Gistor

(George's Site)

Διαφήμιση
Μυκήνες, η ακρόπολη PDF Εκτύπωση E-mail
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Κυριακή, 02 Νοέμβριος 2008 12:00

Τοποθετημένες στη βορειοανατολική γωνιά της αργολικής πεδιάδας ανάμεσα σε δύο βουνά, τον Προφήτη Ηλία προς βορρά και τη Ζάρα προς νότον, οι Μυκήνες δεσπόζουν στην αργολική πεδιάδα και στις οδικές αρτηρίες προς τις τέσσερις κατευθύνσεις του ορίζοντα. Ακόμη και η παραλιακή έκταση του όρμου του Ναυπλίου ήταν στην εξουσία τους, γιατί καθώς φαίνεται η Τίρυνθα, που είναι πιο κοντά στη θάλασσα, δεν ήταν ανταγωνίστρια αλλά υποτελής στις Μυκήνες, τουλάχιστον από τον 13ο αι. π.Χ. Εξαιτίας της θέσης αυτής, η πόλη των Μυκηνών έγινε ρυθμιστής του εμπορίου στην Ελλάδα, και στο γεγονός αυτό οφείλεται ο μεγάλος πλούτος και η καλλιτεχνική της άνθηση. Κτισμένες πάνω στο ύψωμα, περιτριγυρισμένες από βουνά και λόφους, οι Μυκήνες ήταν ασφαλείς από εχθρούς και επιδρομείς.

Οι Μυκήνες κατοικήθηκαν συνέχεια από την Πρωτοελλαδική περίοδο, γύρω στο 2500 π.Χ., και ήδη στο τέλος του 17ου με αρχές του 16ου αι. π.Χ. ήταν μια ισχυρή πολιτεία, της οποίας οι βασιλείς θάβονταν με πλούσια κτερίσματα έξω από τα τείχη. Ο Όμηρος τις ονομάζει "πολύχρυσες" και πράγματι άφθονος χρυσός βρέθηκε στους βασιλικούς τάφους. Επίσης ονομάζονται κυκλώπεια πόλη, και τα πελώρια τείχη δείχνουν ότι η ονομασία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Οι Μυκήνες είναι όμως και η ευρυάγυια πόλη, δηλαδή η πόλη με τους φαρδείς δρόμους. Και πράγματι η μεγάλη ανηφορική οδός προς την ακρόπολη, καθώς και οι δρόμοι που οδηγούν στην Κόρινθο, το Άργος και την Τίρυνθα δείχνουν ότι πράγματι υπήρχε οδικό δίκτυο αρκετά ανεπτυγμένο.

Η δύναμη των Μυκηνών που περιγράφεται στους μύθους, διαφαίνεται και από τα αρχαιολογικά ευρήματα. Από τις αρχές του 14ου αι. π.Χ. η μυκηναϊκή κεραμική παρουσιάζει μια χαρακτηριστική ομοιογένεια και αντιπροσωπεύει καλύτερα ίσως από κάθε άλλη μορφή τέχνης τη μυκηναϊκή "Κοινή", φαίνεται δε ότι οι νέοι ρυθμοί δημιουργήθηκαν στην περιοχή των Μυκηνών. Τα αγγεία της "Κοινής" βρέθηκαν σ' όλα τα μυκηναϊκά κέντρα, αλλά και στην Κύπρο, στη Συρία, στην Ουγκαρίτ (Ras-Shamra), έως την Τροία και τις Λιπάρες νήσους, στην Ιταλία.

Στα τέλη του 13ου αι. π.Χ., γύρω στο 1200, καταστράφηκε το ανάκτορο από πυρκαγιά και συγχρόνως άλλες καταστροφές σημειώθηκαν στα διάφορα κτίρια στο εσωτερικό της ακρόπολης καθώς και στο Θρησκευτικό Κέντρο. Το ανάκτορο έπαψε να λειτουργεί αλλά η ακρόπολη, το Θρησκευτικό Κέντρο και πολλά κτίρια εξακολούθησαν να είναι σε χρήση έως περίπου το 1100 π.X. ή και λίγο αργότερα, οπότε καταστράφηκαν οριστικά από φοβερή πυρκαγιά. Μετά το 1100 π.Χ. και παρόλο ότι η ακρόπολη ήταν κατεστραμμένη, οι Μυκήνες δεν έπαψαν να κατοικούνται, χωρίς όμως ίχνος από τη λάμψη του παρελθόντος.

