Gistor

(George's Site)

Διαφήμιση
Μυκήνες, το εσωτερικό της ακρόπολης PDF Εκτύπωση E-mail
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Κυριακή, 02 Νοέμβριος 2008 12:47

Η Πύλη των Λεόντων οδηγεί σε μια τετράγωνη εσωτερική σκεπαστή αυλή. Στην εσωτερική όψη του βορειοδυτικού τείχους, πολύ κοντά στην είσοδο, έχει δημιουργηθεί μια κόγχη που ήταν κατά πάσαν πιθανότητα ιερό πύλης. Μια παρόμοια αλλά μεγαλοπρεπέστερη κατασκευή υπάρχει επίσης στην Τίρυνθα, όπως και στις Μυκήνες, βρίσκεται στο αριστερό χέρι αυτού που έρχεται από την κεντρική πύλη της ακρόπολης και ανεβαίνει προς την κορυφή.

Μπροστά από το ιερό πύλης της ακρόπολης των Μυκηνών αρχίζει η μεγάλη αναβάθρα η οποία πήρε την τελική της μορφή στην τρίτη φάση (τέλος του 13ου αι. π.Χ.). Έχει μεγάλη κλίση (περίπου 20%) που την καθιστά απαγορευτική για οχήματα και κατάλληλη μόνο για πεζούς. Στη νοτιοδυτική πλευρά της ένας μεγάλος χώρος καταλαμβάνεται από τον Ταφικό Κύκλο Α. Όταν διαπλατύνθηκε η μεγάλη αναβάθρα, δημιουργήθηκε στη συνέχειά της η μικρή αναβάθρα για να διευκολύνεται η πρόσβαση στα διάφορα οικοδομήματα δεξιά, προς το νότιο τοίχος. Δεξιά επίσης από την Πύλη των Λεόντων, ένα κλιμακοστάσιο επέτρεπε την άνοδο επάνω στο τείχος.

Δίπλα στο κλιμακοστάσιο ένα κτίριο που καταστράφηκε περίπου το 1120 π.Χ. ήταν τριώροφο και ονομάστηκε Σιτοβολώνας (Σιταποθήκη) επειδή στα υπόγειά του βρέθηκαν πίθοι με σιτάρι και κριθάρι. Ίσως να ήταν φυλάκιο της φρουράς. ’φθονη κεραμική της ΥΕ ΙΙΙ Β περιόδου βρέθηκε εδώ αντιπροσωπευτική ενός ρυθμού ο οποίος ονομάστηκε "ρυθμός του Σιτοβολώνος" από το κτίριο αυτό. Η πρώτη οικία μετά τον Ταφικό Κύκλο Α είναι η λεγόμενη "Οικία του Κρατήρα των Πολεμιστών", που οφείλει το όνομά της στο γνωστό αγγείο που ανακαλύφθηκε σ' αυτήν. Κοντά στην μικρή αναβάθρα, η "Οικία της Αναβάθρας" έχει κτισθεί επάνω σε μεσοελλαδικό οικοδόμημα. Η ανακάλυψη αυτή είναι σημαντική διότι αποδεικνύει ότι ο χώρος της ακρόπολης ήταν κατοικημένος ήδη όταν λειτουργούσε το μεσοελλαδικό νεκροταφείο. Η διπλανή "Νότια Οικία" είναι τμήμα ενός μεγάλου συγκροτήματος που ονομάστηκε "Οικία της ακροπόλεως" ή "Οικία Wace" από το όνομα του ανασκαφέα. Τα πορίσματα της ανασκαφής δεν είναι ακόμη πολύ γνωστά. Το κτίριο παρουσιάζει ενδιαφέρον και ίσως πρόκειται για μια κάπως ανεξάρτητη μονάδα. Εδώ λειτουργούσε, καθώς φαίνεται, εργαστήριο ελεφαντουργίας. Το συγκρότημα αυτό βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο Θρησκευτικό Κέντρο της ακρόπολης. Όλα αυτά τα οικοδομήματα ονομάζονται "οικίες" αλλά δεν ήταν συνηθισμένα σπίτια. Προορίζονταν για διάφορες χρήσεις ή για κατοικίες όπου διέμεναν οι άρχοντες των Μυκηνών, οι συγγενείς τους, στρατιωτικοί και διοικητικοί αξιωματούχοι, καθώς και ιερείς. Οι κάτοικοι έμεναν έξω από την ακρόπολη σε σπίτια συγκεντρωμένα κατά ομάδες.

