών, και η αύξηση της δύναμης των Αθηνών οδήγησαν σταδιακά στη μετατροπή της συμμαχίας σε ηγεμονία των Αθηναίων. Απέναντι στους ανυπάκουους συμμάχους οι Αθηναίοι υιοθέτησαν σκληρή στάση. Η αντιμετώπιση της αποστασίας της Εύβοιας (445 π.Χ.) και ο πόλεμος εναντίον της Σάμου (440-439 π.Χ.) -και στις δύο επιχειρήσεις επικεφαλής στρατηγός ήταν ο Ολύμπιος Περικλής-, συνιστούν ικανά παραδείγματα.

Ο Περικλής στηριζόμενος στη δύναμη και τον πλούτο των Αθηνών, αλλά και στα χρήματα του φόρου των συμμάχων κατάρτισε μεγαλόπνοο οικοδομικό πρόγραμμα. Μεγάλο μέρος της πόλεως και κυρίως οι ναοί και τα δημόσια κτήρια είχαν καταστραφεί από τους Πέρσες και τώρα υπήρχε η δυνατότητα να κτισθούν νέα οικοδομήματα που θα αντανακλούσαν την ισχύ των Αθηνών. Σε μια περίπου εικοσαετία οικοδομήθηκαν ο Παρθενών, τα Προπύλαια, ο ναός του Ηφαίστου, του Ιλισού, του Άρεως, του Σουνίου, το Τελεστήριο της Ελευσίνας και αρκετά άλλα δημόσια οικοδομήματα.

Το πρόγραμμα για την ανοικοδόμηση της Ακρόπολης σχεδιάστηκε από τον ίδιο τον Περικλή και την πολιτική και καλλιτεχνική ομάδα που τον περιστοίχιζε, αλλά σύμφωνα με τις δημοκρατικές διαδικασίες έπρεπε να περάσει από τον έλεγχο και την έγκριση των σχετικών σωμάτων της αθηναϊκής πολιτείας, δηλαδή από τη Βουλή και την Εκκλησία του δήμου, όπως συνέβαινε με όλα τα δημόσια έργα. Το πρόγραμμα αυτό είχε στόχο την κατασκευή τριών ναών προς τιμή των τριών υποστάσεων της προστάτιδας θεάς Αθηνάς (Πολιάς, Παρθένος, Νίκη), καθώς και ενός μνημειακού προπύλου και διήρκεσε με διακοπές, όλο το δεύτερο μισό του αιώνα.

Τα πρώτα έργα, ο Παρθενώνας (447-432 π.Χ.) και τα Προπύλαια (437-432 π.Χ.) κατασκευάστηκαν σε μικρό, σχετικά, χρονικό διάστημα και τα εγκαινίασε ο ίδιος ο Περικλής. Ο Παρθενώνας είναι κτήριο σχεδιασμένο κυρίως από την ιδιοφυΐα του Ικτίνου, ενώ η συμβολή του Καλλικράτη παραμένει ασαφής. Σημαντικός θα πρέπει να ήταν και ο ρόλος του Φειδία, φίλου του Περικλή, ο οποίος, παρόλο που ήταν γλύπτης, φαίνεται ότι επηρέασε τα σχέδιο του ναού, ο οποίος επρόκειτο να στεγάσει το δικό του χρυσοελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Ο Παρθενώνας, με τις αρμονικές αρχιτεκτονικές του αναλογίες, την εξαιρετική ποιότητα εργασίας και τον γλυπτό του διάκοσμο αποτέλεσε και αποτελεί όχι μόνο ένα ανυπέρβλητο σε σύλληψη και εκτέλεση κτήριο αλλά και το σύμβολο της αθηναϊκής δημοκρατίας. Οι τελευταίες έρευνες έδειξαν ότι στο βόρειο πτερό του ενσωματώθηκε ένας αρχαϊκός ναΐσκος που προϋπήρχε, ενώ στον ανατολικό τοίχο του σηκού είχαν ανοιχθεί παράθυρα -τα πρώτα σε αρχαίο ναό- για τον καλύτερο φωτισμό του εσωτερικού και τη βελτιωμένη θέαση του χρυσελεφάντινου αγάλματος.

