echo $parameters['introduction'] ?>
(George's Site)
Αθήνα (ΜΓ Ι) |
![]() |
![]() |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator |
Τετάρτη, 05 Νοέμβριος 2008 19:03 |
![]()
Τα πλούσια αυτά ευρήματα συμπληρώνουν εκείνα που βρέθηκαν σε τέσσερις, λίγο μεταγενέστερους, τάφους του Κεραμεικού, των οποίων η κεραμική ανήκει, εν μέρει ή εντελώς, στη ΜΓ Ι περίοδο. Οι τρεις από αυτούς, αρ. 41-43, βρίσκονται πολύ κοντά ο ένας στον άλλο στο ανατολικό άκρο του νεκροταφείου, στη νότια όχθη του Ηριδανού. Οι πλησιέστεροι τάφοι ανήκουν σε δύο πολεμιστές της προηγούμενης γενιάς (αρ. 2, 38), συνοδευμένους από πλούσια κτερίσματα, και σε μια γυναίκα με πλούσια επίσης κτερίσματα του 900 περ. π.Χ. (ΠΓ τάφος 48). Οι νεκροί που εξετάζουμε ανήκουν επίσης ολοφάνερα στους αρίστους της εποχής τους. Θα μπορούσε ν' αναρωτηθεί κανείς μήπως το τμήμα αυτό του νεκροταφείου προοριζόταν αποκλειστικά για ένα ιδιαίτερο γένος ή για μια αριστοκρατική οικογένεια. Δυστυχώς το πενιχρό σκελετικό υλικό που απέμεινε από τις καύσεις δεν μας επιτρέπει να μελετήσουμε την πιθανή συγγένεια μεταξύ των νεκρών. Είναι ωστόσο βέβαιο ότι οι νεκροί τω τάφων 42-43 θεωρούνται άτομα ξεχωριστής σημασίας, αν κρίνουμε από τους μνημειακούς κρατήρες, οι βάσεις των οποίων βρέθηκαν in situ αμέσως πάνω από τους τεφροδόχους αμφορείς. Ο τέταρτος και νεότερος πλούσιος τάφος (αρ. 13) ανήκει σε νεαρό πολεμιστή θαμμένο με το σιδερένιο ξίφος του και έχει ως σήμα μια αδροδουλεμένη λίθινη στήλη. Ο τάφος πρέπει ν' ακολουθεί κάποια νέα μόδα και έχει στο εσωτερικό μια όρθια πλάκα, που τον χωρίζει στα δύο. Στον ένα χώρο τοποθετήθηκαν τα καμένα ή άκαυτα κτερίσματα, στον άλλον τα υπολείμματα της πυράς. Ανάμεσα στα τελευταία επισημαίνουμε ιδιαίτερα τέσσερις σιδερένιους δακτυλίους, που είναι τα κέντρα των τροχών του άρματος, το οποίο πιθανότατα μετέφερε τον νεαρό αριστοκράτη στον τάφο του. Και οι τέσσερις ταφές διαταράχτηκαν πολύ κατά τους Υστερογεωμετρικούς χρόνους και ο τάφοι 41-43 διασώθηκαν μόνο κατά το ήμισυ, χωρίς σχεδόν καθόλου κτερίσματα από την πυρά. Οι τεφροδόχοι όμως ήταν όλες ανέπαφες και η ποικιλία των σωζόμενων ευρημάτων είναι εντυπωσιακή. Ο τάφος 41 έχει γυναικεία καύση σε τεφροδόχο αμφορέα του επιγάστριου τύπου (δηλ. με λαβές στην κοιλιά), παρόμοιο με εκείνον της ταφής του Αρείου Πάγου, και περιείχε τρία πλατιά χρυσά δαχτυλίδια, δύο επιχρυσωμένες σιδερένιες περόνες με ξύλινο σφαιρικό έξαρμα και χρυσή κεφαλή (η μία πολύ κατεστραμμένη), δέκα χάλκινες πόρπες (πέντε ζεύγη) και ένα αποσπασματικό ελεφαντοστέινο αντικείμενο. Το ελεφαντοστέινο αυτό είναι ίσως σφραγίδα με μορφή βάσης τριγωνική, πάνω στην οποία προσαρμόστηκαν δύο κεφαλές πάπιας. Πλαισιώνεται από ταινία με μικρά διάστικτα τρίγωνα, όπως και οι σφραγίδες του Αρείου Πάγου, και προέρχεται μάλλον από το ίδιο τοπικό εργαστήριο. Τα δύο από τα χρυσά δαχτυλίδια είναι απλά, με ένα πλαίσιο με έκκρουστες κουκκίδες, ενώ το τρίτο έχει ραβδώσεις που θυμίζουν δαχτυλίδια από το Λευκαντί και την Κύπρο. Η περόνη είναι το πρώτο αττικό παράδειγμα που θα μπορούσε να συγκριθεί με τις καλλίτερες περόνες της Αργολίδας. Συνδυάζει το πολύ προχωρημένο σχήμα (κεφαλή με δίσκο και απόληξη, προσεγμένοι έξεργοι δακτύλιοι πάνω και κάτω από το έξαρμα), με έναν νέο τύπο διακόσμησης: οριζόντια S χαραγμένα περιμετρικά στο πάνω μέρος του δίσκου και τέσσερις ζώνες τεθλασμένων γραμμών επάνω στο επιχρυσωμένο στέλεχος. Δύο χάλκινες περόνες, που