Στη βόρεια πλευρά της Πύλης των Λεόντων βρίσκεται η οικία "Ν" που στέγαζε ίσως τη φρουρά, κοντά σ' αυτήν το κτίριο "Μ" και παραπλεύρως οι αποθήκες κατασκευασμένες μέσα στον πυρήνα του τείχους κατά το τελευταίο στάδιο της ζωής της ακρόπολης.

Στο εσωτερικό της βορειοανατολικής επέκτασης δύο κτίρια, οι οικίες "Α" και "Β", είναι προσκτισμένες στο τείχος, καταλαμβάνουν αρκετό χώρο και ελέγχουν τις διόδους προς την κρήνη και τις πυλίδες.

 

 

 

Θρησκευτικό Κέντρο

Η είσοδος στο Θρησκευτικό Κέντρο της ακρόπολης βρίσκεται κάτω από ένα ελληνιστικό ανάλημμα. Στο τέρμα της πομπικής οδού μία θύρα οδηγεί σ' ένα δωμάτιο που έχει πεταλόσχημη εστία, τράπεζα θυσιών και αυλακώσεις στο δάπεδο για να συλλέγονται τα υγρά των σπονδών. Ήταν ασφαλώς ναός, του οποίου η πλευρά της εισόδου ήταν εντελώς ανοικτή. Ο ναός συγκοινωνεί με ένα "άδυτο" όπου βρέθηκε το πλακίδιο με ζωγραφισμένο παλλάδιο και ένα τεμάχιο τοιχογραφίας που εικονίζει κρανοφόρο θεά και γρύπα. Ο χώρος διαμορφώθηκε γύρω στα 1250 π.Χ. και τα ευρήματα χρονολογούνται στην ΥΕ ΙΙΙ Β2 περίοδο. Σε μια δεύτερη φάση αχρηστεύθηκε η πεταλόσχημη εστία και η τράπεζα θυσιών, επιχώθηκε το έδαφος και κτίσθηκε μπροστά από τον ναό υπαίθριος βωμός.

Μια αυλή κοντά στον ναό εξασφάλιζε την επικοινωνία με ένα ιερό κτίριο, το λεγόμενο"Κτίριο των Ειδώλων". Οι τοίχοι του κυρίως θαλάμου του κτιρίου αυτού ήταν επιχρισμένοι με λευκό κονίαμα. Στο εσωτερικό υπήρχε τράπεζα προσφορών και δύο κτιστά θρανία επάνω στα οποία τοποθετούντο ειδώλια κατά τη διάρκεια της λατρείας. Ένα ειδώλιο με τρομακτικά όψη βρέθηκε in situ, με το πρόσωπο στραμμένο προς τον τοίχο. Σ' ένα μικρό υπερυψωμένο τμήμα του θαλάμου, ένα είδος παταριού, ανακαλύφθηκαν συσσωρευμένα πολλά μεγάλα πήλινα ανθρωπόμορφα ειδώλια, χαρακτηριστικής ασχήμιας, καθώς και ομοιώματα συσπειρωμένων όφεων. Τα περισσότερα από αυτά τα ειδώλια ήταν επίσης τοποθετημένα με τα πρόσωπά τους στραμμένα προς τον τοίχο. Ίσως εδώ ελάμβανε χώρα λατρεία χθόνιας θεότητας ή χθόνιων δαιμόνων. Τα διάφορα σκεύη φαγητού και τα κύπελλα που βρέθηκαν, υποδηλώνουν ότι στις τελετουργίες περιλαμβανόταν κάποια μορφή συμποσίου.