Το σχέδιο των μνησίκλειων Προπυλαίων φαίνεται ότι υλοποιήθηκε μερικώς στη νότια πτέρυγα, ενώ στη βόρεια δημιουργήθηκε η λεγόμενη Πινακοθήκη, αίθουσα μάλλον για την αναψυχή επίσημων επισκεπτών του βράχου. Το κτήριο ουδέποτε αποπερατώθηκε, ίσως λόγω της έκρηξης του Πελοποννησιακού πολέμου.

Το Ερεχθείο (421-415 π.Χ. και 410-406 π.Χ.) και ο ναός της Αθηνάς Νίκης (426-421 π.Χ.) δημιουργήθηκαν με διακοπές κατά τα διαλείμματα του Πελοποννησιακού πολέμου. Το πρώτο εμφανίζει ιδιότυπο σχήμα με τρεις προστάσεις, τέσσερις διαφορετικές όψεις και διηρημένο εσωτερικό, γιατί σε αυτό συγκεντρώθηκε η λατρεία διαφόρων θεών, ηρώων και βασιλέων της αθηναϊκής μυθικής παράδοσης. Μετακινήθηκε βορειότερα του παλαιότερου κατεστραμμένου ναού, του οποίου αποτελεί διάδοχο, μάλλον για να αφήσει ελεύθερο τον κεντρικό χώρο του βράχου, που ήταν αναγκαίος για τη συγκέντρωση των χιλιάδων Αθηναίων κατά τη διάρκεια της μεγάλης εκατόμβης στο τέλος της γιορτής των Παναθηναίων. Ταυτόχρονα, ο πύργος του μυκηναϊκού τείχους, πάνω στον οποίο στέκεται ο ναός της Αθηνάς Νίκης, επενδύθηκε με ισόδομη τοιχοποιΐα, αλλά στη βάση του αφέθηκε ένα άνοιγμα θέασης του κυκλώπειου τείχους, που ήταν μάρτυρας του μυθικού παρελθόντος της πόλης. Σύμφωνα με μια τελευταία θεωρία, είναι πιθανόν στην κορυφή του πύργου να είχαν κρεμαστεί εν είδει τροπαίου οι ασπίδες των Λακεδαιμονίων αιχμαλώτων από τη μάχη της Σφακτηρίας (426 π.Χ.), τις οποίες οι Αθηναίοι επιδείκνυαν με μεγάλη υπερηφάνεια.

Ο γλυπτός διάκοσμος που στόλιζε τα οικοδομήματα αυτά στα αετώματα, στις μετόπες και στις ζωφόρους (Παρθενών: γέννηση Αθηνάς, διαμάχη Αθηνάς και Ποσειδώνα, Αμαζονομαχία, Κενταυρομαχία, Γιγαντομαχία, Άλωση της Τροίας, πομπή Παναθηναίων. Ερέχθειο: μύθοι παλαιών βασιλέων και ηρώων της Αθήνας. Ναός Αθηνάς Νίκης: μάχες Ελλήνων με Τρώες ή Αθηναίων με Πέρσες) είχε σαφέστατα πολιτικά μηνύματα, με στόχο αφενός να καταδείξει την αυτοχθονία των Αθηναίων και αφετέρου να εξάρει τον ρόλο τους στις νίκες εναντίον μυθικών και ιστορικών εχθρών, για να τεκμηριώσει το δικαίωμά τους στην πανελλήνια ηγεμονία.

Στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης κατά την ίδια περίοδο κτίζεται το δεύτερο θέατρο του Διονύσου, καθώς και το Ωδείο του Περικλέους, μια κλειστή αίθουσα 4.000 τ.μ., ασφαλώς το πρώτο " μέγαρο μουσικής" στην ιστορία. Το 421/0 π.Χ. ιδρύεται στην ίδια κλιτύ από έναν ιδιώτη το ιερό του Ασκληπιού, ενώ στην περιοχή του Ιλισού οικοδομείται επίσης λίγο μετά τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. (445-435 π.Χ.) ο πρώτος ιωνικός ναός στην κυρίως Ελλάδα, ο ναός της Αρτέμιδος Αγροτέρας. Είχε ομοιότητες με τον λίγο μεταγενέστερο ναό της Αθηνάς Νίκης στην Ακρόπολη και σωζόταν ως εκκλησία μέχρι το 1778, οπότε και διαλύθηκε από τους Τούρκους, με αποτέλεσμα σήμερα να μην διατηρούνται παρά ελάχιστα τμήματα των θεμελίων του.

