Θεοδόσιος Β' (408-450) Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Παρασκευή, 07 Νοέμβριος 2008 18:37

Κατά τις δεκαετίες 410-450 εδραιώνεται η ανωτερότητα της Ανατολικής Αυτοκρατορίας που προσλαμβάνει σιγά σιγά τα χαρακτηριστικά της "βυζαντινής" της ταυτότητας: την πόλωση στην πρωτεύουσα, μόνιμο πλέον τόπο διαμονής του αυτοκράτορα, την επίδραση του χριστιανισμού και της ορθόδοξης εκκλησίας στον πολιτισμό και τις πολιτικές δομές, την υπεροχή της ελληνικής γλώσσας ως "γλώσσας πολιτισμού και γλώσσας του Κράτους", που δεν σβήνει ωστόσο την έντονη πολυμορφία. Η μακρά βασιλεία του Θεοδοσίου, που ήταν 7 ετών κατά την ανάρρησή του στο θρόνο, που ανατράφηκε με τα γράμματα και την ευσέβεια, σημαδεύεται από την επίδραση που ασκούν επάνω του καταρχήν, μέχρι το 414, ο έπαρχος του πραιτωρίου Ανθέμιος, έπειτα, μέχρι το 423, η μεγαλύτερη αδελφή του Πουλχερία, που στέφεται Αυγούστα το 414, μετά η σύζυγός του Ευδοκία, στη συνέχεια ο έπαρχος Κύρος ο Πανοπολίτης (429-431) και τέλος ο ευνούχος Χρυσάφιος. Η υπεροχή του πολιτικού περίγυρου του αυτοκράτορα της Ανατολής, της Αυλής και του Παλατίου έρχεται σε έντονη αντίθεση με την εξουσία που ασκούσε στη Δύση ο magister militum Αέτιος (423-454).

Η καλλιέργεια του ηγεμόνα και της οικογένειάς του -η σύζυγός του Αθηναΐς, που όταν βαφτίζεται χριστιανή παίρνει το όνομα Ευδοκία, ήταν κόρη ενός σπουδαίου σοφιστή των Αθηνών- έπαιξε βέβαια σημαντικό ρόλο ως προς την ίδρυση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης (425) και τη σύνταξη του Θεοδοσιανού Κώδικα (429-437). Η έντονη θρησκευτικότητα όμως της αυγούστας Πουλχερίας όχι μόνον επιβάλλει τον ασκητισμό στην Αυλή αλλά συμπίπτει και με την παρόξυνση των θρησκευτικών παθών που απειλούν την εσωτερική ειρήνη. Μαρτυρούν σχετικά τα γεγονότα της Αλεξάνδρειας, που τα ευνόησε η αδιάλλακτη στάση του πατριάρχη Κυρίλλου (412-444): η σφαγή χριστιανών στην οποία προέβησαν Εβραίοι, την ώρα που οι πρώτοι βρίσκονταν μαζεμένοι μπροστά σε μια φλεγόμενη εκκλησία, και στη συνέχεια η δολοφονία της φιλοσόφου Υπατίας από φανατικούς χριστιανούς (415) που τη λιθοβόλησαν και έκαψαν το πτώμα της, αφού πρώτα το είχαν κομματιάσει. Οι έριδες περί της φύσεως του Χριστού κυριαρχούν σε ολόκληρη αυτή την περίοδο: μετά τη θυελλώδη πρώτη σύνοδο της Εφέσου (431), που ορίζει ότι η Παρθένος είναι μητέρα του Θεού (Θεοτόκος), και άλλες ταραχώδεις ή αμφισβητούμενες συνόδους, όπως η δεύτερη σύνοδο της Εφέσου (449), την οποία ο πάπας χαρακτήρισε ως "ληστρική", συγκαλείται η σύνοδος της Χαλκηδόνος (451) που προβαίνει σε μια ουσιαστική, αλλά και με βαριές συνέπειες, διατύπωση του θεολογικού δόγματος.

Η απουσία προβλημάτων διαδοχής, αντίθετα, ευνοεί τη συνέχεια του κράτους. Η ασφάλεια ενισχύεται με μεγάλα έργα, όπως το Θεοδοσιανό τείχος της Κωνσταντινούπολης που ολοκληρώθηκε το 413 και η ανακαίνιση του limes των Βαλκανίων, ή με μέτρα όπως ο επανεξοπλισμός του στόλου στον Δούναβη. Οι σχέσεις με την Περσία, η οποία δεχόταν και την απειλή των Ούννων, παραμένουν ειρηνικές, αν εξαιρέσουμε τη σύντομη σύγκρουση του 421 (πολιορκία της Νίσιβης από τους Βυζαντινούς και της Θεοδοσιούπολης από τους Πέρσες) ή εκείνη του 441, την οποία επακολούθησε, όπως και παλαιότερα, ανανέωση των συμφωνιών.

Η ηρεμία στα ανατολικά σύνορα επιτρέπει επανειλημμένες παρεμβάσεις για την άμυνα της Δύσης: 4.000 άνδρες αποστέλλονται το 410 σε βοήθεια του Ονωρίου, που είχε καταφύγει στη Ραβένα. Το 424-425 ο Αλανός Αρδαβούριος και ο γιος του Άσπαρ θέτουν τέλος στη δράση του σφετεριστή Ιωάννη και βοηθούν να εξασφαλιστεί η διαδοχή του Ονωρίου στο πρόσωπο του ανεψιού του Βαλεντιανού Γ', που είχε καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τη μητέρα του Γάλλα Πλακιδία. Την εκδήλωση αυτή της αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της δυναστείας την επισφραγίζει ο γάμος του νέου αυτοκράτορα της Δύσης με την κόρη του Θεοδοσίου και της Ευδοκίας, την Ευδοξία τη νεότερη. Τα νομίσματα που κόπηκαν τότε στα νομισματοκοπεία του ανατολικού και του δυτικού τμήματος της αυτοκρατορίας υμνούν αυτήν την ένωση παριστάνοντας στο οπισθότυπο τους δύο ηγεμόνες να κάθονται στον ίδιο θρόνο και να κρατούν μαζί τη σταυροφόρο σφαίρα, σύμβολο του ρωμαϊκού ιδεώδους της παγκόσμιας κυριαρχίας, και φέροντας την επιγραφή SALVS REI PUBLICAE.

Όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα στην Αφρική, δεν πρόκειται για κούφια λόγια. Στην επαρχία της Αφρικής είχαν εισβάλλει το 429 οι Βάνδαλοι, εγκαταλείποντας το νότιο τμήμα της Ισπανίας, όπου είχαν εγκατασταθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια, με την ευκαιρία της σύγκρουσης που είχε ο κόμης της Αφρικής Βονιφάτιος με την αυλή της Ραβένας. Οι ανατολικές ενισχύσεις που καταφθάνουν με στόλο υπό την ηγεσία του Άσπαρος δεν βοηθούν αποτελεσματικά τα πράγματα αλλά καταφέρνουν να συγκρατήσουν για λίγο καιρό τους εισβολείς, στους οποίους η συνθήκη του 435 παραχωρεί τη Νουμίδια και τη Μαυριτανία. Η άλωση όμως της Καρχηδόνας το 439 από τον Γιζέριχο στερεί την αυτοκρατορική Ιταλία από την πιο πλούσια επαρχία της και τη Ρώμη από την πηγή εφοδιασμού της σε τρόφιμα, ενώ ο στόλος της Αφρικής που τον ελέγχουν οι Βάνδαλοι κάνει καταστροφικές επιδρομές στη Σικελία ήδη από το 440 και την ερημώνει. Η εκ θαλάσσης απειλή λαμβάνεται σοβαρά υπόψη (με αυτή την ευκαιρία ολοκληρώνονται τα θαλάσσια τείχη της Κωνσταντινούπολης) και οργανώνεται η αντεπίθεση: το 441 ο magister militum Αρεόβινδος συγκεντρώνει στρατεύματα στη Σικελία για να εκστρατεύσει, από κοινού με τις δυνάμεις του Αετίου, εναντίον των Βανδάλων. Ως συνήθως απογυμνώνεται ένα μέτωπο για την υπεράσπιση ενός άλλου, εν προκειμένω του Δούναβη υπέρ της Αφρικής.

Οι Ούννοι όμως, που είχαν εισβάλλει κατά τα τέλη του 4ου αι. στην περιοχή βορείως του Δούναβη, φτάνουν μέχρι τη συνοριακή γραμμή στις αρχές του 5ου αι. και ελέγχουν πλέον τους λαούς της περιοχής (Γότθους, Έρουλους κ.α.). Η απειλή εκ μέρους αυτών των νομάδων, που διέθεταν πολιτική οργάνωση και υποστήριξη των μονίμως πλέον εγκατεστημένων υπηκόων τους, είχε ήδη γίνει αισθητή κατά τον περσικό πόλεμο του 422 και στη συνέχεια με την αποστολή των στρατευμάτων στην Αφρική. Το 434 ο Ούννος αρχηγός Ρούας (στον οποίο ο Αέτιος είχε παραχωρήσει τις επαρχίες της Σαβίας και της Βαλερίας) εκμεταλλεύεται την αποδυνάμωση του ρωμαϊκού στρατού για να διαπραγματευτεί την υποχώρησή του στη Θράκη έναντι ποσού 350 λιτρών χρυσού (250.000 σολίδους) και το 439, τη στιγμή που ο στόλος ετοιμάζεται να αποπλεύσει, πετυχαίνει να λάβει τα διπλάσια. Παρά τη συμφωνία, οι Ούννοι λεηλατούν τη Θράκη το 442 αλλά στη συνέχεια αποσύρονται, γιατί, μπροστά στη σοβαρότητα της κατάστασης, ανακαλούνται τα στρατεύματα από τη Σικελία. Η αυτοκρατορία αναστέλλει για λίγο την καταβολή του ετήσιου συμφωνημένου φόρου, αλλά ο Αττίλας, ανεψιός του Ρούα και διάδοχός του, εκμεταλλεύεται την αναστάτωση που προκαλούν απανωτές φυσικές καταστροφές (σεισμός, επιδημία, λιμός) για να εισβάλει ξανά στη Θράκη το 447 και επιβάλλει να του καταβληθούν οι καθυστερούμενες οφειλές (6.000 λίτρες χρυσού) αλλά και τριπλάσιος ετήσιος φόρος (2.100 λίτρες) καθώς και τη δημιουργία ουδέτερης ζώνης, βάθους πορείας 5 ημερών, νοτίως του Δούναβη, ανάμεσα στη Σιγγιδόνα (Βελιγράδι) και τις Νόβες (Novae). Ο χρυσός αντικαθιστούσε ό,τι δεν μπορούσαν να πετύχουν τα όπλα σε μια συγκυρία που η αυτοκρατορία φοβάται τους Πέρσες, οι οποίοι ετοιμάζουν πόλεμο, τους Βανδάλους, οι οποίοι απειλούν τις ακτές, τις ληστρικές καταδρομές των Ισαύρων, τις επιδρομές των Σαρακηνών στην Ανατολή και στον νότο τις ενωμένες δυνάμεις των "αιθιοπικών φυλών".

Ο Θεοδόσιος πεθαίνει ξαφνικά στις 28 Ιουλίου 450, χωρίς να έχει αρσενικό κληρονόμο.

 

LAST_UPDATED2