Δίπλα στο "Κτίριο των Ειδώλων" βρίσκεται ένα άλλο ιερό κτίριο, το "Κτίριο των Τοιχογραφιών", από το οποίο προέρχονται διάφορα ενδιαφέροντα ευρήματα και μεταξύ άλλων μια ανδρική κεφαλή από ελεφαντόδοντο, εξαιρετικής τέχνης. Στον κύριο θάλαμο βρέθηκαν επίσης κτιστά θρανία, κτιστή τράπεζα προσφορών και στους τοίχους υπολείμματα τοιχογραφιών που εικονίζουν τρεις γυναικείες μορφές από τις οποίες η μία κρατά κλαδιά ή στάχυα, γι' αυτό και έχει γίνει η υπόθεση ότι ίσως εδώ λατρευόταν η θεά της ευφορίας. Ο θάλαμος επικοινωνούσε με ένα μικρό "άδυτο" στο εσωτερικό του οποίου βρέθηκε το ειδώλιο μιας θεάς τοποθετημένο σ' ένα βάθρο. Εμπρός από τα κτίρια των "Ειδώλων" και των "Τοιχογραφιών" βρέθηκε υπαίθριος κυκλικός βωμός που περιείχε πολλά στάχτη, και ένας αποθέτης με οστά, ειδώλια και άλλα κατάλοιπα. Στην περιοχή αυτή ανακάλυψε ο Τσούντας το απόσπασμα της τοιχογραφίας που εικονίζει ονοκέφαλους Δαίμονες, των οποίων η θρησκευτική σημασία είναι βεβαιωμένη.

Πολύ κοντά στο ιερό αυτό συγκρότημα βρίσκεται και η "Οικία Τσούντα" που ονομάστηκε έτσι από το όνομα του ανασκαφέα. Η οικία αυτή ήταν ίσως "Ταμιείον" και πιθανώς εδώ φυλάσσονταν πολύτιμα αντικείμενα, προσφορές που θα ανήκαν στο ιερό. Η "Οικία Τσούντα" χωρίζεται από το συγκρότημα που περιλαμβάνει κατοικίες ιερέων και δωμάτια του προσωπικού του Θρησκευτικού Κέντρου, μα μια μακριά κλίμακα. Δίπλα στην κλίμακα υπάρχει ένας αποχετευτικός αγωγός που την ακολουθεί σ' όλο της το μήκος.

Στην "Οικία του Αρχιερέως" που βρίσκεται νοτιότερα από την "Οικία Τσούντα" ανακαλύφθηκαν τμήματα θαυμάσιων τοιχογραφιών πολύ καλά διατηρημένων. Εικονίζουν κυρίως οκτώσχημες ασπίδες σε διάφορα μεγέθη. Από εδώ προέρχεται και η γνωστή "Μυκηναία", η τοιχογραφία που εικονίζει γυναικεία μορφή που κρατά περιδέραιο. Οι τοιχογραφίες είχαν πέσει από τον επάνω όροφο και χρονολογούνται στην ΥΕ ΙΙΙ Β περίοδο με βάση την κεραμική που βρέθηκε στο ίδιο σημείο.

Είναι σαφές ότι σ' αυτή την περιοχή ήταν συγκεντρωμένα τα ιερά και οι χώροι λατρείας της ακρόπολης. Μετά από την αρχική τους διαμόρφωση γύρω στα 1250 π.Χ. τα κτίρια του Θρησκευτικού Κέντρου υπέστησαν διάφορες καταστροφές και μετασκευές. Η πρώτη μεγάλη καταστροφή έγινε προς το τέλος της ΥΕ ΙΙΙ Β περιόδου. Η αιτία ήταν ένας ισχυρός σεισμός που κατέστρεψε το ανάκτορο και άλλα κτίρια της ακρόπολης. Τα δείγματα του σεισμού είναι πράγματι σαφή: οι τοίχοι των δωματίων έχουν μετακινηθεί, οι οροφές έχουν καταπέσει, ενώ ένας σκελετός βρέθηκε καταπλακωμένος από τα ερείπια. Ο στρογγυλός βωμός που βρισκόταν εμπρός από τα κτίρια των "Ειδώλων" και των "Τοιχογραφιών" σφραγίστηκε, καλύφθηκε με παχύ στρώμα πλέσιας και δεν ξαναχρησιμοποιήθηκε. Είναι γνωστό ότι στην αρχαιότητα πίστευαν πως ο σεισμό ή βεβηλώνει τους βωμούς ή τους καθαγιάζει. Και στις δύο περιπτώσεις η ιερότητα του σημείου όφειλε να μείνει αδιατάρακτη από ανθρώπινη επέμβαση. Μετά από τη μεγάλη αυτή καταστροφή τα κτίρια επισκευάστηκαν. Μια μεγάλη πυρκαγιά τα κατέστρεψε και πάλι στο τέλος της ΥΕ ΙΙΙ Β περιόδου ή στις αρχές της ΥΕ ΙΙΙ Γ γύρω στα 1200 με 1190 π.Χ. Επισκευάστηκαν όμως και πάλι και εξακολούθησαν να είναι σε χρήση έως το τέλος της Μυκηναϊκής εποχής. Πολύ αργότερα, στην ελληνιστική εποχή, κτίσθηκαν σπίτια επάνω στα μυκηναϊκά ερείπια γι' αυτό και η περιοχή αυτή είναι πολύ κατεστραμμένη.