Τείχη και Πύλες


Η πιο επιβλητική από τις μυκηναϊκές ακροπόλεις είναι αναμφισβήτητα η ακρόπολη των Μυκηνών. Ο βράχος των Μυκηνών υψώνεται στη μέση της αργολικής πεδιάδας, 280 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Τα απότομα φαράγγια τριγύρω του τον καθιστούν απρόσιτο, και τα άγρια και ψηλά βουνά που βρίσκονται λίγο μακρύτερα, τον κρύβουν από ανεπιθύμητους περαστικούς επισκέπτες. Είναι αθέατος από τη θάλασσα, αν και μόνο 15 χλμ τον χωρίζουν από την παραλία. Ο βράχος αυτός είναι προσπελάσιμος μόνο από την πλευρά όπου βρίσκεται η επίσημη είσοδος της ακρόπολης, η μεγαλοπρεπής Πύλη των Λεόντων - τα άγρια ζώα που την κοσμούν στέκονται εκεί φύλακες, θεϊκό έμβλημα, βασιλικό οικόσημο και απειλή συγχρόνως.

Στην κορυφή του λόφου, προστατευμένο από την ακρόπολή του, είναι χτισμένο το ανάκτορο, μια πραγματική αετοφωλιά στο κέντρο ενός επιβλητικού τοπίου, τέλεια ταιριασμένο με τους τραγικούς μύθους που συνοδεύουν τη μακρά ιστορία του.

Η ακρόπολη άρχισε να κτίζεται στα μέσα του 14ου αι. π.Χ., υπέστη διάφορες μετασκευές, και η τελική μορφή της, αυτή που σώζεται σήμερα, είναι το τέλους του 13ου αι. π.Χ. Η επιφάνεια της ακρόπολης καταλαμβάνει 30.000 τ.μ. Τα τείχη έχουν περίμετρο περίπου 900 μ. και ανήκουν σε τρεις βασικές περιόδους:

Στα μέσα του 14ου αι. (1350 π.Χ. ΥΕ ΙΙΙ Α) ιδρύεται η ακρόπολη, κτίζεται το βόρειο τείχος, το μεγαλύτερο μέρος του νότιου και ένα τμήμα του δυτικού.

Στα μέσα του 13ου αι. (1250 π.Χ. ΥΕ ΙΙΙ Β), ένας ισχυρός ηγεμόνας, στον οποίον ανήκε καθώς φαίνεται και ο "Θησαυρός του Ατρέως", έκανε μια μεγάλη μετασκευή στην ακρόπολη, και σ' αυτόν οφείλονται τα νέα μνημειώδη έργα: Κτίζεται η Πύλη των Λεόντων με τον προμαχώνα της, καλύπτεται το βόρειο μέρος του δυτικού τείχους με ισόδομη τοιχοδομία, ξανακτίζεται σχεδόν ολόκληρο το νότιο τείχος και γίνεται μεγαλύτερο για να συμπεριλάβει στην ακρόπολη τον Ταφικό Κύκλο Α, κτίζεται ο νοτιοανατολικός προμαχώνας, η βόρεια πύλη και διαμορφώνεται η μεγάλη αναβάθρα που οδηγεί προς το ανάκτορο. Είναι η περίοδος της μεγάλης ακμής των Μυκηνών.

Σε μια τελική τρίτη φάση (1200 π.Χ. ΥΕ ΙΙΙ Γ) πλαταίνει ακόμη πιο πολύ η μεγάλη αναβάθρα, προστίθεται η βορειοανατολική επέκταση με την υπόγεια κρήνη και τις δύο πυλίδες, και δημιουργούνται στο εσωτερικό του βόρειου τείχους αψιδωτές αποθήκες, στεγασμένες σύμφωνα με τον εκφορικό τρόπο, όπως οι αποθήκες της Τίρυνθας. Η φάση αυτή δείχνει σαφώς ότι γύρω στα 1200 π.Χ. οι κάτοικοι της ακρόπολης λαμβάνουν μεγαλύτερη μέριμνα για την προστασία τους, για την εξασφάλιση νερού και τροφίμων, και ενισχύουν τα αμυντικά τους μέσα.

