Gistor

(George's Site)

Διαφήμιση
Αθήνα PDF Εκτύπωση E-mail
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Τετάρτη, 01 Απρίλιος 2009 10:43

Κατά τον 7ο αι. π.Χ., την πρώιμη αρχαϊκή περίοδο, πιστεύεται ότι η Αθήνα πέρασε δύσκολη κατάσταση. Η εγκατάλειψη πολλών πηγαδιών στην περιοχή της Αγοράς και οι στατιστικές νεκροταφείων της Αττικής είχαν ερμηνευθεί ως ένδειξη μείωσης του πληθυσμού στο πρώτο μισό του 70 αι. π.Χ., φαινόμενο που είχε αποδοθεί σε παρατεταμένη ανομβρία, η οποία οδήγησε σε επιδημίες. Αυτές οι ενδείξεις παρακμής ενισχύονταν από την έλλειψη σημαντικών οικιστικών καταλοίπων της εποχής αλλά και από την απουσία της Αθήνας από την αποικιακή εξάπλωση, που την εποχή αυτή έχει φθάσει στο απόγειό της. Παρόλο που η άποψη αυτή έχει βάσιμα αμφισβητηθεί, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο 7ος αι. π.Χ. ήταν μία δύσκολη περίοδος που χαρακτηρίστηκε από συγκρούσεις των αριστοκρατικών γενών και από ατμόσφαιρα πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής. Παρά ταύτα, η εισαγωγή της οπλιτικής φάλαγγας, η νομοθεσία του Δράκοντος και η δημιουργία των πρώτων δημόσιων χώρων έδωσαν νέα ώθηση στην πολιτική και κοινωνική εξέλιξη.

Η οργάνωση της αττικής κοινωνίας σε ισχυρά αριστοκρατικά γένη αντανακλάται και στο νεκροταφείο του Κεραμεικού, όπου κατά τον 7ο και 6ο αι. π.Χ. παρατηρείται οργάνωση των τάφων σε μεγάλους τύμβους, όπου ενταφιάζονται τα μέλη των γενών μαζί με πλουσιότατα κτερίσματα. Η κίνηση αυτή ερμηνεύεται από τη σύγχρονη έρευνα ως "αντίδραση" των αριστοκρατών και επιστροφή τους σε παλαιότερα, ομηρικά, ταφικά έθιμα.

Ο 7ος αι. π.Χ. είναι η μοναδική περίοδος κατά την οποία η Αττική εισάγει περισσότερα αγγεία, κυρίως κορινθιακά, απ' ότι εξάγει, αν και οι πειραματισμοί στη λεγόμενη πρωτοαττική αγγειογραφία είναι τολμηροί, με τα μυθολογικά θέματα να κυριαρχούν για πρώτη φορά σε όλη την επιφάνεια των αγγείων.

Η δυσχερέστατη θέση των πολλών οδήγησε πιθανόν σε εξέγερση και ίσως επακόλουθό της ήταν η απόπειρα του Αθηναίου ευγενούς και ολυμπιονίκη Κύλωνος, το 632 π.Χ. να καταλάβει την εξουσία και να γίνει τύραννος. Με την βοήθεια των Μεγαρέων κυρίευσε την Ακρόπολη, αλλά οι Αθηναίοι αντέδρασαν και η απόπειρά του απέτυχε. Ο ίδιος διέφυγε, αλλά τους άλλους συνωμότες, παρά τις διαβεβαιώσεις, τους εφόνευσαν. Υπεύθυνοι θεωρήθηκαν οι Αλκμεωνίδες, περιώνυμο γένος των Αθηνών, οι οποίοι και εξορίστηκαν. Λίγο αργότερα (περ. 621 π.Χ.) ο Δράκων ανέλαβε να συντάξει νόμους. Δικαίωμα στη διοίκηση της πόλης είχαν όσοι Αθηναίοι κατείχαν σεβαστή περιουσία και μπορούσαν να παρέχουν τον οπλισμό τους. Από αυτούς κατόπιν κληρώσεως συγκροτήθηκε και η βουλή των τετρακοσίων και ενός, που ασκούσε τη διοίκηση, ενώ η βουλή του Αρείου Πάγου είχε την επιμέλεια της τηρήσεως των νόμων και τον έλεγχο των αρχόντων.

Ο δανεισμός "επί σώμασι" συνέχισε να ισχύει, οι πολλοί ήσαν δούλοι των ολίγων και η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των τελευταίων. Ο λαός εξεγέρθηκε εναντίον τους και η σύγκρουση υπήρξε ισχυρή. Οι δύο πλευρές επέλεξαν διαλλακτή και άρχοντα τον Σόλωνα (594 π.Χ.). Εκείνος ελευθέρωσε τον δήμο, απαγόρευσε τον δανεισμό, παρέγραψε τα χρέη των πολλών, δημόσια και ιδιωτικά, και κατήργησε τους νόμους του Δράκοντος πλην του νόμου περί φονικών. Θέσπισε νέους νόμους, τους οποίους ανέγραψαν και έστησαν στην Βασίλειο στοά. Οι Αθηναίοι αναλόγως του εισοδήματος (πεντακοσιμέδιμνοι, ιππείς, ζευγίται) μπορούσαν να μετέχουν στην διοίκηση της πόλεως και να αναλαμβάνουν αντιστοίχως μεγαλύτερα ή μικρότερα αξιώματα. Οι πολίτες με μικρότερο εισόδημα είχαν δικαίωμα μόνον να συμμετέχουν στην εκκλησία του δήμου και τα δικαστήρια. Την βουλή συγκρότησε από 400 πολίτες, εκατό από κάθε μία από τις τέσσερις φυλές, ενώ στην βουλή του Αρείου Πάγου ανέθεσε τον έλεγχο της εφαρμογής των νόμων.