 

Ανάκτορο

Στο υψηλότερο σημείο του λόφου των Μυκηνών είναι κτισμένο το ανάκτορο. Το σχέδιό του είναι απλό και αρμονικό. Τα κτίρια από τα οποία αποτελείται είναι διατεταγμένα σε διάφορα επίπεδα και έχουν εν μέρει θεμελιωθεί σε τεχνητά άνδηρα. Ο αρχιτέκτονας χειρίσθηκε με σοφό τρόπο τις ανωμαλίες του εδάφους και προσάρμοσε το κτίσμα στο φυσικό περιβάλλον. Τα ανάκτορο ανακάλυψε ο Τσούντας το 1885 και πραγματοποίησε τις πρώτες ανασκαφές τις οποίες αργότερα συνέχισε ο Wace και ο Μυλωνάς. Η μελέτη του χώρου δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

Το ανάκτορο γνώρισε πολλές οικοδομικές φάσεις με συνεχείς επεκτάσεις και συμπληρώσεις, οι βασικές όμως φάσεις είναι δύο: η πρώτη χρονολογείται στα μέσα του 14ου αι. (1350 π.Χ.) στην ΥΕ ΙΙΙ Α περίοδο, λίγο μετά την πρώτη τείχιση της ακρόπολης, και η δεύτερη στα μέσα του 13ου αι. (1250 π.Χ.) στην ΥΕ ΙΙΙ Β. Σ' αυτήν την φάση ανήκουν και ορισμένες μεγάλες μετασκευές του τέλους του 13ου αι. π.Χ. που πραγματοποιήθηκαν μετά από μία μεγάλη πυρκαγιά. Σήμερα φαίνεται η τελική μορφή του ανακτόρου, αυτή που είχε ο χώρος πριν από την καταστροφή του τέλους του 13ου αι.

Το εκτεταμένο συγκρότημα του ανακτόρου καλύπτει επιφάνεια 9.000 τ.μ. περίπου (170 Χ 50 μ.) και διαιρείται σε τρεις ενότητες: Στα επίσημα διαμερίσματα, στα ιδιωτικά διαμερίσματα της βασιλικής οικογένειας και στις βοηθητικές εγκαταστάσεις.

Το ανακτορικό συγκρότημα ήταν προσιτό από δύο προσβάσεις: την παλαιότερη από τον βορρά και τη νεότερη, πιο επίσημη, από τον νότο. Αυτή προσετέθη κατά την τελευταία μετασκευή του ανακτόρου μετά την πυρκαγιά, γύρω στο 1200 π.Χ.

Λίγο πιο κάτω από το βόρειο κλιμακοστάσιο συναντώνται οι δύο δρόμοι που ανέβαιναν προς την κορυφή του λόφου ακολουθώντας τα φυσικά μονοπάτια. Ο ένας έρχεται από τη δυτική κλιτύ και ο άλλος ξεκινά από τη βόρεια πύλη και συνεχίζει κατά μήκος του βόρειου τείχους.

Κοντά στο κατεστραμμένο άνω τμήμα του βόρειου κλιμακοστασίου, σχεδόν κάτω από το βόρειο άνδηρο, αυτό που στηρίζει τη βόρεια πτέρυγα του ανακτόρου και τους ελληνικούς ναούς, ανακάλυψε ο Wace το 1939 τέσσερα δωμάτια, από τα οποία τα δύο είναι φυλάκιο για τους φρουρούς της εισόδου, ενώ στο τρίτο βρέθηκε το σημαντικό ειδώλιο από ελεφαντόδοντο που εικονίζει σύμπληγμα δύο γυναικείων μορφών.