Το μεγαλύτερο μέρος της ακρόπολης είναι κτισμένο με σκληρούς τιτανόλιθους, με την κυκλώπεια τεχνοτροπία. Το πάχος των τοίχων είναι 5 μ., αλλά σε πολλά σημεία φθάνει και τα 8. Για το αρχικό ύψος δεν υπάρχει καμιά σίγουρη ένδειξη, ίσως όμως τα 18 μ. του ελληνιστικού πύργου να έχουν κάποια σημασία για τον υπολογισμό. Η τείχιση ακολουθεί το φυσικό σχήμα του εδάφους και θεμελιώνεται κατευθείαν επάνω στον βράχο, ο οποίος συχνά συμπεριλαμβάνεται στην τοιχοποιία, όπως στο τμήμα του τείχους που βρίσκεται αριστερά από την Πύλη των Λεόντων.

Στη δεύτερη φάση, γύρω στα 1250 π.Χ., για τη μετασκευή του τείχους χρησιμοποιήθηκε ο αμυγδαλίτης (κροκαλοπαγής) λίθος, ο οποίος προσφέρεται καλύτερα από τον τιτανόλιθο στην κατεργασία και κόβεται σε πιο κανονικούς λιθόπλινθους. Αυτοί θεμελιώνονται πάντα επάνω στον βράχο, όχι όμως κατευθείαν, αλλά σε παχύ στρώμα λευκής αργίλου (πλέσιας) ανακατεμένης με μικρούς λίθους. Οι πρώτοι λιθόπλινθοι έχουν κι αυτοί άφθονοι πλέσια στους αρμούς τους. Αυτός ο τρόπος κατασκευής προφυλάσσει τα θεμέλια και τα χαμηλά μέρη των τοίχων από τις βροχές και την υγρασία. Σ' αυτή τη δεύτερη φάση προτιμάται το ισοδομικό ή ψευδοϊσοδομικό σύστημα τοιχοδομίας. Οι λίθοι πελεκούνται με το σφυρί, πριονίζονται, παίρνουν, ως επί το πλείστον, ένα ορθογώνιο σχήμα και τοποθετούνται σε επάλληλες σειρές, συνήθως ισόμετρες. Με τον τρόπο αυτό είναι κτισμένα: ο δρόμος και η πρόσοψη του "Θησαυρού του Ατρέως" και του τάφου της Κλυταιμνήστρας, η κύρια πύλη της ακρόπολης και ο προμαχώνας δεξιά της, η βόρεια πύλη και ο νοτιοανατολικός προμαχώνας.

Η ακρόπολη έχει δύο πύλες, μία κύρια και μία δευτερεύουσα. Επίσης υπάρχουν δύο βοηθητικές πυλίδες στο βορειοανατολικό άκρο. Η κύρια είσοδος είναι η Πύλη των Λεόντων. Εδώ κατέληγε ένας από τους κυριότερους δρόμους της κάτω πόλης. Την πύλη προστάτευαν από την μια πλευρά ένας μεγάλος ισοδομικός τοίχος, και από την άλλη ένας ισχυρός προμαχώνας. Μπροστά στην πύλη σχηματίζεται μια ατενή αυλή, για να γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η προσπέλαση, διότι οι εχθροί, και αν ακόμη πλησίαζαν, θα αναγκάζονταν να ελαττώσουν πολύ τον αριθμό τους.

 

Πύλη των Λεόντων

Η Πύλη των Λεόντων είναι μια συμπαγής και μνημειώδης κατασκευή, ένα θαυμαστό "μεγαλιθικό μνημείο". Αποτελείται από τέσσερις πελώριους ογκόλιθους, από κροκαλοπαγή αμυγδαλίτη λίθο, δύο παραστάδες, κατώφλι και υπέρθυρο. Οι διαστάσεις της είναι αρμονικές: η πύλη είναι σχεδόν τετράγωνη (3,10 μ. ύψος Χ 2,90 μ. πλάτος εμπρός, 3,10 μ. πίσω) και στενεύει λίγο προς τα επάνω. Έκλεινε με μια ξύλινη δίφυλλη θύρα, της οπολ8ας οι στρόφιγγες γλιστρούσαν μέσα σε δύο κοιλότητες που διακρίνονται ακόμη στο κατώφλι και στο υπέρθυρο. Η θύρα ασφάλιζε με μια οριζόντια δοκό που στερεωνόταν σε δύο κοιλότητες, που φαίνονται ακόμα, ενώ υπήρχαν άλλες υποδοχές για τις λαβές τγς θύρας όταν έμενε διάπλατα ανοιχτή. Οι εγκοπές που υπάρχουν σήμερα στο κατώφλι, για να φεύγουν τα νερά της βροχής, έγιναν στην ελληνιστική εποχή.

