Καπετάν Κώτας |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator |
Παρασκευή, 07 Νοέμβριος 2008 20:02 |
Παντρεύτηκε τη συγχωριανή του Ζωή Σφέτκου με την οποία έκανε 8 παιδιά. Νέος ακόμη συμμετέχει σε ένοπλα σώματα των χριστιανών χωρικών, τους φαχρήδες. Ήταν ένα σώμα πολιτοφυλακής το οποίο είχε εγκαινιάσει ο βαλής του Μοναστηρίου Χαλίλ Ριφαάτ τη δεκαετία 1880-1890, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη ληστρική δραστηριότητα. Την τριετία 1893-1896 διατελεί πρόεδρος της κοινότητας του χωριού και την περίοδο αυτή έρχεται σε σύγκρουση με τον τουρκαλβανό μπέη Κασήμ αγά ο οποίος είχε στην κυριότητά του το ένα από τα δύο πανδοχεία του χωριού, το άλλο ανήκει στην κοινότητα. Γύρω στα τέλη του 1897, ο Κώτας πρέπει να εγκατέλειψε το χωριό του και κατέφυγε στις ορεινές περιοχές των Κορεστίων, αποφασισμένος να βοηθήσει τους καταπιεσμένους από τους Τούρκους και Αλβανούς συμπατριώτες του. Το πρώτο το σώμα αποτελείται από τους:
Η απόφαση θανάτωσης Τούρκων ή Αλβανών που καταπιέζουν τον ντόπιο πληθυσμό είναι απόφαση της ΕΜΕΟ η οποία με αυτόν τον τρόπο θέλει να αποδείξει ότι βρίσκεται κοντά και εργάζεται για την προστασία του καταπιεσμένου Μακεδονικού πληθυσμού. Την περίοδο αυτή θα πρέπει να αναδιοργάνωσε το σώμα του με τους:
Τον Αύγουστο 1900 ο Μάρκος καταφεύγει στην περιοχή της Φλώρινας και ζητάει από τον Κώτα να τον βοηθήσει στη διάβασή του από τα χωριά του κάμπου. Ο Κώτας φαίνεται ότι στην αρχή έφερε αντιρρήσεις αλλά τελικά υποχώρησε. Όταν όμως έμαθε ότι ο Μάρκος στη διαμονή του στα χωριά της Φλώρινας σχεδίαζε να δολοφονήσει έναν Έλληνα πρόκριτο στο χωριό Πατέλι φαίνεται ότι αποφάσισε να έλθει σε ρήξη με το κομιτάτο. Το Σεπτέμβριο 1900 ο Κώτας οργανώνει τρίτο σώμα με τους:
![]() Τον Οκτώβριο ο Κώτας βρίσκεται στο Κονομπλάτι προσπαθώντας να αναδιοργανώσει το σώμα του. Ανάμεσα στα χωριά Στα τέλη του 1900, όταν πλέον έχει αναρρώσει από τα τραύματά του, δηλώνει ότι θέλει να συμμετάσχει στο σώμα του Πετρώφ. Ένα μήνα, όμως, αργότερα πληροφορημένος ότι το σώμα του Πετρώφ και του Κούζο Στεφάν βρίσκεται στο
Την εποχή αυτή αναλαμβάνει δάσκαλος στο Με την βοήθεια του Μπούζωφ τα τουρκικά αποσπάσματα κατόρθωσαν να συλλάβουν αρκετούς εξαρχικούς της οργάνωσης και να κατάσχουν οπλισμό. Στα μέσα Ιουλίου 1901, δύο από τους άνδρες του Κώτα, ο Γεώργης Γκέκας και ο Σπύρος Παρασκευαΐδης δολοφονούν χωρίς την έγκρισή του το γιο του Τζεμάλ μπέη. Αμέσως μετά ξεσπούν τα τουρκικά αντίποινα και όταν ο Κώτας μαθαίνει τα γεγονότα διώχνει τους δύο άντρες από το σώμα του και απαγορεύει στους χωρικούς να τους δίνουν άσυλο και τροφή. Οι δύο άντρες απαγάγουν το γιο του Κώτα, Δημήτριο, και απειλούν να τον σκοτώσουν αν δεν τους επανεντάξει στο σώμα. Ο Κώτας μένει άκαμπτος και αυτοί αναγκάζονται να ελευθερώσουν το παιδί. Οι δύο άντρες βρίσκουν καταφύγιο στο σώμα του Πετρώφ. Ο Τσακαλάρωφ όμως τους θεωρεί ύποπτους και σκοπεύει να τους σκοτώσει, προλαβαίνουν όμως να φύγουν και να γυρίσουν στο σώμα του Κώτα από τον οποίο γίνονται δεκτοί. Στα τέλη Μαϊου 1902, ο Κώτας είχε επιστρέψει από τις Πρέσπες στη Ρούλια, όπου σε σύντομο χρονικό διάστημα δέστηκε τουρκική επίθεση. Κατόρθωσε όμως να ξεφύγει στα βουνά. Στις αρχές Ιουλίου, ο Τσακαλάτωφ, έχοντας συγκεντρώσει 200 άντρες, επιτέθηκε στη Ρούλια κι έστησε προγεφύρωμα στις χαμηλότερες παρυφές του χωριού. Ο Κώτας όμως με 30 άντρες αντέταξε αποτελεσματική άμυνα στα ψηλότερα σημεία του χωριού. Στις επόμενες βδομάδες έγιναν πολλές απόπειρες εναντίον του. Στα τέλη Αυγούστου, οι Τσακαλάρωφ και Κλιάσεφ μπήκαν στα Κορέστια σε μια απόπειρα να χτυπήσουν τον Κώτα. Στη μάχη που ακολούθησε ο Τσακαλάρωφ υποχρεώθηκε να περάσει σε άμυνα. |
LAST_UPDATED2 |