Το φυσικό μονοπάτι, μετά τη βόρεια κλίμακα, οδηγεί στο τετράγωνο πρόπυλο του ανακτόρου που αποτελείται από δύο μονόστυλες, σύμφωνα με τα μινωικά πρότυπα, στοές, μια προς βορρά και μια προς νότο, οι οποίες χωρίζονται μ' έναν εγκάρσιο τοίχο με πόρτα. Μια μακρόστενη αίθουσα, αριστερά, και μια κλίμακα οδηγούν αφενός στα βόρεια διαμερίσματα και αφετέρου στο δεύτερο πρόπυλο, τον δυτικό πυλώνα ο οποίος έκλεινε κανονικά με πόρτα.

Επίσημα διαμερίσματα

Τα επίσημα διαμερίσματα βρίσκονται στο νότιο τμήμα του ανακτόρου, σε χαμηλότερο επίπεδο από τα ιδιωτικά, σχετικά προφυλαγμένα από τους δυνατούς ανέμους. Στα επίσημα διαμερίσματα οδηγεί αφενός ο δυτικός πυλώνας και αφετέρου το μεγαλοπρεπές νότιο κλιμακοστάσιο. Τα διαμερίσματα αυτά αποτελούνται από το μέγαρο, τη μεγάλη αυλή, ένα τετράγωνο δωμάτιο που ήταν ξενώνας, και έναν άλλο βοηθητικό χώρο. Το νότιο τμήμα του μεγάρου είχε κρημνιστεί στον Χάβο μαζί με το δυτικό τείχος και έχει αναστηλωθεί.

Το μέγαρο είναι μια ορθογώνια κατασκευή (23 Χ 11,50 μ.) με είσοδο στη δυτική πλευρά. Διαιρείται σε τρία μέρη:

  1. Η αίθουσα είχε στην πρόσοψη δύο κίονες μεταξύ δύο παραστάδων - in antis. Οι λίθινες βάσεις των κιόνων σώζονται. Το δάπεδο της αίθουσας ήταν στρωμένο με πλάκες γυψόλιθου πιθανότατα κρητικής προέλευσης. Οι τοίχοι ήταν επιχρισμένοι με κονίαμα που έφερε στο κάτω μέρος ζώνη αμφημιροδάκων και τριγλύφων. Το καθαρά μυκηναϊκό διακοσμητικό αυτό θέμα περιέτρεχε και το κάτω μέρος των επικονιασμένων τοίχων της αυλής του μεγάρου και αποτελούσε επίσης τη γλυπτή διακόσμηση στη βάση των τοίχων της αίθουσας του μεγάρου της Τίρυνθας. Στην αίθουσα του ανακτόρου των Μυκηνών βρέθηκε βωμός και τράπεζα προσφορών. Μια μεγάλη δίφυλλη θύρα οδηγεί στον πρόδομο.
  2. Ο πρόδομος είχε τοίχους επίσης επιχρισμένους. Το δάπεδο είχε τριγύρω πλακόστρωση από γυψόλιθους ενώ στο κέντρο ήταν επιχρισμένο με ασβεστοκονίαμα που έφερε πολύχρωμα σχέδια: μεγάλα τετράγωνα με ερυθρά περιθώρια διακοσμημένα με οδοντωτές ταινίες γαλάζιες, ερυθρές και κίτρινες. Ένα παρόμοιο σχέδιο με τεθλασμένες γραμμές κοσμεί τους ημικίονες της εισόδου στον "Θησαυρό του Ατρέως". Ένα μεγάλο θυραίο άνοιγμα, το οποίο καθώς φαίνεται έκλεινε με παραπετάσματα, οδηγεί από τον πρόδομο στον δόμο. Σε μια ανάλογη διευθέτηση είναι πιθανό ότι αναφέρεται η γνωστή ομηρική έκφραση κοίλα θυράων
  3. Ο δόμος, ή κυρίως μέγαρο είναι πολύ επιβλητικός (12,96 Χ 11,50 μ.). Το δάπεδο είχε επίσης τριγύρω πλαίσιο από γυψόλιθους, ενώ το κέντρο ήταν επιχρισμένο με ασβεστοκονίαμα ζωγραφισμένο με πολύχρωμα τετράγωνα σχέδια. Βρέθηκαν τέσσερα στρώματα ασβεστοκονιάματος και τούτο είναι σημάδι ότι τα δάπεδα επισκευάζονταν συχνά. Οι τοίχοι ήταν τοιχογραφημένοι και έχουν σωθεί υπολείμματα τοιχογραφιών που εικονίζουν πολεμιστές, άλογα και τμήματα "ανακτορικών κτιρίων". Η αρχική παράσταση απεικόνιζε ίσως πολιορκία πόλης.

