Η Εκκλησία απέναντι στη στρατιωτική υπηρεσία Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Παρασκευή, 19 Δεκέμβριος 2008 13:37

Τη θέση του στρατιώτη μέσα στη χριστιανική κοινότητα την ορίζει μία κανονική επιστολή του Βασιλείου Καισαρείας προς τον Αμφίλοχο του Ικονίου, που ανάγεται στο 374:

"Τις δολοφονίες που διαπράττονται στους πολέμους οι πατέρες μας δεν τις θεώρησαν δολοφονίες, συγχωρώντας, κατά την άποψη μου, όσους μάχονται για τα χρηστά ήθη και την ευσέβεια. Ίσως όμως είναι καλό να τους συμβουλεύεις, εφόσον τα χέρια τους δεν είναι καθαρά, να απέχουν από τη θεία κοινωνία για τρία χρόνια.".

Η αναφορά στους "πατέρες" γεννά ερωτήματα. Η προγενέστερη χριστιανική παράδοση καταδικάζει δριμύτατα τον φόνο που διαπράττεται για οποιονδήποτε, κακό ή καλό, λόγο. Η αμφισημία που δηλώνει ο Βασίλειος απέναντι στους "δολοφόνους" στρατιώτες συνδέεται με αυτή την παράδοση και τον οδηγεί, όπως διαπιστώνουν οι συντάκτες κανόνων του Μεσαίωνα, κατευθείαν σε αδιέξοδο: "Έτσι οι στρατιώτες κινδυνεύουν να μη λαμβάνουν ποτέ τη θεία κοινωνία, ιδίως οι πιο άξιοι, που επιδεικνύουν ιδιαίτερη ανδρεία", εφόσον δεν μπορούν να πάψουν για τρία χρόνια να ασκούν το επάγγελμα τους. Οι σύγχρονοι του Βασιλείου έβλεπαν το δίχως άλλο και αυτοί πως η "συμβουλή" του ήταν ανεφάρμοστη, αλλά στο θεολογικό επίπεδο δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί.

Σπάνιες είναι οι πληροφορίες για την παρουσία της Εκκλησίας στα στρατόπεδα. Ο Βεγέτιος (περί το 386) παραθέτει τον όρκο που έδιναν οι στρατιώτες επικαλούμενοι "τον Θεό, τον Χριστό, το Άγιο Πνεύμα και τη μεγαλειότητα του, τον αυτοκράτορα" και εξομοιώνοντας τον αυτοκράτορα με τον"«παρόντα και ενσαρκωμένο Θεό". Είναι η μόνη μνεία περί χριστιανικής θρησκείας, προσαρμοσμένης για τις ανάγκες του στρατού, σε αυτό το στρατιωτικό εγχειρίδιο. Επιγραφές και πάπυροι του 5ου και του 6ου αιώνα μιλούν για παρουσία κληρικών, διακόνων και ιερέων, στις στρατιωτικές μονάδες. Όταν επέτρεπαν στους στρατιώτες να μεταλάβουν των αχράντων μυστηρίων, οι ιερείς αυτοί δεν λάμβαναν ασφαλώς υπόψη τη συμβουλή του Μεγάλου Βασιλείου, πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι κανένα κείμενο της γραμματείας δεν μας περιγράφει αυτή την πλευρά της δράσης τους. Το Στρατηγικόν αναφέρει τους ιερείς μόνον όταν αναφέρεται στην προσευχή που γίνεται στο στρατόπεδο πριν από τη μάχη: η προσευχή έκλεινε με την τριπλή εκφώνηση της φράσης nobiscum Deus "για να τους φέρει τύχη" (διά το αίσιον). Το ίδιο κείμενο διαπιστώνει, με αξιοπρόσεκτο πραγματισμό, ότι η μάχη κερδίζεται όχι χάρη στο πλήθος των ανδρών ή την απερίσκεπτη ανδρεία, "αλλά, με τη βοήθεια του Θεού, χάρη στην τέχνη του στρατηγού και χάρη τον επαγγελματισμό των στρατιωτών".

Αυτό το πνεύμα πραγματισμού δεν πρέπει να αποκρύπτει την υφέρπουσα ένταση. Όταν ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος απαγορεύει δια νόμου να περνάει κανείς από ένα κρατικό λειτούργημα στην υπηρεσία της Εκκλησίας, ο πάπας Γρηγόριος ο Μέγας του γράφει για να αμφισβητήσει το μέτρο. Δέχεται την εφαρμογή του στην περίπτωση των υπαλλήλων που θέλουν να ενταχθούν στον κοσμικό κλήρο, ή και στην περίπτωση των δημόσιων διαχειριστών που αναζητούν καταφύγιο σε κάποια μονή, αλλά είναι καθ' όλα ανυποχώρητος όταν πρόκειται για στρατιώτες που θέλουν και αυτοί να γίνουν μοναχοί. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να σώσουν την ψυχή τους σε αυτή την ζωή, αλλά αυτό δεν ισχύει για τους στρατιώτες, και η "μεταστροφή" στον μοναχισμό είναι η μόνη οδός σωτηρίας στην περίπτωση τους.

Ο πόλεμος εναντίον της Περσίας, κυρίως μετά την απώλεια των Ιεροσολύμων και του Τιμίου Σταυρού, παίρνει τη μορφή θρησκευτικού πολέμου, που ενσυνείδητα προβάλλει ο Ηράκλειος. Αν όμως ο αυτοκράτορας έχει δικαίωμα στα ιερά σκεύη και τις ευχές της Εκκλησίας αλλά και στη δόξα του υπερασπιστή της πίστης, οι στρατιώτες του δεν βλέπουμε να επωφελούνται αναλόγως, αφού κανείς δεν γίνεται άγιος συμμετέχοντας στον ιερό πόλεμο. Μια στρατιωτική πραγματεία, σύγχρονη ίσως του περσικού πολέμου, προτείνει στον στρατηγό μερικά υποδείγματα λόγων για να παροτρύνει τους στρατιώτες να πολεμήσουν. Ο συγγραφέας της προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το Ευαγγέλιο, αποδίδοντας στα λόγια του Χριστού για την αγάπη προς τον πλησίον το νόημα της υπεράσπισης του πλησίον με τα όπλα, και προσθέτει με σπάνια διαύγεια πνεύματος: "Αν υποθέσουμε πάλι ότι δεν πρέπει να ερμηνεύουμε έτσι τον θείο νόμο, εφόσον, όταν ο Πέτρος τράβηξε το ξίφος για να τον υπερασπιστεί, ο Χριστός τού απαγόρευσε να το χρησιμοποιήσει (Ματθ., 26, 52), τότε ας παρερμηνεύουμε το κείμενο για χάρη της δημόσιας ωφέλειας και λόγω της επείγουσας κατάστασης". Παρερμηνεύοντας λοιπόν τις Γραφές και παραβιάζοντας τη χριστιανική τους συνείδηση, αντιμετωπίζουν οι στρατιώτες της αυτοκρατορίας τους ’ραβες, φορείς της ιδεολογίας περί τζιχάντ (ιερού πολέμου).

LAST_UPDATED2