Gistor

(George's Site)

Διαφήμιση
Οπλοτεχνία PDF Εκτύπωση E-mail
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Πέμπτη, 30 Οκτώβριος 2008 10:54
Πολλά ξίφη έχουν βρεθεί στους τάφους των βασιλικών περιβόλων. Σύμφωνα με τις περιγραφές του Schliemann, 90 ξίφη συνόδευαν τους τρεις νεκρούς του τάφου V και 46 τους νεκρούς του τάφου IV, ενώ ο Karo αναφέρει αντίστοιχα 26 και 32 ξίφη καθώς και πολλά σπαράγματα. Οπωσδήποτε οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί και υποδηλώνουν ότι τα ξίφη αυτά δεν ήταν μόνο αφιερώματα. Είναι πιθανό να αντιπροσωπεύουν τις "κεφαλές" των εχθρών που οι νεκροί είχαν κατατροπώσει, ή ίσως να ήταν τρόπαια νικηφόρων μαχών ή και λάφυρα από επιδρομές και λεηλασίες.

Τα ξίφη των βασιλικών ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Ο τύπος Α είναι ο παλαιός μινωικός τύπος: Η λεπίδα είναι μακριά και στενή με στρογγυλεμένους ώμους. Ο οβελίσκος, δηλαδή η άκρη της λεπίδας που εισχωρεί μέσα στη λαβή, είναι λεπτός και εύθραυστος. Η λαβή, η οποία συχνά καταλήγει σε δύο κερατοειδείς αποφύσεις που αποβλέπουν στην προστασία του χεριού, καθώς και η επένδυσή της, επικαλύπτουν τη λεπίδα. Ο τύπος Β, χρονολογικά νεότερος, είναι τυπικά μυκηναϊκός: Η λεπίδα είναι κοντύτερη και φαρδύτερη από τη λεπίδα του τύπου Α, κατάλληλη όχι μόνο για να πλήττει αλλά και για να κόβει. Έχει ώμους τετραγωνισμένους και ελαφρώς μυτερούς. Ο οβελίσκος είναι φαρδύς, έχει σχεδόν το ίδιο πλάτος με τη λεπίδα, είναι αρκετά ισχυρός, έχει συχνά περιχείλωμα και στερεώνεται με πολλά καρφιά στη λαβή.

Οι λεπίδες έχουν κεντρική νεύρωση για να είναι πιο ανθεκτικές, και συχνά φέρουν εγχάρακτη διακόσμηση η οποία τοποθετείται εκατέρωθεν του κεντρικού αυτού νεύρου: στα ξίφη του τύπου Α προτιμώνται τα εικονιστικά θέματα, όπως οκτώσχημες ασπίδες, γρύπες και άλλα, τα οποία συχνά επιχρυσώνονται, ενώ στα ξίφη του τύπου Β η διακόσμηση των λεπίδων είναι απλή γραμμική. Τα επίμηλα, οι μύκητες, ήταν κατασκευασμένα από ποικίλα υλικά - ελεφαντόδοντο, αλάβαστρο, ξύλο ή κόκαλο - και έφεραν συχνά επιχρύσωση. Ορισμένα οστέινα ή ελεφάντινα επίμηλα έφεραν διακόσμηση από λεπτά, χρυσά σύρματα σφηνωμένα στο υπόθημα, τεχνική που ονόμασε ο Τσούντας "χρυσοκέντηση". Τόσο τα ξίφη όσο και τα εγχειρίδια είχαν ξύλινες ή δερμάτινες θήκες από τις οποίες σώζονται ορισμένα υπολείμματα. Οι θήκες είχαν επίσης επιχρυσώσεις.

Η επένδυση της λαβής ενός ξίφους από τον τάφο Δ αποτελείται από δύο χρυσά ελάσματα με έκτυπη σπειροειδή διακόσμηση που αγκαλιάζουν τους ώμους της λεπίδας σχηματίζοντας δύο αντιμέτωπες κεφαλές λιονταριών. Οι δύο εξωτερικές γωνίες της λαβής σχηματίζουν επίσης κεφαλές ζώων. Το επίμηλο του ξίφους ήταν από ελεφαντόδοντο και η λεπίδα κοσμείται με εγχάρακτους γρύπες.

