Η αποστολή των δέκα (Ιούνιος 1903) Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Παρασκευή, 07 Νοέμβριος 2008 20:40

Μετά την επιστροφή του Πέρρου από την Μακεδονία οι Μελάς και Κωνσταντίνος Μαζαράκης αποφάσισαν να επανδρώσουν ένα σώμα και να το στείλουν στον μητροπολίτη Καραβαγγέλη. Το σώμα αυτό θα ετίθετο υπό τις διαταγές του καπετάν Βαγγέλη

Απευθύνθηκαν στον Βάρδα για την εξεύρεση συμπατριωτών του Κρητικών οι οποίοι θα επάνδρωναν την πρώτη αποστολή Ελλήνων στη Μακεδονία. Ο Βάρδας παρουσίασε κατάλογο ανδρών μεταξύ των οποίων υπήρχαν σίγουρα οι:

  1. Ευθύμιος Καούδης
  2. Γεώργιος Δικώνυμος-Μακρής
  3. Γιώργος Πέρρος ή Περάκης
  4. Λαμπρινός Βρανάς
  5. Γεώργιος Στρατινάκης
  6. Γεώργιος Σεϊμένης
  7. Ευστράτιος Μπονάτος
  8. Μανούσος Κατουνάτος
  9. Γιώργος Ζουρίδης
  10. Νικόλαος Λυκάκης
  11. Λ. Λαμπρινός ή Νικητάκης
  12. Ντράλκας
  13. Κούκος

Από αυτούς άλλοι αποκλείστηκαν και άλλοι δεν έφθασαν στην Μακεδονία, αρχικά επιλέχτηκαν 11 αλλά μόνο οι 10 πρώτοι έφθασαν στην Μακεδονία.

Τα έξοδα της πρώτης αποστολής είχαν αναλάβει προσωπικά οι Μαζαράκης, Μελάς και η δούκισσα Louise de Riancourt.

Ο Μαζαράκης ξεκίνησε από τον Πειραιά πριν την ομάδα συνοδεύοντας τα όπλα των δέκα μέχρι τα Τρίκαλα. Τα άφησε δε στο σπίτι του γιατρού Γάμου μέχρι να τα παραδώσει ένας υπηρέτης του στους αντάρτες. Στη συνέχεια ο Μαζαράκης έφθασε στη Καλαμπάκα στις 11/24 Ιουνίου για να περιμένει την ομάδα.

Οι δέκα παρέλαβαν τον οπλισμό τους στο χωριό Καστράκι. Ο Μακρής και ο Πέρρος συνέχισαν την πορεία τους άοπλοι (μόνο αυτοί είχαν εφοδιασθεί με διαβατήρια ζωεμπόρων για να περπατούν ελεύθερα στο δρόμο), τον οπλισμό τους μετέφεραν οι οδηγοί των υπολοίπων οι οποίοι τους ακολουθούσαν τη νύχτα.

Μετά από τέσσερις μέρες πορεία οι Μακρής και Πέρρος φθάνουν στη Καστοριά και συναντούν τον μητροπολίτη, ενώ οι υπόλοιποι αφού ταλαιπωρήθηκαν εξαιτίας της απειρίας των οδηγούν τους έφθασαν τελικά στο μοναστήρι Αγ. Νικολάου του Τσιριλόβου. Στη συνέχεια και οι δύο οδηγήθηκαν στο ίδιο μοναστήρι στο οποίο παρέμειναν τρεις μέρες.

Από εκεί τους παρέλαβε ο καπετάν Βαγγέλης το σώμα του οποίου αποτελείτο από δέκα άνδρες. Στη συνέχεια κατευθύνονται στο Λέχοβο όπου φθάνουν στις 23 Ιουνίου 1903.

Στα τέλη Ιουνίου ο Καραβαγγέλης αποφασίζει να κάνει μια περιοδεία στα χωριά των Καστανοχωρίων για την αναπτέρωση του ηθικού των κατοίκων. Για το λόγο αυτό ειδοποιεί τον Βαγγέλη να τον συναντήσει. Με την αναχώρησή του από την πόλη ο καϊμακάμης του δίνει για ασφάλεια συνοδεία 25 ανδρών υπό τις διαταγές του Αλβανού μπέη Ρουστέμπεη. Στις 29 Ιουνίου / 12 Ιουλίου, ημέρα των Αγίων Αποστόλων, συναντιόνται ο Μητροπολίτης με τη συνοδεία του και ο Βαγγέλης με την ομάδα του και τους 10 Κρητικούς στο Λέχοβο. Το πρωί λειτουργούν στην εκκλησία του χωριού και το βράδυ γίνεται μεγάλο γλέντι.

Από το Λέχοβο πηγαίνουν στο Στρέμπενο, το σλαβόφωνο χωριό του Καπετάν Βαγγέλη, και από εkεί αποφασίζουν να συνεχίσουν για Ζέλενιτς. Το Ζέλενιτς ήταν κεφαλοχώρι με μικτό πληθυσμό. Οι χριστιανοί κάτοικοι ήταν, κατά πλειοψηφία εξαρχικοί και είχαν 4 εξαρχικούς ιερείς, οι λίγοι πατριαρχικοί είχαν έναν ιερέα, τον παπά Δημήτρη, και λειτουργούσαν σε ένα ξωκλήσι στο νεκροταφείο, το οποίο τους είχε παραχωρηθεί από τις τουρκικές αρχές.

Με την είσοδό τους στο Ζέλενιτς καταλήγουν στο σπίτι του παπά Δημήτρη και ο Μητροπολίτης ζητάει να παρουσιαστούν οι πρόκριτοι του χωριού από τους οποίους ζητάει να του παραδοθούν τα κλειδιά της κεντρικής εκκλησίας προκειμένου να λειτουργήσει. Παρά την άρνησή τους, ο μητροπολίτης με τη βοήθεια της συνοδείας του καταφέρνει να τους αποσπάσει τα κλειδιά και να λειτουργήσει.

Μετά το Ζέλενιτς κατευθύνονται στο Αητόζι, όπου τους υποδέχεται ο ηγούμενος του μοναστηριού. Στη συνέχεια ο Καραβαγγέλης επιστρέφει στην Καστοριά.

Μετά την αναχώρηση του μητροπολίτη έχον την πληροφορία ότι η ομάδα του Αλέξη θα περνούσε κοντά από το χωριό Νεγκοβάνη. Του έστησαν ενέδρα και σκότωσαν μερικούς ενώ άλλοι τραυματίστηκαν και τους παρέδωσαν στο τουρκικό σταθμό της Νεβέσκας.

Στη συνέχεια κατευθύνθηκαν στο Στρέμπενο και στο Λέχοβο όπου παρέμειναν μερικές ημέρες.