Κατά τη διάρκεια του β' τέταρτου του 5ου αι. π.Χ. δόθηκε από την αθηναϊκή πολιτεία με πρωτοβουλία του Κίμωνα ιδιαίτερη μέριμνα στην κατεστραμμένη από τους Πέρσες Αγορά, όπου οι ανάγκες λειτουργίας του πολιτεύματος απαιτούσαν ανακατασκευές παλιών κτηρίων και δημιουργία νέων. Έτσι, ανακατασκευάζεται η Βασίλειος στοά και το παλαιό Βουλευτήριο, ενώ οικοδομούνται για πρώτη φορά η Θόλος, έδρα των Πρυτάνεων, του κυρίως σώματος της εκτελεστικής εξουσίας στην πόλη, και η Ποικίλη στοά, που σύμφωνα με άλλη ερμηνεία θα μπορούσε να είναι η Στοά των Ερμών. Στα μέσα του αιώνα κτίζεται δίπλα στην Αγορά ο ναός του Ηφαίστου (το λεγόμενο Θησείο), ενώ στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα χρονολογούνται το νέο Βουλευτήριο, η στοά του Διός, η λεγόμενη Νότια στοά Ι και το νομισματοκοπείο.

Η ακμή και η υπέρμετρη αύξηση της ισχύος των Αθηνών ανέτρεψε την ισορροπία δυνάμεων και ανάγκασε την Σπάρτη να διεξαγάγει τον πόλεμο εναντίον της (Πελοποννησιακός πόλεμος) ο οποίος έληξε με την ήττα των Αθηναίων. Η δημοκρατία ανετράπη και με την στήριξη των Λακεδαιμονίων εγκαταστάθηκε το τυραννικό καθεστώς των Τριάκοντα (θέρος 404-Σεπτέμβριος 403 π.Χ.). Η πολιτεία τους υπήρξε βίαιη και διεφθαρμένη, φόνευσαν και δήμευσαν την περιουσία πολλών. Μερικοί δημοκρατικοί φυγάδες που είχαν καταφύγει στην Θήβα με επικεφαλής τον Θρασύβουλο κατέλαβαν το φρούριο της Φυλής στην Πάρνηθα και ορμώμενοι από εκεί επέδραμαν εναντίον των τυράννων. Οι επιτυχίες αύξησαν τη δύναμή τους και προχώρησαν στην κατάληψη της Μουνιχίας στον Πειραιά. Οι συγκρούσεις εντάθηκαν και οι ολιγαρχικοί ζήτησαν την βοήθεια των Λακεδαιμονίων. Έσπευσαν με δυνάμεις και ο Λύσανδρος και ο βασιλιάς Άγις, ο οποίος όμως εμμέσως στράφηκε προς τους δημοκρατικούς. Με την μεσολάβηση των Λακεδαιμονίων οι δύο πλευρές συμφιλιώθηκαν, ορκίστηκαν ότι δεν θα μνησικακήσουν και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε. Τότε έγινε και μία σημαντική αλλαγή. Με πρόταση του ρήτορα Αρχίνου, ενός από τους ήρωες της Φυλής, που απέδωσαν την κυριαρχία στον δήμο, η εκκλησία ψήφισε την επίσημη χρήση του Ιωνικού αλφαβήτου αντί του παλαιού Αττικού, επισφραγίζοντας έτσι την κατάληξη μιας διαδικασίας που είχε αρχίσει από πολύ καιρό πριν.

Δύο πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα ρίχνουν νέο φως σε επεισόδια της αθηναϊκής ιστορίας της εποχής: το πρώτο είναι η ανασκαφή στη γωνία των οδών Πειραιώς και Ιεράς μια ομαδικής άτακτης ταφής 180 περίπου ατόμων η οποία αποδόθηκε στους νεκρούς του λοιμού του Πελοποννησιακού πολέμου -εξέταση του DNA των νεκρών απέδειξε ότι η ασθένεια που κρυβόταν πίσω από τη λέξη λοιμός ήταν πιθανότατα ο τυφοειδής πυρετός. Το δεύτερο είναι η αποκάλυψη τμημάτων ενός πολυανδρίου, δηλαδή ενός δημόσιου ταφικού οικοδομήματος στην οδό Σαλαμίνος 35, το οποίο αποδόθηκε σε Αθηναίους πεσόντες σε κάποια από τις μάχες της δεκαετίας 430-420 π.Χ.