Η λαβή ενός άλλου ξίφους από τον τάφο IV παρουσιάζει μια εξαιρετικά περίτεχνη εργασία. Είναι ξύλινη και καλύπτεται με έλασμα χρυσού που έχει ένθετη διακόσμηση από lapis lazuli και ορεία κρύσταλλο. Οι ενθέσεις σχηματίζουν άνθη στο επάνω μέρος της λαβής και φολίδες στο κάτω. Η λαβή αγκαλιάζει τη χάλκινη λεπίδα του ξίφους και οι δύο άκρες της καταλήγουν σε κεφαλές φιδιών, ένθετες από ορεία κρύσταλλο. Ο τύπος της ένθεσης θυμίζει την περίκλειστη τεχνική. Στη μινωική Κρήτη ήταν γνωστή η τεχνική αυτή, και μάλιστα μια πινακίδα από το Μάρι της Μεσοποταμίαςαναφέρει ένα μαχαίρι καφτορίτικο - κρητικό - που η περιγραφή του θυμίζει το ξίφος του τάφου IV, στο οποίο είναι εμφανής η συγγένεια με τη μινωική τέχνη, αν και διατηρεί τη μυκηναϊκή του ταυτότητα.

Στα εγχειρίδια η κεντρική ενίσχυση δεν είναι απαραίτητη και η κενή επίπεδη επιφάνεια στη μέση της λεπίδας προσφέρεται για διακόσμηση, η οποία στα πολυτελή εγχειρίδια είναι ένθετη και αποτελείται από ελάσματα πολύτιμων μετάλλων. Συνήθως διακοσμούνται και οι δύο όψεις του όπλου. Η τεχνική της ένθεσης πολύτιμων μετάλλων - σε συνδυασμό ή όχι με νιέλλο - είναι μια τεχνική εξαίρετη και σπάνια που προοριζόταν για τη διακόσμηση αντικειμένων γοήτρου, από τα οποία έχουν διασωθεί μόνο λίγα παραδείγματα, κύπελλα και εγχειρίδια. Δεν είναι όμως γνωστό εάν η ένθετη διακόσμηση συνηθιζόταν μόνο σ' αυτές τις δύο κατηγορίες αντικειμένων.

Τα τρία εγχειρίδια με τις ένθετες παραστάσεις από τους τάφους IV και V είναι μοναδικά επιτεύγματα της ελληνικής τέχνης. Το ένα εγχειρίδιο από τον τάφο IV έχει στη κάθε όψη του μια ένθετη παράσταση που εικονίζει τρία λιοντάρια που τρέχουν με "ιπτάμενο καλπασμό". Στο έλασμα που προοριζόταν για την ένθεση έχουν ανοιχθεί κοιλότητες σε σχήμα λιονταριού, στις οποίες έχουν τοποθετηθεί ελάσματα χαλκού που έχουν το ίδιο σχήμα και που προεξέχουν ελαφρά. Επάνω σ' αυτά έχουν τοποθετηθεί άλλα ελάσματα, χρυσά, εργασμένα με την έκτυπη τεχνική. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται η εντύπωση μιας παράστασης ανάγλυφης. Επινιέλλωση δεν υπάρχει εδώ, αλλά τα χρυσά ελάσματα έχουν στερεωθεί με μικροσκοπικά καρφιά που έχουν συγχρόνως πρακτικό και διακοσμητικό ρόλο. Οι λεπτομέρειες είναι εγχάρακτες. Το σώμα και τα κεφάλια των ζώων είναι κίτρινα, η χαίτη κοκκινωπή. Γύρω από τα λιοντάρια το βραχώδες τοπίο αποδίδεται με μέταλλα διαφόρων χρωμάτων.

Το εικονιστικό θέμα του εγχειριδίου αυτού δεν παραπέμπει καθόλου στη μινωική Κρήτη. Το θέμα των άγριων ζώων σε καλπασμό, αλλά και ο τρόπος με τον οποίον αποδίδεται, ανήκουν στη γνήσια μυκηναϊκή τεχνοτροπία. Τα σώματα έχουν σαφήνεια και σωστές ανατομικές λεπτομέρειες. Παρατηρούμε ότι η σύνθεση, αν και εικονίζει κίνηση, έχει μια στατικότητα την οποία αυξάνει, κατά κάποιο τρόπο, η επιβλητικότητα των μορφών. Μια μεγαλοπρέπεια αναδίδεται από τη γνήσια αυτή μυκηναϊκή εικόνα.