Στο κέντρο του δόμου σώζεται η μνημειακή εστία (διαμ. 3,10 μ.). Είναι υπερυψωμένη και αποτελείται από έναν δακτύλιο από πωρόλιθο και έναν πυρήνα από κόκκινο πηλό. Ήταν επιχρισμένη με δέκα διαδοχικές στρώσεις κονιάματος, πράγμα που σημαίνει ότι επισκευαζόταν και αυτή συχνά. Ο δακτύλιος εκοσμείτο με τρέχουσα σπείρα στο χείλος, ενώ στην εξωτερική του όψη έφερε διπλό φλογοειδές κόσμημα. Το θέμα της φλόγας είναι το κατεξοχήν συμβολικό διακοσμητικό κόσμημα της εστίας. Γύρω από την εστία τέσσερις κίονες ξύλινοι είχαν χάλκινη επένδυση τουλάχιστον στο κάτω μέρος. Ο θρόνος - όπως συμπεραίνουμε από τα ανάκτορα της Τίρυνθας και της Πύλου, όπου η θέση του διατηρείται - ήταν στον δεξιό τοίχο, αλλά καταστράφηκε όταν το τμήμα αυτό του ανακτόρου κρημνίστηκε στον Χάβο.

Η εστία εξυπηρετούσε κατ' αρχήν πρακτικούς σκοπούς. Χρησίμευε για τη θέρμανση, τον φωτισμό και περιστασιακά, για το ψήσιμο φαγητών. Είναι πολύ πιθανόν ότι η φλόγα διατηρείτο άσβεστη ώστε να υπάρχει ένα πυρήνας φωτιάς στο ανακτορικό συγκρότημα. Λόγω των πολλαπλών τους χρήσεων γίνονταν προσπάθειες να διατηρούνται οι εστίες καθαρές, γι' αυτό τις έβαφαν συχνά και έχουν πολλές επιζωγραφήσεις. Δεν είναι βεβαιωμένο εάν η εστία εξυπηρετούσε τελετουργικούς σκοπούς αλλά η θέση της στο κέντρο της επισημότερης αίθουσας του ανακτόρου, έδρας του ηγεμόνα, όπου γίνονταν δεκτοί οι σημαντικοί ξένοι, επιτρέπει την υπόθεση ότι οι εστίες, τουλάχιστον των ανακτόρων, είχαν έναν ορισμένο ιερό χαρακτήρα.

Το μέγαρο ανοίγει προς μια κεντρική αυλή (15 Χ 12 μ.). Το δάπεδό της ήταν στρωμένο με παχύ στρώμα κονιάματος στο οποίο διακρίνονται δύο φάσεις. Με διπλές εγχάρακτες γραμμές ήταν χωρισμένο σε τετράγωνα διακοσμημένα με διάφορα πολύχρωμα γραμμικά σχέδια. Η αυλή ήταν, καθώς φαίνεται, ανοικτή στον νότο, στην πλευρά δηλαδή που είχε την ωραιότερη θέα. Ο βόρειος τοίχος της ήταν κτισμένος με επιμέλεια και στο κάτω μέρος του έφερε διακόσμηση με ζώνη αμφημιροδάκων και τριγλύφων.