Οι παραστάδες έχουν ύψος 3,10 μ., πλάτος 1,74 μ. και πάχος 0,50-0,60 μ. Το κατώφλι είναι παχύτερο στο μέσον παρά στα άκρα, δεν ακουμπά κατευθείαν στον βράχο αλλά επάνω σε στρώμα από καθαρό, λεπτό, αμμώδες χώμα. Το στρώμα αυτό, μαλακό και ελαστικό, διευκόλυνε πολύ στην τοποθέτηση ενός τέτοιου όγκου. Στα άκρα υπήρχε και δεύτερη, κάτω από το χώμα, υποθεμελίωση με μικρούς λίθους. Για να προστατευθεί το κατώφλι από τις βροχές και την υγρασία, είχε ριφθεί εσωτερικά και κατά μήκος της πόρτας ένα πρώτο παχύ στρώμα πλέσιας με μικρούς λίθους και ένα δεύτερο στρώμα από χώμα επίσης, ανακατεμένο με μικρούς λίθους και αλειμμένο με λευκή άργιλο για στεγανοποίηση.

Το μονολιθικό υπέρθυρο ζυγίζει 18 τόνους, έχει μήκος 4,50 μ., πλάτος 1,98 μ. και πάχος 0,80 μ. Πάνω από το υπέρθυρο υπάρχει το ανακουφιστικό τρίγωνο, χαρακτηριστικό στοιχείο της μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής. Σκοπός του ήταν να απαλλάξει το υπέρθυρο από το βάρος του υπερκείμενου τοίχου μεταβιβάζοντάς το στα πλάγια, προς τις παραστάδες. Στο κενό του ανακουφιστικού τριγώνου είναι τοποθετημένη η πλάκα από σκληρό τιτανόλιθο που διακοσμείται εξωτερικά με την εραλδική σύνθεση των δύο ανάγλυφων λεόντων που έδωσαν στην πύλη και το όνομά της. Η πλάκα είναι ελαφρώς κυρτή στο κάτω μέρος, για να προσαρμόζεται καλύτερα στο υπέρθυρο, και πολύ καλά στερεωμένη, κυριολεκτικώς σφηνωμένη στον τοίχο, του οποίου οι λιθόπλινθοι προεξέχουν ελαφρά στο άνω μέρος για να την συγκρατούν αποτελεσματικότερα. Το ανάγλυφο είναι από τα αρχαιότερα δείγματα της μνημειώδους ελληνικής γλυπτικής και διατηρείται θαυμάσια παρόλο ότι έμεινε εκτεθειμένο τόσους αιώνες.

Η μνημειώδης γλυπτική είναι μια μορφή τέχνης που συναντούμε σπάνια στη μυκηναϊκή Ελλάδα, εκτός από ελάχιστα παραδείγματα. Οι Μυκηναίοι όπως και οι Μινωίτες παλαιότερα, εκφράζονταν καλύτερα με τη μικρογραφία, τη μικρογλυπτική, την ελεφαντουργία, τη σφραγιδογλυφία. Είναι βέβαια περίεργο το ότι οι δύο προικισμένοι λαοί αγνόησαν τη μνημειώδη γλυπτική την οποία σίγουρα είχαν δει πολλές φορές στην γειτονική Αίγυπτο και την Ανατολή. Στην ηπειρωτική Ελλάδα το πράγμα αυτό προξενεί περισσότερο εντύπωση παρά στην Κρήτη, κυρίως γιατί εδώ υπάρχουν λίθοι και μάρμαρα εξαιρετικής ποιότητας, καθώς και εξελιγμένοι τεχνίτες, όπως μαρτυρεί η μνημειώδης αρχιτεκτονική. Ίσως η έλλειψη μινωικών προτύπων να μην βοήθησε τους Μυκηναίους να εξελιχθούν σ' αυτόν τον τομέα, παρόλο που είχαν το αισθητήριο της γλυπτικής, όπως φαίνεται από τις επιτύμβιες στήλες. Έτσι μόνο στα 1250 π.Χ. εμφανίζεται ένα μεγάλο γλυπτό έργο, το ανάγλυφο της Πύλης των Λεόντων, αλλά ιστορικά, η στιγμή αυτή έρχεται αργά. Κοντεύει πια το τέλος του Μυκηναϊκού πολιτισμού και δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για νέους πειραματισμούς και εξελίξεις.