Το άλλο εγχειρίδιο από τον τάφο IV είναι το μεγαλύτερο από τα τρία. Οι ένθετες λωρίδες είναι ελαφρώς κυρτές και κοσμούνται με παραστάσεις. Στη μία όψη εικονίζονται λιοντάρια που επιτίθενται σε μια αντιλόπη, ενώ στην άλλη εικονίζεται κυνήγι λιονταριού. Πέντε άνδρες με περισκελίδες είναι οπλισμένοι με τόξα, δόρατα και μεγάλες ασπίδες, οκτώσχημες και πυργόσχημες, δεν φορούν κράνη. Ένα πληγωμένο λιοντάρι έχει ρίξει κάτω τον έναν άνδρα, ενώ δύο άλλα τρέπονται σε φυγή. Οι μορφές αποδίδονται με ελάσματα χρυσού, τα δόρατα με χάλκινο σύρμα. Οι λεπτομέρειες δηλώνονται με εγχαράξεις που περιέχουν νιέλλο, δείγμα ότι το εγχειρίδιο είχε επινιελλωθεί. Η σκηνή έχει ένταση. Συλλαμβάνουμε ένα στιγμιότυπο όπου η δράση κορυφώνεται καθώς τα πόδια λυγίζουν, τα όπλα σηκώνονται και το μεγάλο άγριο λιοντάρι επιτίθεται. Η νίκη ακόμη δεν κλίνει με το μέρος καμιάς από τις αντιμαχόμενες πλευρές. Ο τεχνίτης έχει χειρισθεί με επιδεξιότητα το θέμα των ασπίδων, που εικονίζονται άλλες από την εμπρός και άλλες από την πίσω όψη. Ευρηματική είναι επίσης και η στάση του τοξότη που δεν έχει ασπίδα και γι' αυτό εικονίζεται γονατιστός, έτσι ώστε να καλύπτεται από τους συντρόφους του. Η οπτική εντύπωση που δημιουργεί η παράσταση είναι δυνατή και δημιουργείται όχι μόνο από τις ανταύγειες των διαφόρων μετάλλων, αλλά και από την ποικιλία των στάσεων, των κινήσεων και του οπλισμού των ανδρών. Πέρα όμως απ' αυτά, την εντύπωση τονίζουν και οι τεχνοτροπικές αντιθέσεις: τα σώματα είναι λεπτά και έχουν τη μινωική σιλουέτα, ενώ το θέμα είναι καθαρά μυκηναϊκό: κυνήγι με άγρια ζώα και ένοπλους άνδρες. Το εγχειρίδιο είναι ένα θαυμάσιο κράμα της μινωικής και της μυκηναϊκής τεχνοτροπίας.

Το εγχειρίδιο από τον τάφο V είναι το μικρότερο, αλλά και το πιο ενδιαφέρον γιατί παρουσιάζει την πιο περίπλοκη τεχνική. Εικονίζεται μια σκηνή που εκτυλίσσεται στις όχθες ενός ποταμού, ίσως του Νείλου, βασισμένη σε ανάλογες αιγυπτιακές. Δύο αιλουροειδή που μοιάζουν με λεοπαρδάλεις κυνηγούν στην όχθη του ποταμού. Λαμπερά ψάρια κολυμπούν στο νερό, ενώ στυλιζαρισμένοι πάπυροι προσδιορίζουν το βάθος. Στο εγχειρίδιο έχει εντεθεί χάλκινο έλασμα στην κάθε πλευρά, που αποτελεί τη βάση για τη διακόσμηση. Το ποτάμι αποδίδεται με ένα δεύτερο έλασμα χαλκού που έχει σφυρηλατηθεί πάνω στο πρώτο και εξέχει ελαφρά. Τα ψάρια είναι από αργυρό έλασμα πάνω σε χάλκινο υπόστρωμα και έχουν στερεωθεί με σφυρηλάτηση στη λωρίδα του ποταμού. Τα αιλουροειδή, τα πουλιά και τα φυτά αποδίδονται με ελάσματα από χρυσό και ήλεκτρο που έχουν σφηνωθεί πάνω σε άλλα ελάσματα χάλκινα και στη συνέχεια σφυρηλατήθηκαν στη χάλκινη βάση. Τα φτερά των πουλιών και τα φύλλα των παπύρων είναι αργυρά. Οι σταγόνες αίματος στο στήθος των πουλιών είναι από σκούρο κοκκινωπό ήλεκτρο. Οι λεπτομέρειες δηλώνονται με εγχάραξη. Ολόκληρη η σκηνή έχει επινιελλωθεί, εκτός από το ποτάμι, που έχει εξαιρεθεί για να διατηρήσει τη φυσική λάμψη του χαλκού με την οποία αποδίδεται η γυαλάδα του νερού.

Ένα κομψό εγχειρίδιο από τον τάφο V δεν κοσμείται με παράσταση. Η λεπίδα του φέρει ένθετη χρυσή ταινία με εγχάρακτη διακόσμηση από σπείρες και ρόδακες. Η επιφάνεια της χρυσής ταινίας έχει επινιελλωθεί και στιλβωθεί. Τα θέματα αυτά ακολουθούν αρμονικά το σχήμα της λεπίδας και το μέγεθός τους μειώνεται κλιμακωτά προς τη μυτερή άκρη.