Στο δυτικό μέρος της αυλής, ένα ευρύχωρο δωμάτιο με τετράγωνη εστία στο κέντρο ήταν ξενώνας. Ανάλογη διευθέτηση παρουσιάζεται και στο ανάκτορο της Πύλου. Το δωμάτιο συγκοινωνεί μ' ένα μικρότερο, προφανώς λουτρό. Είναι φανερό ότι όλο αυτό το συγκρότημα - μέγαρο, αυλή και ξενώνας για επίσημους ξένους - είχε σχεδιασθεί σαν μια ενότητα. Κάτω από την αυλή του ξενώνα βρέθηκε ένα δωμάτιο που είχε στο κέντρο του έναν μεγάλο πεσσό. Αυτός ανήκει στο παλαιότερο ανάκτορο της ΥΕ ΙΙΙ Α περιόδου. Στην περιοχή αυτή διαμορφώθηκε στην ελληνιστική εποχή αποθήκη πίθων.

 

Ιδιωτικά διαμερίσματα

Τα ιδιωτικά διαμερίσματα της βασιλικής οικογένειας βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο, στην κορυφή του λόφου, και καταλαμβάνουν το βόρειο τμήμα του ανακτόρου. Ο χώρος αυτός είχε κατοικηθεί από παλαιά. Ανακαλύφθηκαν εδώ τα υπολείμματα ενός κτιρίου της ΥΕ Ι-ΙΙ περιόδου για το οποίο έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ήταν μια πρώιμη μορφή ανακτόρου και ανήκε στους πρώτους ηγεμόνες των Μυκηνών, σ' αυτούς που είχαν ταφεί στους λακκοειδείς τάφους. Δεν είναι όμως γνωστές πολλές λεπτομέρειες για το πρώιμο αυτό ανάκτορο διότι η περιοχή του είναι πολύ κατεστραμμένη. Στη θέση αυτή είχαν κτισθεί αργότερα δύο ελληνικοί ναοί, ένας αρχαϊκός τον 6ο αι. π.Χ. και ένας ελληνιστικός τον 3ο αι. π.Χ., αφιερωμένοι στην Αθηνά. Οι ναοί αυτοί έχουν τον ασυνήθιστο προσανατολισμό από βορρά προς νότο, ίσως επειδή κτίσθηκαν επάνω στα μυκηναϊκά διαμερίσματα και διατήρησαν τον προσανατολισμό τους, τον οποίον επέβαλαν οι κλιματικές συνθήκες. Πράγματι ισχυροί βόρειοι άνεμοι δέρνουν τον λόφο των Μυκηνών και ο προσανατολισμός προς νότο ήταν σχεδόν απαραίτητος για να προστατεύονται τα κτίσματα και οι ένοικοι.

Σ' ένα από τα δωμάτια της περιοχής αυτής ανακάλυψε ο Wace δύο φορητούς βωμούς και άλλα αντικείμενα, συνδύασε μάλιστα τα ευρήματα αυτά με τον προσανατολισμό των δύο ναών και συμπέρανε ότι είχε ανακαλύψει το ιερό των ανακτόρων και ότι οι ναοί ακολουθούσαν τον προσανατολισμό του ιερού αυτού. Αλλά τα μυκηναϊκά ιερά δεν είχαν καθορισμένο προσανατολισμό. Το δωμάτιο στο οποίο βρέθηκαν οι βωμοί ήταν, καθώς φαίνεται, χώρος αποθήκευσης ιερών αντικειμένων.

Τα ιδιωτικά διαμερίσματα είχαν πρόσβαση είτε από τη μακρόστενη αίθουσα που βρίσκεται πριν από τον δυτικό πυλώνα. είτε δια μέσου του "διαμερίσματος των παραπετασμάτων" στο οποίο οδηγεί ένας μακρύς διάδρομος μετά από τον πυλώνα. Το "διαμέρισμα των παραπετασμάτων" - που ονομάστηκε έτσι επειδή είχε τοιχογραφίες που θύμιζαν παραπετάσματα - έχει κτιστά θρανία στους τοίχους, εστία στο κέντρο και επικοινωνεί με μια κλίμακα με τη βόρεια πτέρυγα, γι' αυτό και έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι χρησίμευε σαν προθάλαμος για τους επισκέπτες των ιδιωτικών διαμερισμάτων.

