Καπετάν Κώτας Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Παρασκευή, 07 Νοέμβριος 2008 20:02

Ο Κώτας γεννήθηκε στη Ρούλια γύρω στα 1860 και ασχολήθηκε με πολλά επαγγέλματα όπως αυτά του παντοπώλη, του υποδηματοποιού και του κηροπλάστη. Στον Κώτα αποδίδεται η ίδρυση του ξενώνα στη Ρούλια όπου οι έμποροι και οι άποροι τρέφονται και στεγάζονται δωρεάν και ενός παρόμοιου ιδρύματος στο μοναστήρι της Αγ. Τριάδος στο Πισοδέρι.

Παντρεύτηκε τη συγχωριανή του Ζωή Σφέτκου με την οποία έκανε 8 παιδιά.

Νέος ακόμη συμμετέχει σε ένοπλα σώματα των χριστιανών χωρικών, τους φαχρήδες. Ήταν ένα σώμα πολιτοφυλακής το οποίο είχε εγκαινιάσει ο βαλής του Μοναστηρίου Χαλίλ Ριφαάτ τη δεκαετία 1880-1890, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη ληστρική δραστηριότητα.

Την τριετία 1893-1896 διατελεί πρόεδρος της κοινότητας του χωριού και την περίοδο αυτή έρχεται σε σύγκρουση με τον τουρκαλβανό μπέη Κασήμ αγά ο οποίος είχε στην κυριότητά του το ένα από τα δύο πανδοχεία του χωριού, το άλλο ανήκει στην κοινότητα.

Γύρω στα τέλη του 1897, ο Κώτας πρέπει να εγκατέλειψε το χωριό του και κατέφυγε στις ορεινές περιοχές των Κορεστίων, αποφασισμένος να βοηθήσει τους καταπιεσμένους από τους Τούρκους και Αλβανούς συμπατριώτες του. Το πρώτο το σώμα αποτελείται από τους:

  1. Λάζο Τσολάκη
  2. Αθανάσιο Γιόρλη (από το Απόσκεπο)
  3. Νάκο (από το Σίστεβο)
  4. Αλέξη Νάστο (από το Στέροβο)
  5. Βασίλη Μπεκιάρη (από το Ζέλοβο)
  6. Σπύρο Παρασκευαΐδη (από τη Ράμπη)

Την εποχή αυτή θα πρέπει η βουλγαρική οργάνωση να προσέγγισε τον Κώτα προκειμένου να αντιμετωπισθεί από κοινού ο αγώνας κατά του τουρκικού ζυγού. Ο Κώτας ήλθε σε επαφή με τον Λ. Ποπτράικωφ και αυτός κατεύθυνε τις επιθέσεις του Κώτα εναντίον των Τούρκων μπέηδων. Στις 29 Ιουλίου 1898 κοντά στη Τύρσια συλλαμβάνει και σκοτώνει τον Τουρκαλβανό μπέη Νουρή καπετάν, ενώ την ίδια περίοδο σκοτώνει τον Τούρκο εισπράκτορα Ταχήρ. Την επομένη χρονιά στήνει ενέδρα στους μπέηδες Τζέλιο και Σιαμπάν Τσαούς και τους σκοτώνει. Το Πάσχα του 1900 εξολοθρεύει τον κυριότερο αντίπαλό του, τον Κασήμ Αγά.

Η απόφαση θανάτωσης Τούρκων ή Αλβανών που καταπιέζουν τον ντόπιο πληθυσμό είναι απόφαση της ΕΜΕΟ η οποία με αυτόν τον τρόπο θέλει να αποδείξει ότι βρίσκεται κοντά και εργάζεται για την προστασία του καταπιεσμένου Μακεδονικού πληθυσμού.

Την περίοδο αυτή θα πρέπει να αναδιοργάνωσε το σώμα του με τους:

  1. Μήτρο Βλάχο
  2. Χρήστο Σφέτκου
  3. Ιβάν Μπούτζωφ
  4. Νάκο
  5. Δεμίρη
  6. Βέλλιο
  7. Αλέξη Νάστο
και τον Ιούλιο 1900 σκοτώνει τον Αμπεντίν αγά, κοντά στη λίμνη της Καστοριάς.