Το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου με τους επαχθείς όρους της ειρήνης, καθώς και η ολιγόμηνη τυραννία των Τριάκοντα άφησαν την Αθήνα λαβωμένη. Παρόλα αυτά, γύρω στο 400 π.Χ. κτίζεται στον Κεραμεικό, ανάμεσα στο Δίπυλο και την Ιερά πύλη, ένα μεγάλο δημόσιο οικοδόμημα πολλαπλών χρήσεων, το Πομπείο. Αυτό λειτουργούσε ως γυμνάσιο και ταυτόχρονα εξυπηρετούσε την οργάνωση και φύλαξη των ιερών αντικειμένων της πομπής των Παναθηναίων. Επίσης, διέθετε και χώρους για την επίσημη εστίαση των προσκεκλημένων της πόλης με τα σφάγια της θυσίας, μετά το τέλος της μεγάλης γιορτής.

Στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. η Σπάρτη επιχειρεί να κυριαρχήσει στην Μ. Ασία και συγκρούεται με την Περσία. Στην κυρίως Ελλάδα η αντίθεση στην σπαρτιατική ηγεμονία, με την υποκίνηση των Περσών, διογκούται και ξεσπά (395/4 π.Χ) ο λεγόμενος Κορινθιακός πόλεμος. Το 394 π.Χ. οι Λακεδαιμόνιοι ηττώνται στην ναυμαχία της Κνίδου από τον περσικό στόλο που είχε επικεφαλής τον Αθηναίο Κόνωνα. Αμέσως μετά ο Κόνων έπλευσε στην Αθήνα. Με την βοήθεια των πληρωμάτων και μερικών ξένων πόλεων, κυρίως των Θηβών, και με χρήματα εν μέρει περσικά ανοικοδόμησε τα τείχη της πόλεως, τα οποία είχαν κατεδαφισθεί στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου. Παράλληλα, κτίζουν στην Ακρόπολη τη Χαλκοθήκη, ένα κτήριο για τη στέγαση των μετάλλινων αναθημάτων του ιερού. Η συνέχιση του Κορινθιακού πολέμου με αυξομειούμενη ένταση οδήγησε την Σπάρτη παρά τις επιτυχίες να επιδιώξει την ειρήνη. Την κατάπαυση του πολέμου επιθυμούσαν και πολλοί από τους αντιπάλους της. Η Περσία με την υποκίνηση της Σπάρτης άδραξε την ευκαιρία να παρέμβει ευθέως στα ελληνικά πράγματα. Η Ανταλκίδειος ειρήνη (387/6 π.Χ.), από το όνομα του Σπαρτιάτη που υπέβαλε τις προτάσεις ειρήνης στους Πέρσες, επέβαλε στους Έλληνες την θέληση του μεγάλου βασιλέως. Οι ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας και η Κύπρος θα ανήκαν στην κυριαρχία του, ενώ ανεγνώριζε την αυτονομία των άλλων ελληνικών πόλεων, μικρών και μεγάλων, και το δικαίωμα των Αθηναίων στα νησιά Λήμνο, Ίμβρο και Σκύρο, που ανέκαθεν κατείχαν. Η ειρήνη εξασφάλιζε τα συμφέροντα της Σπάρτης και της επέτρεπε να παρεμβαίνει κατά το δοκούν, για να επιβάλλει την αυτονομία των πόλεων.

Λίγα χρόνια αργότερα (378/7 π.Χ.) οι Αθηναίοι αντέδρασαν με την ίδρυση της Β' Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η νέα συμμαχία ιδρύθηκε με ψήφισμα της πόλεως και έθετε ως στόχο την απαλλαγή των Ελλήνων από τις ηγεμονικές βλέψεις των Λακεδαιμονίων, εκ παραλλήλου ανεγνώριζε την κυριαρχία των Περσών επί των ελληνικών πόλεων της Μ. Ασίας. Είχε καθαρώς αμυντικό χαρακτήρα και σε αντίθεση με την συμμαχία του 5ου αι. π.Χ. εξασφάλιζε τα μέλη της από τον κίνδυνο να μετατραπεί σε αθηναϊκή ηγεμονία. Επέτρεπε σε κάθε πόλη σύμμαχο να είναι ελεύθερη και αυτόνομη έχοντας το πολίτευμα που επιθυμούσε και απαγόρευε την εγκατάσταση αθηναϊκής φρουράς και άρχοντα. Στην συμμαχία συμμετείχαν αρκετές ισχυρές πόλεις, η Χίος, η Μυτιλήνη, η Μήθυμνα, η Ρόδος, πόλεις της Ευβοίας και της Θράκης, η Θήβα, ο τύραννος των Φερών Ιάσων και το κοινόν των Χαλκιδέων. Τον αριθμό των συμμάχων αύξησαν σημαντικά οι ναυτικές επιτυχίες των Αθηναίων στο Αιγαίο εναντίον των Λακεδαιμονίων.