Εγχειρίδια με ένθετες παραστάσεις έχουν βρεθεί και σε άλλους μυκηναϊκούς τάφους εκτός των λακκοειδών: στο Βαφειό, στις Φαρές της Αχαΐας, στην Πρόσυμνα. δύο παραδείγματα προέρχονται από θολωτό τάφο στο Μυρσινοχώρι (Ρούτση) της Μεσσηνίας. στο ένα εικονίζονται αιλουροειδή ενώ το άλλο κοσμείται με ναυτίλους που θυμίζουν τον μινωικό θαλάσσιο ρυθμό. Παρατηρούμε ότι ενώ έχουν κατασκευασθεί με την ίδια τεχνική, η εκτέλεση είναι απλούστερη: τα ένθετα ελάσματα είναι λεπτά και χωρίς υπόβαθρο, ενώ οι παραστάσεις εικονίζουν απλά θέματα χωρίς δραματικό ή αφηγηματικό χαρακτήρα. Σε ένα εγχειρίδιο από την Πρόσυμνα εικονίζεται ένα δελφίνι σαν μοναδικό διακοσμητικό θέμα. Η λιτότητα της παράστασης αυτής, που είναι απλή και τολμηρή συγχρόνως, δημιουργεί ευχάριστη εντύπωση. Η τάση για απλούστευση που χαρακτηρίζει τη μυκηναϊκή τέχνη, φθάνει εδώ σε ακραίο σημείο πριν αρχίσει να τυποποιείται. Οι εγκοπές για τις ενθέσεις έχουν γίνει κατευθείαν επάνω στην λεπίδα. Η παράσταση του δελφινιού αποτελείται από ελάσματα χρυσού, αργύρου και χαλκού, που έχουν σταθεροποιηθεί με σμάλτο.

Δεν έχει εξακριβωθεί εάν τα πολυτελή εγχειρίδια με τις ένθετες διακοσμήσεις ανήκαν σε άνδρες ή γυναίκες. Σύμφωνα με μια θεωρία, οι κάτοχοί τους ήταν γυναίκες. Οι περισσότεροι όμως μελετητές δέχονται ότι τα εγχειρίδια αυτά συνοδεύουν μόνο ανδρικές ταφές σαν σύμβολα ηγεμονικής θέσης, insignia dignitatis.

Η τεχνική της ένθεσης πολύτιμων μετάλλων σε συνδυασμό με νιέλλο είναι σπάνια στη Μεσόγειο. Στην ηπειρωτική Ελλάδα ήλθε, καθώς φαίνεται, από τη Συρία, όπου εμφανίζεται για πρώτη φορά γύρω στο 2000 π.Χ. αν όχι λίγο νωρίτερα. Ορισμένα εγχειρίδια από τη Βύβλο που χρονολογούνται περίπου στο 1900 π.Χ. παρουσιάζουν την ίδια τεχνική με τα μυκηναϊκά, αλλά χαρακτηρίζονται από διαφορετική θεματογραφία. Οι Μινωίτες που είχαν στενές σχέσεις με τη Συρία και είχαν μάλιστα εγκαταστήσει παροικία στη Βύβλο, οπωσδήποτε θα γνώρισαν τα εγχειρίδια αυτά και την τεχνική της ένθεσης με νιέλλο. Εξάλλου ένα επινιελλωμένο εγχειρίδιο μυκηναϊκής τεχνοτροπίας, με ένθετη παράσταση μονόστομων πελέκεων, προέρχεται από τη Θήρα και χρονολογείται στην εποχή που το νησί ήταν άμεσα εκτεθειμένο στη μινωική επιρροή. Κανένα όμως παράδειγμα της τεχνικής αυτής δεν βρέθηκε στην Κρήτη. Είναι πάντως αξιοσημείωτο ότι σε αρκετά μυκηναϊκά εγχειρίδια διακρίνεται μινωική τεχνοτροπία και ίσως ο τεχνίτης να ήταν πράγματι Κρητικός. Δεν αποκλείεται κάποιος να έμαθε την τεχνική αυτή και να εργάσθηκε για λογαριασμό των Μυκηναίων.

Η τεχνική της ένθεσης εξακολούθησε να χρησιμοποιείται στην Ελλάδα περίπου ως την καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων.

 

LAST_UPDATED2
 

Εγγραφειτε στο Newsletter μας


Έχουμε 12 επισκέπτες συνδεδεμένους

Το Site φαίνεται καλλίτερα με:
και 

Συντομα Βοηθητικα Μηνυματα

Το περιεχόμενο του Site που είναι προσβάσιμο από τους απλούς επισκέπτες είναι περιορισμένο. Μόνο τα μέλη έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο. Μόλις κάνετε Login θα εμφανισθούν όλες οι επιλογές από το Μενού Περιεχόμενα.