Από την εποχή αυτή σώζονται οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες για τη λειτουργία του πολιτεύματος, γεγονός που πιστοποιείται και από τις πρώτες αρχαιολογικές ενδείξεις για την ίδρυση της Αγοράς, στην ομαλή πλαγιά δίπλα στον λόφο του Αγοραίου Κολωνού και τη διαμόρφωσή της σε πολιτικό κέντρο. Η περιοχή δεν ήταν ελεύθερη και, εκτός από λίγους τάφους, φαίνεται ότι καλυπτόταν από κεραμικά εργαστήρια, όπως υποδηλώνει η τελευταία μελέτη της κεραμικής από αποθέσεις και πηγάδια της περιοχής. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να έγιναν από την αθηναϊκή πολιτεία σταδιακές απαλλοτριώσεις ιδιωτικών χώρων για τη διαδοχική κατασκευή των δημόσιων οικοδομημάτων. Τα πρώτα δημόσια κτήρια βρέθηκαν κάτω από τα θεμέλια του κλασικού Βουλευτηρίου και πιστεύεται ότι ίσως στέγαζαν τη σολώνεια Βουλή των Τετρακοσίων.

Μέχρι τότε, η έδρα της εξουσίας και των διαφόρων θεσμών της αθηναϊκής πολιτείας βρισκόταν στην Ακρόπολη και, ίσως από τον 7ο αι. π.Χ., και σε κάποια δημόσια κτήρια που είχαν κτιστεί στη βορειοανατολική πλαγιά της. Η περιοχή αυτή των Αθηνών, που ονομαζόταν από τους μεταγενέστερους Αθηναίους "Αγορά του Θησέως" προς διάκριση από την Αγορά των κλασσικών χρόνων ή του "Σόλωνος", περιελάμβανε πολλά δημόσια οικοδομήματα, όπως το Βουκολείο, το Θεσμοθετείο και το Πρυτανείο, στο οποίο είχε στηθεί προς κοινή θέα η σολώνεια νομοθεσία. Υπήρχαν επίσης εκεί και ιερά όπως το Θεσμοφορείο, το Ανάκειο (ιερό των Διοσκούρων) και το Θησείο, που ιδρύθηκε μετά το 476/5 π.Χ. από τον Κίμωνα. Στα οικοδομήματα αυτά δεν έχουν αποδοθεί ακόμη σαφή αρχαιολογικά κατάλοιπα λόγω των περιορισμένων ανασκαφικών ερευνών στη συνοικία της Πλάκας. Γενικά η περιοχή της πρώιμης Αγοράς τοποθετείται μεταξύ των οδών Αδριανού και Τριπόδων, αλλά μια τελευταία θεωρία προτείνει να αποδοθούν στο Πρυτανείο τα ερείπια που βρίσκονται στην πλατεία της Αγίας Αικατερίνης, στην οδό Λυσικράτους.

Κατά τον πρώιμο 6ο αι. π.Χ. (590-580 π.Χ) φαίνεται ότι ιδρύθηκε ο πρώτος μνημειακός ναός, το πρώτο Εκατόμπεδο στην Ακρόπολη, ενώ στην πόλη, στην περιοχή του Ολυμπιείου, ίσως να οικοδομήθηκε δωρικός ναός, τα θεμέλια του οποίου, διαστάσεων 31Χ60 μ., έχουν βρεθεί κάτω από το μεταγενέστερο ναϊκό οικοδόμημα. Ταυτόχρονα, η εμφάνιση της μνημειακής γλυπτικής την εποχή αυτή, οδηγεί στη δημιουργία των πρώτων αγαλμάτων κούρων και κορών, που στήνονται σε όλη τη διάρκεια του αιώνα, είτε ως αναθήματα στα μεγάλα ιερά (Ακρόπολη, Σούνιο), είτε ως επιτάφιο στα νεκροταφεία αστών (Κεραμεικός) ή γαιοκτημόνων (Μεσόγαια). Επίσης, η ανάπτυξη της μελανόμορφης αγγειογραφίας και η παραγωγή εξαιρετικών κεραμικών έργων οδηγεί στην αύξηση των εξαγωγών και στη σταδιακή κυριαρχία της Αττικής στις διεθνείς αγορές, κυρίως εις βάρος της ανταγωνίστριας Κορίνθου, στοιχεία που ενισχύει σημαντικά την αθηναϊκή οικονομία.

