Gistor

(George's Site)

Διαφήμιση

Αυτοκρατορική Διοίκηση

Το πρωτοβυζαντινό κράτος που είναι κατ' ουσίαν κράτος μοναρχικό, θέλει να εμφανίζεται ως κληρονόμος του αυτοκρατορικού καθεστώτος (βασιλεία) που εγκαθίδρυσε παλιά ο Αύγουστος. Η ύστερη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είναι ωστόσο, στη σύλληψη και την οργάνωσή της, άκρως διαφορετική από εκείνη της ηγεμονίας του Αυγούστου. Προς το τέλος μιας εξέλιξης της οποίας η αρχή ανάγεται στους Σεβήρους, η "νέα αυτοκρατορία", όπως την αναδιάρθρωσε ο Διοκλητιανός και μετά ο Κωνσταντίνος, αναγνωρίζει στον ηγεμόνα απόλυτη κυριαρχία σε όλους τους δημόσιους τομείς της εξουσίας. Από τη στιγμή που ο αυτοκράτορας θα αναρρηθεί στον θρόνο, είναι υπόλογος για τη δράση του μόνον ενώπιον του Θεού: ο στρατός, η σύγκλητος, από ορισμένες απόψεις και η Εκκλησία, είναι όργανα μιας μοναρχίας όπου αντίβαρο της εξουσίας μπορούν να είναι μόνον οι αποστάτες. Οι νεότερες έννοιες, της ελέω Θεού μοναρχίας δεν είναι επομένως αβάσιμες. Αυτό βέβαια δεν τις απαλλάσσει από την υποχρέωση να ορίσουν τα όρια της αυτοκρατορικής εξουσίας, τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη.

Κατ' αντίθεση προς τον τύραννο (ο τίτλος δίνεται μόνον στους σφετεριστές), ο νόμιμος αυτοκράτορας αποτάσσεται την αυθαιρεσία και εγγυάται το κράτος δικαίου: κύριος των νόμων και των θεσμών, είναι ελεύθερος να τους τροποποιεί χωρίς ωστόσο να τοποθετείται ο ίδιος υπεράνω αυτών. Κατά μείζονα λόγο, κάθε δημόσιος λειτουργός είναι υπόλογος για τον τρόπο που ασκεί τη διοίκηση, εφόσον ο νόμος οργανώνει το πως ελέγχεται το κράτος τόσο εκ μέρους του ιδίου του κράτους όσο και εκ μέρους των διοικούμενων: τα αιτήματα και οι αναφορές εκ μέρους προσώπων ή συγκροτημένων σε σώματα πολιτών, αλλά και η "φωνή του λαού" υπό μορφή επευφημιών που καταγράφονται επίσημα σε όλη την αυτοκρατορία, πρέπει κανονικά να φτάνουν στα αυτιά του ηγεμόνα. Οι παρανομίες φορέων της εξουσίας, που προσβάλλουν τα ιδεώδη στα οποία θεμελιώνεται το αυτοκρατορικό καθεστώς, καταγγέλλονται και ορισμένες φορές κατηγορείται και ο ίδιος ο αυτοκράτορας ότι προδίδει την αποστολή του, διότι, ενώ η αρχή της μοναρχίας είναι αδιαμφισβήτητη, ο μονάρχης με σάρκα και οστά δεν είναι. Η μονιμότητα του αυτοκρατορικού καθεστώτος δεν αποκλείει κατά καιρούς φαινόμενα που μαρτυρούν πολιτική αστάθεια: λαϊκές εξεγέρσεις στην πρωτεύουσα και σε άλλες μεγάλες πόλεις, στρατιωτικές στάσεις και σφετερισμοί, χρόνιες θρησκευτικές αποστασίες. Ακόμα και όταν η αυθεντία της δεν αμφισβητείται, η κεντρική εξουσία διαθέτει περιορισμένα μέσα για να θέσει σε εφαρμογή τη θέληση του αυτοκράτορα. Παρότι αναπτύσσεται μια γραφειοκρατία πιο εκτεταμένη και καλύτερα συντονισμένη από πριν, η αυτοκρατορία δεν θα μπορούσε να ασκήσει τη διαχείριση των επαρχιών χωρίς ενδιάμεσο τις πόλεις και τους τοπικούς άρχοντες, που η δημιουργία μιας νέας συγκλήτου στην Ανατολή εντάσσει όλο και περισσότερο στην υπηρεσία του κράτους. Αν το καθεστώς κατάφερε να διατηρήσει παρά τα όσα απρόβλεπτα είχε αυτή η περίοδος, την ενότητα του ρωμαϊκού κόσμου και τη συνοχή των δημόσιων υπηρεσιών, αυτό το χρωστάει εν μέρει στην ενίσχυση της μοναρχικής ιδεολογίας, αλλά και στην ικανότητα προσαρμογής ενός διοικητικού μηχανισμού που είναι μεν συγκεντρωτικός, αλλά υποστηρίζεται αποτελεσματικά από την τοπική αυτοδιοίκηση.