Στο εσωτερικό η ανάπτυξη του αθηναϊκού εμπορίου και της βιοτεχνίας, η συστηματική εκμετάλλευση των μεταλλείων του Λαυρίου στηριζόμενη στους δούλους, η ανάπτυξη των τραπεζικών συναλλαγών, οδήγησαν στην συγκέντρωση του πλούτου κυρίως στα χέρια των εμπόρων. Προκάλεσαν όμως βαθμιαία και μία στροφή της στάσεως των πολιτών έναντι του κράτους, την συμμετοχή τους στα δημόσια πράγματα την αντιλαμβάνονταν στον βαθμό που το κράτος τους εξυπηρετούσε. Ο εκκλησιαστικός μισθός, η καθιέρωση δηλαδή αμοιβής για την συμμετοχή στις συνεδριάσεις της εκκλησίας του δήμου, που τότε άρχισε να ισχύει αντανακλά σαφώς την στάση αυτή. Εκεί κατέτεινε και η παροχή στους πολίτες μεριδίου από τα "θεωρικά", τα χρήματα δηλαδή που αρχικώς δίδονταν για την παρακολούθηση των θεατρικών παραστάσεων.

Η λειτουργία της αθηναϊκής δημοκρατίας υπήρξε απρόσκοπτη. Εμφανίσθηκαν νέοι πολιτικοί που συνέβαλαν στην διαμόρφωση της εξωτερικής, αλλά και της εσωτερικής πολιτικής των Αθηνών. Παλαιότερος ήταν ο Αγύρριος και ακολούθησαν ο Καλλίστρατος, ο Εύβουλος και ο Δημοσθένης. Τα στρατιωτικά πράγματα της πόλης, κατηύθυναν κυρίως ο Τιμόθεος, γιος του Κόνωνος, ο Ιφικράτης, ο Χαβρίας και ο Λάχης.

Στα χρόνια της θηβαϊκής ηγεμονίας (371-362 π.Χ.), η Αθήνα επιχειρεί στρατιωτικώς στο βόρειο και ανατολικό Αιγαίο. Καταλαμβάνει την Σάμο και εγκαθιστά κληρούχους, ενώ στην Άνδρο και στην Αμοργό, και ίσως και σε άλλα νησιά, φρουρές παρά την διακηρυγμένη αρχή της Β' Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η στάση της αυτή προς τους συμμάχους προκαλεί την εξέγερση των πόλεων της Κέας εναντίον της (363/2 π./Χ.) και αργότερα (357 π.Χ.) την αποστασία τριών ισχυρών συμμάχων της, της Χίου, της Κω και της Ρόδου. Τον ίδιο καιρό η νέα ανερχόμενη δύναμη, η Μακεδονία, με την ηγεσία του Φιλίππου δείχνει τις επεκτατικές διαθέσεις της εισβάλλοντας στην Χαλκιδική. Η αύξηση της δυνάμεως των Μακεδόνων και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Φιλίππου οδηγούν στην σύγκρουση με την Αθήνα. Στην Χαιρώνεια (338/7 π.Χ.) οι Αθηναίοι ηττήθηκαν κατά κράτος, έχασαν 1000 άνδρες, ενώ άλλους 2.000 αιχμαλώτισε ο Φίλιππος, απώλειες πολύ μεγάλες για μια πόλη που αριθμούσε περίπου 30.000 ενήλικους πολίτες.

Ωστόσο, η ήττα δεν παρέλυσε την ενεργητικότητα της πόλης. Οι Αθηναίοι πήραν αμέσως μέτρα για την οχύρωση της πόλης τους, όπως προκύπτει από ελλιπώς σωζόμενο ψήφισμα (πιθανόν του 338/7 π.Χ.) αναφερόμενο στην επισκευή των μακρών τειχών και του Πειραιά. Για την οχύρωση χρησιμοποίησαν ακόμα και ιδιωτικά ταφικά μνημεία από τον Κεραμεικό και συνέβαλαν με προσωπική εργασία οι πολίτες.

LAST_UPDATED2