λέγεται ότι προέρχονται από ένα ταφικό σύνολο της Αττικής, έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά, με εγχάρακτες τεθλασμένες γραμμές και σταυρούς. Αρκετά διαφέρει η περίεργη χάλκινη περόνη από τον τάφο 13, η κεφαλή της οποίας παίρνει τη μορφή ανθρώπινου ποδιού με υπόδημα, πρόκειται για περίεργη σύλληψη, που τη συναντάμε και στις λαβές δύο πήλινων κυπέλλων, τα οποία προέρχονται από πλούσιους τάφους των μέσων του 9ου αι. Ακόμη πιο περίτεχνες είναι οι πόρπες αυτής της περιόδου. Κατά την προηγούμενη περίοδο συνέχιζαν τον απλό πρωτογεωμετρικό τύπο με το δύσκαμπτο τόξο. Στις πόρπες αυτού του τύπου το τόξο, που διαπλατυνόταν στο κέντρο, είχε πλαστικούς δακτυλίους στα άκρα, που το ένωναν με το πλακίδιο της πόρπωσης και με τη συστροφή της περόνης. Τώρα όμως, όπως και με τις περόνες, αναπτύσσεται μια έντονη διακοσμητική τάση, που απαιτούσε μεγάλες και επίπεδες επιφάνειες. Ένα έξοχο ζεύγος, έχει σφυρήλατο τόξο και μακρύ (πεπλατυσμένο με στενή απόληξη) πλακίδιο πόρπωσης, τα οποία καλύπτονται από άφθονα εγχάρακτα μοτίβα: τεθλασμένες και ενάλληλες γραμμές, σταυροειδή και οριζόντια σιγμοειδή (S). Αυτό το πείραμα όμως δεν είχε συνέχεια. Στις 8 από τις 10 πόρπες του τάφου 41 υιοθετήθηκε μια πιο πρακτική λύση: το τόξο σφυρηλατείται σε σχήμα ημισελήνου, στο ίδιο επίπεδο με το πλακίδιο πόρπωσης. Και στις δύο όψεις του καθενός υπάρχει ένας διάστικτος αγκυλωτός σταυρός πλαισιωμένος από δύο, επίσης διάστικτα, ψάρια. Στις δύο μεγαλύτερες πόρπες μόνο το πλακίδιο πόρπωσης είναι σφυρήλατο, έχει χαλαρό τετράπλευρο σχήμα και δέχεται την κύρια διακόσμηση: στη μια περίπτωση είναι ένα καλοχαραγμένο πλοίο (διατηρείται μόνο η πλώρη, αλλά μπορούμε να συμπληρώσουμε το ακρόπρωρο [ακροστόλιον, χηνίσκος], το έμβολο και το δικτυωτό κιγκλίδωμα), με ένα ψαράκι που κολυμπά από κάτω, και πλαίσιο από ενωμένα ημικύκλια και οριζόντια σιγμοειδή. Συμπληρωματικά διακοσμητικά μοτίβα (οριζόντια σιγμοειδή και τεθλασμένες) εμφανίζονται στο επίμηκες επίπεδο στέλεχος μεταξύ του πλακιδίου πόρπωσης και του τόξου, και λιγότερα στο καθαυτό τόξο. Αυτές οι πρωτοποριακές πόρπες του τάφου 41 εισάγουν τους δύο πιο φιλόδοξους γεωμετρικούς τύπους, οι οποίοι διακρίθηκαν αργότερα. Ειδικά το τετράπλευρο πλακίδιο δεχόταν συχνά ένα εικονιστικό θέμα, και ίσως έτσι ξεκίνησε μια παρόμοια μόδα στην κεραμική, όπου για πρώτη φορά στην ΜΓ ΙΙ εμφανίζονται μικρές τετράπλευρες πλαισιωμένες μετόπες με εικονιστικές παραστάσεις. Ο επόμενος τάφος (αρ. 42) περιείχε μια ανδρική καύση σε τεφροδόχο αμφορέα, σφραγισμένο, ως συνήθως, με χάλκινη Το διάδημα από λεπτό φύλλο χρυσού χρυσού είναι ένα ακόμη ανατολίτικο κόσμημα που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αθήνα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Βρέθηκε ένα στον τάφο αρ. 42, ένα στον τάφο 43, δύο στον τάφο 13 και πέντε σε πλούσιους τάφους, σε άλλες περιοχές του οικισμού. Όλα τα διαδήματα, εκτός από ένα, σχετίζονται με ανδρικές καύσεις. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ή ιδέα ήρθε μέσω της Κύπρου, και ένα λίγο πρωιμότερο παράδειγμα από έναν τάφο της Κνωσού έχει εισαχθεί πιθανώς από την Κύπρο. Όλα όμως τα αθηναϊκά διαδήματα φαίνονται σαν ντόπια έργα, με εμπίεστα και ανάγλυφα μοτίβα τεθλασμένων γραμμών, που εντάσσονται στη γεωμετρική παράδοση. Στην Αθήνα συναντάμε τώρα περισσότερα διαδήματα από όσα σε οποιαδήποτε άλλη περίοδο πριν τα μέσα του 8ου αι.
|
LAST_UPDATED2 |