Στα χρόνια που ακολούθησαν την Τετραρχία, η άσκηση της αυτοκρατορικής εξουσίας αποκτά τις περισσότερες φορές χαρακτήρα συλλογικό, ο οποίος, πάντως δεν αμφισβητεί την αρχή της μοναρχίας, που εγγυάται την ενότητα του κράτους. Ακόμη και η εκ των πραγμάτων διαίρεση, από το 395 ως το 476, σε δύο partes imperii συνοδεύεται από τη συμβολική τουλάχιστον διατήρηση κοινών θεσμών. Οι δύο ηγεμόνες, μετά τις τελετές αμοιβαίας αναγνώρισης, ενώνουν τα ονόματά τους κάτω από έναν κοινό τίτλο, υπό τον οποίο ο καθένας νομοθετεί καθ' όλα ανεξάρτητος: για να δημοσιευτούν ανατολικοί νόμοι στη Δύση και αντιστρόφως πρέπει να επικυρωθούν από τον αρμόδιο αυτοκράτορα. Ο προσωρινός αυτός καταμερισμός του νομοθετικού έργου αναπόφευκτα θα δημιουργήσει ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς τους θεσμούς. Μετά το 476, ενώ ο θρόνος της Δύσης χηρεύει οριστικά δεν τερματίζεται ωστόσο η ρωμαϊκή ενότητα, εφόσον ο Οδόακρος και, μετά από αυτόν, οι Γότθοι βασιλείς της Ιταλίας, σεβάστηκαν, κατ' αντίθεση προς τους βανδάλους της Αφρικής, τα προνόμια της Κωνσταντινούπολης: οι προαγωγές στη Σύγκλητο της Ρώμης και οι αποφάσεις για θέματα της ιταλιωτικής διοίκησης εξακολουθούν να επικυρώνονται από τον αυτοκράτορα. Αντίστοιχα προς τη δυικότητα των ηγεμόνων, από τα τέλη του 4ου αι., ο ένας στους δύο υπάτους που εκλέγονται κάθε χρόνο είναι δυτικός και ο άλλος ανατολικός. Σε περίπτωση εντάσεων, η μία Αυλή μπορεί καμιά φορά να μην αναγνωρίζει τον ύπατο της άλλης, αλλά η βασική αρχή εξακολουθεί να ισχύει ακόμα και μετά το 476. Κατά τον ίδιο τρόπο, η υπαρχία πραιτωρίου, συλλογική στη σύλληψή της, συνεχίζει και μετά το 476 να συνδυάζει τους επάρχους της Ανατολής και της Ιταλίας υπό κοινό τίτλο. Υπό αυτές τις συνθήκες, η επανενσωμάτωση της Δύσης επί Ιουστινιανού θα γίνει χωρίς μείζονες θεσμικές καινοτομίες, πέρα από την οριστική εξαφάνιση της Δυτικής Αυλής.

Τα θεμελιώδη καθήκοντα που αναλαμβάνει η αυτοκρατορική εξουσία απέναντι στους υπηκόους είναι, για τους ανθρώπους της εποχής, η ασφάλεια απέναντι στις εξωτερικές και εσωτερικές απειλές και η δικαιοσύνη στις κοινωνικές σχέσεις. Εγγυητής τους είναι ο αυτοκράτορας, όργανα ο στρατός και η η διοίκηση, οικονομικοί πόροι η φορολογία. Στην πράξη, η πολιτική διοίκηση συμπίπτει στις δομές της με το δικαιϊκό σύστημα: οι ανώτεροι υπάλληλοι αποκαλούνται δικαστές και οι διοικητικές υπηρεσίες δικαστήρια. Από την άλλη, η πολιτική διοίκηση αναλαμβάνει την ευθύνη για την είσπραξη των φόρων, που αναδιανέμονται εν μέρει για τη δική της λειτουργία και για τη λειτουργία του στρατού, εν μέρει για τη λειτουργία των πόλεων. Ένας νόμος του Ιουστίνου Β' το 569 ορίζει ως εξής το σύστημα λειτουργίας ενός "κράτους πρόνοιας" , πολύ πριν από την εμφάνιση του όρου:

"Μοναδική μας έγνοια, υπό την καθοδήγηση του Θεού, είναι να βλέπουμε τις επαρχίες, υπό το κράτος των νόμων και υπό ασφαλή διοίκηση, να απολαμβάνουν τη δικαιοσύνη των κυβερνητών και ότι οι φόροι εισπράττονται ανελλιπώς. Διότι δεν υπάρχει τρόπος να διατηρείται το κράτος αν οι εισφορές δεν εισπράττονται. Χάρη σε αυτές ο στρατός, λαμβάνοντας ό,τι είναι καθορισμένο γι' αυτόν, αντιστέκεται στους εχθρούς και προστατεύει τους υπηκόους από τις επιθέσεις και την κακότητα των βαρβάρων, αλλά προστατεύει επίσης την ύπαιθρο και τις πόλεις (...) και τα άλλα σώματα λαμβάνουν αυτό που πρέπει να τους αποδοθεί, τα τείχη και οι πόλεις επιδιορθώνονται (...) και [επιτελείται] ό,τι άλλο έχει επινοηθεί για την ευημερία των υπηκόων. Με τρόπο ώστε οι εισφορές τους να μεταβιβάζονται και να ξοδεύονται είτε γι' αυτούς είτε από αυτούς και να μην έρχεται πίσω σε εμάς απολύτως τίποτα εκτός από τις έγνοιες μας γι' αυτούς, που δεν μένουν ωστόσο χωρίς ανταμοιβή, εφόσον ο μεγάλος Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός, μέσα στη μεγάλη του αγάπη για τους ανθρώπους μας χαρίζει επιπλέον για τον λόγο αυτό πλήθος αγαθών και ανταμοιβών."