Το ανάγλυφο της Πύλης των Λεόντων παριστάνει δύο λέοντες ανορθωμένους και αντιμέτωπους, με τα μπροστινά τους πόδια στηριγμένα σε μια πλίνθο, την οποία υποβαστάζουν δύο αμφίκοιλοι βωμοί, γνωστοί από πολλές μινωικές παραστάσεις. Ανάμεσα στους λέοντες υψώνεται ένας κίων μινωικού τύπου, λεπτότερος προς τα κάτω, που επιστέφεται με τμήμα θριγκού. Τα κεφάλια των λεόντων, που έχουν χαθεί, ήταν στραμμένα προς τον επισκέπτη. Ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, από στεατίτη, υλικό μαλακότερο, στο οποίο μπορούν εύκολα να αποδοθούν οι λεπτομέρειες. Επειδή δεν απεικονίζονται τα χαρακτηριστικά του φύλλου, πολλοί υποστήριξαν ότι πρόκειται για λέαινες. Οι Μυκηναίοι όμως σχεδόν ποτέ δεν δηλώνουν το φύλλο στα λιοντάρια, αλλά και εκτός από αυτό, υπάρχουν άλλες ενδείξεις, όπως ανατομικές λεπτομέρειες καθώς και ίχνη χαίτης στο λαιμό, που μαρτυρούν ότι πρόκειται για λέοντες.

Πολλές συζητήσεις έχουν γίνει για να ερμηνευθεί το ανάγλυφο αυτό. Ορισμένοι θεωρούν την παράσταση καθαρά θρησκευτική, ενώ άλλοι την ερμηνεύουν μόνον ως βασιλικό έμβλημα. Η αλήθεια ίσως βρίσκεται, όπως συνήθως, στη μέση. Πρόκειται για το έμβλημα, τον θυρεό του ισχυρού βασιλικού οίκου των Μυκηνών. Ο κίων στην αιγαιακή θεματολογία συμβολίζει θεότητα, ανάκτορο ή ιερό, και στην περίπτωση αυτή ο κίων με τον θριγκό μπορεί να συμβολίζει το ανάκτορο που το φυλάνε οι δύο λέοντες, σύμβολα της βασιλικής δύναμης. Οι λέοντες όμως στηρίζονται σε δύο βωμούς: ο βασιλεύς στηρίζει τη δύναμή του στη θεότητα. Βασιλεύει σύμφωνα με τη θεϊκή βούληση, "ελέω θεού". Ο κίων συμβολίζει επίσης τη θεότητα στην ανεικονική της μορφή. Έτσι η ακρόπολη ολόκληρη μπαίνει κάτω από την θεϊκή προστασία. Εξάλλου το ανάκτορο του βασιλέως είναι από τη φύση του ιερός χώρος, γιατί ο άναξ συγκεντρώνει στο πρόσωπό του κοσμική και, καθώς φαίνεται, θρησκευτική εξουσία. Όλα αυτά συγχρόνως συμβολίζονται στο ανάγλυφο. Παρατηρούμε ότι ένα θρησκευτικό θέμα χρησιμοποιείται ως διακοσμητικό στοιχείο, αλλά αυτό είναι συνηθισμένο στη Μυκηναϊκή εποχή, όπου η θρησκεία υπεισέρχεται σε όλες σχεδόν τις εκδηλώσεις της ζωής.

Το θέμα του αναγλύφου δεν είναι καινούργιο. Πρόκειται για ένα γνωστό παλαιό μινωικό θέμα: πολύ συχνά στη μινωική και μυκηναϊκή εικονογραφία εικονίζονται ζώα σε αντιθετική διάταξη, εκατέρωθεν ενός κίονος ή ενός βωμού, λιοντάρια, σφίγγες, γρύπες, ζώα μυθικά ή βασιλικά που συνδέονται με τη θρησκεία. Στο ανάγλυφο της Πύλης των Λεόντων οι Μυκηναίοι χειρίζονται το θέμα αυτό διαφορετικά. Το μεταφέρουν σε μεγάλη κλίμακα και το αποδίδουν με πλατιές άνετες γραμμές. Η σύλληψη είναι λιτή, σαφής, χωρίς δήλωση πολλών λεπτομερειών. Είναι τέλεια ταιριασμένο με την επιβλητική αρχιτεκτονική που το περιβάλλει.