Στην τελευταία οικοδομική φάση του ανακτόρου η πόρτα στην άκρη του νότιου διάδρομου καταργήθηκε και κτίσθηκε. Στην αίθουσα του μεγάρου δημιουργήθηκε μια άλλη πόρτα και μόνο από αυτήν μπορούσε πια κανείς να μπει στο "διαμέρισμα των παραπετασμάτων".

Δεξιότερα και κάπως υψηλότερα από αυτό το διαμέρισμα υπάρχει ένας χώρος με κόκκινο κονίαμα στο δάπεδο και μια βαθμίδα στη βάση των τοίχων. Επειδή εδώ κοντά περνά ένα αποχετευτικός αγωγός του ανακτόρου, χώρος αυτός θεωρήθηκε ότι είναι το λουτρό του ανακτόρου και ως σήμερα ακόμα ονομάζεται "λουτρό του Αγαμέμνονα", Η αποχέτευση όμως δε ανήκε στον χώρο αυτό αλλά σε άλλο υψηλότερο διαμέρισμα και επομένως δεν πρόκειται για λουτρό. Επάνω από τον νότιο διάδρομο, εκεί που τελειώνει η βόρεια πτέρυγα, υπήρχαν ασφαλώς εξώστες ανοιχτοί στη θέα του επιβλητικού τοπίου.

 

Ιδιωτικές εγκαταστάσεις

Το συγκρότημα των βοηθητικών εγκαταστάσεων βρίσκεται προς τα ανατολικά του ανακτόρου και εξαρτάται άμεσα από αυτό. Το πλησιέστερο προς το ανάκτορο κτίριο είναι το "Εργαστήριο των Καλλιτεχνών". Στην επίχωσή του βρέθηκαν απολεπίσματα ελεφαντόδοντου, τμήματα πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων, ορείας κρυστάλλου, ψήγματα χρυσού και άλλα κατάλοιπα από πολύτιμα υλικά. Από τα ευρήματα αυτά φαίνεται καθαρά ότι ο άναξ των Μυκηνών, όπως και ο βασιλιάς της Κνωσού, είχε στη διάθεσή του καλλιτέχνες που εργάζονταν γι' αυτόν στα "βασιλικά" εργαστήρια, μέσα στο ανάκτορο.

Δίπλα στο "Εργαστήρι των Καλλιτεχνών" υπάρχει μία πολυτελής τριώροφη οικία που ονομάσθηκε "Οικία των Κιόνων", γιατί είναι περιστοιχισμένη από στοές και κιονοστοιχίες. Αυτή ήταν παράρτημα του ανακτόρου και ανήκε σε κάποιο σημαντικό αξιωματούχο ή και συγγενή του βασιλιά. Οι πλούσιες αποθήκες της είχαν ασφαλώς σχέση με το ανάκτορο.

Δύο ακόμη κτίρια βρίσκονται σ' αυτή την πλευρά της ακρόπολης, το κτίριο "Δ" και το κτίριο "Γ". Στην περιοχή των κτιρίων αυτών κατέληγε το ένα σκέλος του δρόμου που ερχόταν από τη βόρεια πύλη ενώ το άλλο συνέχιζε προς τη βορειοανατολική επέκταση.

Το συγκρότημα του ανακτόρου και των παραρτημάτων του καταστράφηκε από πυρκαγιά στο τέλος της ΥΕ ΙΙΙ Β περιόδου, στο 1200 π.Χ., όταν καταστράφηκαν και όλα τα μυκηναϊκά ανάκτορα. Η ακρόπολη όμως ήταν ακόμη σε χρήση, τουλάχιστον ως το 1100 π.Χ. ή και λίγο αργότερα.

 

LAST_UPDATED2
 

Εγγραφειτε στο Newsletter μας


Έχουμε 6 επισκέπτες συνδεδεμένους

Το Site φαίνεται καλλίτερα με:
και 

Συντομα Βοηθητικα Μηνυματα

Το περιεχόμενο του Site που είναι προσβάσιμο από τους απλούς επισκέπτες είναι περιορισμένο. Μόνο τα μέλη έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο. Μόλις κάνετε Login θα εμφανισθούν όλες οι επιλογές από το Μενού Περιεχόμενα.