Την εποχή αυτή θα πρέπει να δημιουργούνται τα πρώτα σύννεφα στις σχέσεις του Κώτα με το βουλγαρικό κομιτάτο. Αυτό του είχε αναθέσει την αρχηγία των Κορεστίων λόγω των ηγετικών του προσόντων και της έλλειψης άλλου ικανότερου άνδρα. Δεν έβλεπε όμως με καλό μάτι την αυξανόμενη δημοτικότητα του Κώτα ο οποίος ήταν αντίθετος σε κάθε είδους καταπίεση εναντίον του ντόπιου πληθυσμού. Τον Ιούλιο 1900 φθάνει στην Καστοριά ο Γεώργη Ιβανώφ ή Μάρκος, ο οποίος αναλαμβάνει τη γενική αρχηγία της περιοχής Καστοριάς και Φλώρινας. Ο Κώτας διατάζεται να συμμορφωθεί με τις εντολές του και αρχίζουν οι πρώτες προστριβές.

Τον Αύγουστο 1900 ο Μάρκος καταφεύγει στην περιοχή της Φλώρινας και ζητάει από τον Κώτα να τον βοηθήσει στη διάβασή του από τα χωριά του κάμπου. Ο Κώτας φαίνεται ότι στην αρχή έφερε αντιρρήσεις αλλά τελικά υποχώρησε. Όταν όμως έμαθε ότι ο Μάρκος στη διαμονή του στα χωριά της Φλώρινας σχεδίαζε να δολοφονήσει έναν Έλληνα πρόκριτο στο χωριό Πατέλι φαίνεται ότι αποφάσισε να έλθει σε ρήξη με το κομιτάτο.

Το Σεπτέμβριο 1900 ο Κώτας οργανώνει τρίτο σώμα με τους:

  1. Βέλλιο
  2. Ιβάντσο Μποτζώφ
  3. Νάκο
το σώμα κρύβεται προσωρινά στην περιοχή της Καστοριάς με τη βοήθεια του Λάζου Τσολάκη και μετά κατευθύνεται στο Κονομπλάτι και τη Ρούλια.

Τον Οκτώβριο ο Κώτας βρίσκεται στο Κονομπλάτι προσπαθώντας να αναδιοργανώσει το σώμα του. Ανάμεσα στα χωριά Μπάνιτσα και Γκορνίτσοβο δέχεται επίθεση από τον Βούλγαρο Τάνε. Ο Κώτας τραυματίζεται σοβαρά στην ωμοπλάτη αλλά καταφέρνει να διαφύγει και κατευθύνεται στη Ρούλια όπου νοσηλεύεται στο σπίτι του έμπιστου φίλου του Τραϊανού Κεσίνη από τους Καστοριανούς γιατρούς Μενέλαο Μπετρίνο και Κύρο Καραμπίνα. Ο Παβέλ Χρήστο, λίγο αργότερα, δήλωσε ότι η απόπειρα κατά του Κώτα έγινε χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος. Κατά τη διάρκεια της ανάρρωσής του και της απουσίας του από την περιοχή, η επαναστατική επιτροπή καταφέρνει να επανδρώσει νέα συμμορία στην περιοχή κάτω από τις διαταγές του Πετρώφ.

Στα τέλη του 1900, όταν πλέον έχει αναρρώσει από τα τραύματά του, δηλώνει ότι θέλει να συμμετάσχει στο σώμα του Πετρώφ. Ένα μήνα, όμως, αργότερα πληροφορημένος ότι το σώμα του Πετρώφ και του Κούζο Στεφάν βρίσκεται στο Νεστράμι εισβάλλει στο χωριό και περικυκλώνει το κατάλυμά τους. Η έλευση όμως της τουρκικής φρουράς του χωριού ματαιώνει τα σχέδιά του. Αμέσως μετά επανδρώνει νέο σώμα το οποίο αποτελείται από τους:

  1. Βέλλιο
  2. Ιβάντσο Μπούζωφ
  3. Γιώργη Γκέκα (από την Μπελίτσα της Αχρίδας)
  4. Σπύρο Παρασκευαΐδη

Την εποχή αυτή αναλαμβάνει δάσκαλος στο Σμάρδεσι ο Κλιάσεφ. Στην αρχή φαίνεται ότι προσπαθεί να έλθει σε συμβιβασμό με τον Κώτα. Η προσπάθεια αυτή ανατέθηκε στον Παπαφιλίππου ο οποίος συνάντησε τον Κώτα στη Ζουπάνιτσα. Πολύ γρήγορα όμως κατάλαβε ότι ο Κώτας έπρεπε να φύγει από τη μέση. Σε λίγο δολοφονείται ο Βέλλιος και ανατίθεται στον Ιβάν Μπούτζωφ αποστολή για τη μεταφορά όπλων από την Αθήνα με σκοπό να δολοφονηθεί κατά τη διαδρομή. Όταν αυτός έφθασε στη Λάρισα εμπιστεύθηκε τις ανησυχίες του σ' έναν Έλληνα, ο οποίος του συνέστησε να ειδοποιήσει τον πρόξενο της Τουρκίας, το οποίο και έκανε. Οι Τούρκοι τον μετέφεραν στο Μοναστήρι τον έντυσαν λοχία της χωροφυλακής και τον Αύγουστο του 1901 τον πήραν μαζί τους στις εξορμήσεις.

Με την βοήθεια του Μπούζωφ τα τουρκικά αποσπάσματα κατόρθωσαν να συλλάβουν αρκετούς εξαρχικούς της οργάνωσης και να κατάσχουν οπλισμό.

Στα μέσα Ιουλίου 1901, δύο από τους άνδρες του Κώτα, ο Γεώργης Γκέκας και ο Σπύρος Παρασκευαΐδης δολοφονούν χωρίς την έγκρισή του το γιο του Τζεμάλ μπέη. Αμέσως μετά ξεσπούν τα τουρκικά αντίποινα και όταν ο Κώτας μαθαίνει τα γεγονότα διώχνει τους δύο άντρες από το σώμα του και απαγορεύει στους χωρικούς να τους δίνουν άσυλο και τροφή. Οι δύο άντρες απαγάγουν το γιο του Κώτα, Δημήτριο, και απειλούν να τον σκοτώσουν αν δεν τους επανεντάξει στο σώμα. Ο Κώτας μένει άκαμπτος και αυτοί αναγκάζονται να ελευθερώσουν το παιδί. Οι δύο άντρες βρίσκουν καταφύγιο στο σώμα του Πετρώφ. Ο Τσακαλάρωφ όμως τους θεωρεί ύποπτους και σκοπεύει να τους σκοτώσει, προλαβαίνουν όμως να φύγουν και να γυρίσουν στο σώμα του Κώτα από τον οποίο γίνονται δεκτοί.

Στα τέλη Μαϊου 1902, ο Κώτας είχε επιστρέψει από τις Πρέσπες στη Ρούλια, όπου σε σύντομο χρονικό διάστημα δέστηκε τουρκική επίθεση. Κατόρθωσε όμως να ξεφύγει στα βουνά. Στις αρχές Ιουλίου, ο Τσακαλάτωφ, έχοντας συγκεντρώσει 200 άντρες, επιτέθηκε στη Ρούλια κι έστησε προγεφύρωμα στις χαμηλότερες παρυφές του χωριού. Ο Κώτας όμως με 30 άντρες αντέταξε αποτελεσματική άμυνα στα ψηλότερα σημεία του χωριού. Στις επόμενες βδομάδες έγιναν πολλές απόπειρες εναντίον του. Στα τέλη Αυγούστου, οι Τσακαλάρωφ και Κλιάσεφ μπήκαν στα Κορέστια σε μια απόπειρα να χτυπήσουν τον Κώτα. Στη μάχη που ακολούθησε ο Τσακαλάρωφ υποχρεώθηκε να περάσει σε άμυνα.

LAST_UPDATED2