Βόρεια Πύλη

Η βόρεια πύλη βρίσκεται στο βόρειο τείχος, 250 μ. ανατολικότερα από την Πύλη των Λεόντων, και είναι απομίμηση και μικρογραφία της. Είναι τοποθετημένη σε μια εσοχή του κυκλώπειου τείχους. Από τα ανατολικά την προστατεύει ένας προμαχώνας, τοποθετημένος στην κατάλληλη θέση ώστε να είναι ευάλωτο το δεξί ακάλυπτο μέρος του πιθανού εισβολέα. Μια μικρή στενή αυλή σχηματίζεται κι εδώ εμπρός από την είσοδο. Η πύλη, πολύ στενότερη από την Πύλη των Λεόντων, είναι κατασκευασμένη από κροκαλοπαγείς λίθους και δεν έχει ανακουφιστικό τρίγωνο. Πάνω από το υπέρθυρο δύο παράλληλες πλάκες, οι οποίες έχουν κενό μεταξύ τους, συντελούν αισθητά στη μείωση του βάρους της ανωδομής. Η βόρεια πύλη είναι κτισμένη κάτω από μια μικρή κλίμακα. Δύο δρόμοι περνούν από το σημείο αυτό: ένας στενός, που καταλήγει στην ανατολική γωνία της ακρόπολης και στην υπόγεια κρήνη, και ένας άλλος φαρδύτερος, που πηγαίνει προς το βόρειο κλιμακοστάσιο και καταλήγει στη βορειοδυτική επίσημη είσοδο του ανακτόρου.

Βορειοανατολική επέκταση

Στην τρίτη οικοδομική φάση της ακρόπολης ανήκει η βορειοανατολική επέκταση, η οποία είναι μικρή, αλλά πολύ σημαντική. Στο τείχος της έχουν ανοιχθεί δύο βοηθητικές είσοδοι, μία προς βορρά και μία προς νότο, που ουσιαστικά είναι άφρακτες δίοδοι. Η νοτιοανατολική πυλίδα είναι ένα μικρό πέρασμα μέσα στο κυκλώπειο τείχος. Η οροφή της είναι αψιδωτή, κτισμένη κατά τον εκφορικό τρόπο. Η πυλίδα αυτή ήταν μικρή και δυσπρόσιτη, γι' αυτό και δεν είχε πόρτα. Οδηγεί σε ένα άνδηρο - παρατηρητήριο - επάνω στη χαράδρα του Χάβου. Η άλλη η βορειοανατολική πυλίδα, είχε προορισμό να διευκολύνει τη φύλαξη και υπεράσπιση του υπόγειου αγωγού που τροφοδοτούσε την κρήνη της ακρόπολης. Παρατηρούμε ότι το νέο αυτό τμήμα του κυκλώπειου τείχους δεν έχει τόσο επιμελημένη κατασκευή όσο το τείχος της δεύτερης φάσης.