Ο αυτοκράτορας και οι λειτουργίες του

E-mail Εκτύπωση PDF

Στους τίτλους του αυτοκράτορα, ήδη από το τελευταίο τέταρτο του 4ου αι., δεν περιλαμβάνονται πια τα παλαιά ρωμαϊκά αξιώματα (ανθυπατεία και δημαρχική εξουσία) που ήταν από την εποχή του Αυγούστου η βάση της εξουσίας του ηγεμόνα.

Τελευταία Ενημέρωση ( Κυριακή, 16 Νοέμβριος 2008 22:14 ) Περισσότερα...
 

Οι συγκλητικοί στην υπηρεσία του κράτους

E-mail Εκτύπωση PDF

Με τη θεσμική ισορροπία που διακρίνει την Ύστερη Αυτοκρατορία, ο θεμελιώδης ρόλος που ανατίθεται στη σύγκλητο διαφέρει, ιδιαίτερα στην Ανατολή, από αυτόν που είχε παλιά. Η κοινωνική της βάση και η δικαιοδοσία της υπέστησαν βαθείς μετασχηματισμούς από τον Κωνσταντίνο και μετά.

Τελευταία Ενημέρωση ( Κυριακή, 16 Νοέμβριος 2008 22:21 ) Περισσότερα...
 

Λειτουργίες και όργανα της κεντρικής διακυβέρνησης

E-mail Εκτύπωση PDF

Οι κυβερνητικοί θεσμοί που εγκαθίδρυσε ο Κωνσταντίνος, σε ρήξη προς τους θεσμούς της πρώιμης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, θεμελιώνουν τη δράση του κράτους πάνω σε νέες αρχές και νέα μέσα. 0 αυστηρός διαχωρισμός πολιτικών και στρατιωτικών αρχών εξουσίας θεσμοθετεί δύο διοικητικές ιεραρχίες, παράλληλες αλλά αλληλοεξαρτώμενες, ενώ η πολιτική φορολογική διοίκηση είναι επιφορτισμένη με την περισυλλογή και τη διανομή της στρατιωτικής αννώνας. Από την άλλη πλευρά, οι κεντρικές διοικήσεις (και σε μικρότερο βαθμό οι επαρχιακές) διαθέτουν πλέον σχετικά πολλούς και εξειδικευμένους φορείς γραφειοκρατίας, ικανούς να ενισχύουν την αποτελεσματικότητα της αυτοκρατορικής εξουσίας.

Τελευταία Ενημέρωση ( Δευτέρα, 17 Νοέμβριος 2008 00:24 ) Περισσότερα...
 

Η οργάνωση της επικράτειας και η τοπική διοίκηση

E-mail Εκτύπωση PDF

Η επικράτεια της αυτοκρατορίας έχει να επιδείξει, όσον αφορά τη διοικητική της γεωγραφία, τρία επάλληλα ιεραρχημένα επίπεδα: πόλεις που συνενώνονται και γίνονται επαρχίες, επαρχίες που, από την Τετραρχία και μετά, συνενώνονται σε διοικήσεις και, κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα, σε περιφερειακές υπαρχίες ή επαρχότητες. Αυτή η οργάνωση ισχύει για όλες τις λειτουργίες του κράτους, στρατιωτικές και πολιτικές. Η Εκκλησία έχει επίσης διαμορφώσει την ιεραρχία της με βάση τις πόλεις και τις επαρχίες, έχει όμως αναπτύξει και υπέρτερες δομές που τη χαρακτηρίζουν ιδιαιτέρως, τα πατριαρχεία, που ο χάρτης τους δεν συμπίπτει ούτε με αυτόν των διοικήσεων ούτε με εκείνον των υπαρχιών.

Τελευταία Ενημέρωση ( Κυριακή, 16 Νοέμβριος 2008 22:45 ) Περισσότερα...
 

Εγγραφειτε στο Newsletter μας


Έχουμε 20 επισκέπτες συνδεδεμένους

Το Site φαίνεται καλλίτερα με:
και 

Συντομα Βοηθητικα Μηνυματα

Το περιεχόμενο του Site που είναι προσβάσιμο από τους απλούς επισκέπτες είναι περιορισμένο. Μόνο τα μέλη έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο. Μόλις κάνετε Login θα εμφανισθούν όλες οι επιλογές από το Μενού Περιεχόμενα.