Η απόρθητη όμως αυτή ακρόπολη εύκολα μπορούσε να γίνει ευπρόσβλητη από την έλλειψη νερού. Για το λόγο αυτό είχε κατασκευασθεί κοντά στην ακρόπολη λίθινος υδραγωγός για να μεταφέρει το νερό της πηγής που τροφοδοτούσε και στα ιστορικά χρόνια την Περσεία Κρήνη, κοντά στην Πύλη των Λεόντων. Η πηγή αυτή βρίσκεται 360 μ. ανατολικά της ακρόπολης, στις υπώρειες του Προφήτη Ηλία και ακόμη και σήμερα υδρεύει το χωριό. Στα τέλη του 13ου αι. όμως, ήταν απαραίτητο ο αγωγός που οδηγούσε στην πηγή να φθάσει πολύ κοντά στην οχύρωση και να είναι προσιτός μόνο από εκεί. Μόνο με τον τρόπο αυτό θα ήταν δυνατόν να εξασφαλισθεί η συνεχής επάρκεια νερού σε περίπτωση μακροχρόνιας πολιορκίας. Το πρόβλημα λύθηκε με την κατασκευή μιας υπόγειας κρήνης, που είναι ένα από τα καταπληκτικότερα έργα των μυκηναίων τεχνικών, μια "γνήσια κυκλώπεια εκτέλεση". Εκμεταλλευόμενοι μια φυσική πτυχή του εδάφους , κατασκεύασαν σε 18 μ. βάθος μια υπόγεια κρήνη και μετέφεραν ως εκεί με πήλινους σωλήνες το νερό της πηγής. Είναι πιθανό ότι χρησιμοποίησαν και το νερό μιας άλλης πηγής, την οποία αναφέρει ο Τσούντας, που σήμερα έχει στερέψει. Η κρήνη κτίσθηκε λίγο πιο έξω από το τείχος, αλλά πολύ κοντά σ' αυτό, σε κατάλληλο έδαφος από μαλακούς κροκαλοπαγείς λίθους γιατί το έδαφος της ακρόπολης, ένας σκληρός ασβεστόλιθος, ήταν τελείως ακατάλληλο. Δια μέσου της βορειοανατολικής επέκτασης, μια στεγασμένη κάθοδος οδηγούσε στην κρήνη.

Το έργο διαιρείται σε τρία μέρη:

  1. Η κάθοδος αρχίζει μέσα στην ακρόπολη με μια σύριγγα στεγασμένη κατά τον εκφορικό τρόπο. Σώζονται καλά τα 16 σκαλοπάτια τα οποία οδηγούν σε μια πύλη κυκλώπειας τεχνοτροπίας. Διασχίζοντας λοξά το τείχος η σήραγγα βγαίνει έξω από την ακρόπολη σε ένα σκεπαστό πλατύσκαλο, από όπου στρίβει προς τα δυτικά σε ορθή γωνία.
  2. Η κάθοδος συνεχίζεται με άλλα 20 σκαλοπάτια έως ένα δεύτερο πλατύσκαλο και στρίβει ανατολικά, αυτή τη φορά, σε ορθή γωνία, παράλληλα με το τείχος.
  3. Το τρίτο σκέλος που είναι και το μεγαλύτερο, έχει απότομη κλίση. Η απόσταση των 12 μ. που απομένει έως ότου φθάσει κανείς στο φρέαρ, καλύπτεται με 54 σκαλοπάτια. το φρέαρ είναι τετράπλευρο, σκεπαστό και έχει στην οροφή του ένα κατακόρυφο φρεάτιο με αραιά τοποθετημένους λίθους, οι οποίοι λειτουργούσαν σαν φίλτρα. Εδώ κατέληγε ο αγωγός ο οποίος γέμιζε το φρέαρ και ένα τμήμα της κλίμακας, ανάλογα με την ποσότητα του νερού. Για να μην υπάρχει διαρροή, είχαν επαλείψει τα τοιχώματα του φρέατος και του τρίτου τμήματος της καθόδου με διπλή στρώση από υδραυλικό ασβεστοκονίαμα.

Σύγχρονες με την κρήνη των Μυκηνών είναι και οι κρήνες της Ακρόπολης των Αθηνών και της Τίρυνθας. Παρατηρούμε ότι οι Μυκηναίοι ενισχύουν αυτή την εποχή τις ακροπόλεις τους με υπόγεια υδραγωγεία. Οι μέθοδοι κατασκευής διαδίδονταν γρήγορα από το ένα κέντρο στο άλλο διότι, όπως είναι γνωστό, τα διάφορα ανακτορικά κέντρα βρίσκονταν σε στενή επικοινωνία μεταξύ τους.

 

 


Google Map

LAST_UPDATED2
 

Εγγραφειτε στο Newsletter μας


Έχουμε 23 επισκέπτες συνδεδεμένους

Το Site φαίνεται καλλίτερα με:
και 

Συντομα Βοηθητικα Μηνυματα

Το περιεχόμενο του Site που είναι προσβάσιμο από τους απλούς επισκέπτες είναι περιορισμένο. Μόνο τα μέλη έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο. Μόλις κάνετε Login θα εμφανισθούν όλες οι επιλογές από το Μενού Περιεχόμενα.