 

 

 

Η τυραννίδα

Η τυραννίδα

Με την αναχώρηση του Σόλωνος από την πόλη, για να αποφύγει τις πιέσεις να αλλάξει την μία ή την άλλη διάταξη, ξέσπασαν νέες συγκρούσεις μεταξύ των πολιτών. Σχηματίστηκαν τρεις πολιτικές ομάδες, οι πεδιακοί, οπαδοί της ολιγαρχίας, οι πάραλοι, οπαδοί της μέσης πολιτείας, και οι δάκριοι, ηγέτης των τελευταίων ήταν ο Πεισίστρατος, τότε υποστηρικτής των πιο δημοκρατικών μέτρων.

Ο Πεισίστρατος πέτυχε το 546/5 π.Χ., να καταλάβει για τρίτη φορά τηξν αρχή και να εγκαταστήσει τυραννίδα, που όχι μόνο διήρκεσε μέχρι τον θάνατό του (528/7 π.Χ.), αλλά την διατήρησαν και οι γιοι του μέχρι το 511/10 π.Χ. Στην διοίκηση της πόλεως υπήρξε πράος και δίκαιος εφαρμόζοντας μέσα πολιτικά παρά τυραννικά. Διοικούσε κατά τους νόμους, φρόντιζε όμως πάντοτε να αναλαμβάνουν τα κύρια αξιώματα μέλης της οικογενείας του. Ιδιαιτέρως μερίμνησε για τους άπορους γεωργούς, τους παραχώρησε γη και χρηματικά δάνεια, και συνέστησε σώμα δικαστών που περιερχόταν την ύπαιθρο και επίλυε επί τόπου τις διαφορές μεταξύ πολιτών. Η εντατική καλλιέργεια της γης αύξησε τους πόρους της πόλεως, διότι ο Πεισίστρατος επέβαλε στους γεωργούς την καταβολή της δεκάτης των παραγομένων. Η παράλληλη ανάπτυξη της βιοτεχνίας και του εμπορίου οδήγησε στην ακμή της πόλεως. Την άνθηση αυτή αντανακλούν τα έργα στην Ακρόπολη, ή έναρξη της οικοδόμησης του ναού του Ολυμπίου Διός και του Πυθίου στην ίδια περιοχή, το Πεισιστράτειο υδραγωγείο και η κατασκευή της Εννεακρούνου, για να διοχετεύεται το νερό της πηγής Καλλιρρόης παρά τον Ιλισό. Αλλά και τα ιδιωτικά αναθήματα, κυρίως κορών, στην Ακρόπολη και στα άλλα ιερά της Αττικής, καθώς και τα πολυτελή επιτύμβια μνημεία κατά την Αττική, τα οποία έφεραν αγάλματα κούρων και κορών, συνιστούν μαρτυρίες της ακμής.

Η Ακρόπολη κατά τη διάρκεια της τυραννίας εξελίχθηκε σε ακμαίο ιερό, πλούσια κοσμημένο με ναούς και αγάλματα, κατάλοιπα των οποίων βρέθηκαν κτισμένα στο κλασικό τείχος ή θαμμένα σε λάκκους. Αυτό θεωρήθηκε αποτέλεσμα είτε της περσικής καταστροφής, είτε μιας σκόπιμης καταστροφής τους από τους ίδιους τους Αθηναίους αμέσως μετά την κατάργηση της τυραννίας.

Με βάση τα κατάλοιπα αυτά, έχει αναπτυχθεί μεγάλη φιλολογία για τη μορφή της αρχαϊκής Ακροπόλεως: μία ομάδα ερευνητών θεωρεί ότι κατά τον 6ο αι. π.Χ. στον ιερό βράχο υπήρχαν δύο μεγάλοι ναοί (το πρώτο εκατόμπεδον και ο αναφερόμενος στις πηγές "αρχαίος νεώς"), ενώ η άλλη ότι υπήρχε ένας μόνο ναός, τα θεμέλια του οποίου σώζονται ακόμη στα νότια του Ερεχθείου. Τα υπόλοιπα αρχιτεκτονικά και γλυπτά μέλη θεωρείται ότι ανήκουν σε μια ομάδα 5-6 μικρότερων οικημάτων, που ίσως προορίζονταν για τη λατρεία Αθηναίων ηρώων, όπως ο Κέκροψ και ο Ερεχθεύς. Τα περισσότερα από τα εναέτια γλυπτά χρονολογούνται γύρω στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και αποδίδουν θέματα από τους άθλους του Ηρακλή, γεγονός που ερμηνεύεται ως μία από τις πρώτες χρήσεις του ήρωα για πολιτική προπαγάνδα από τους τυράννους. Μετά το 525 π.Χ. ο μεγάλος ναός ανακατασκευάζεται περίπτερος με 6Χ12 κίονες και αποκτά για πρώτη φορά μαρμάρινα αετώματα, το ένα από τα οποία έχει θέμα τη Γιγαντομαχία. Τελευταία, ο ναός αυτός, ο επονομαζόμενος των Πεισιστρατιδών, χρονολογήθηκε χαμηλότερα και προτάθηκε η απόδοσή του στη νεαρή αθηναϊκή δημοκρατία.

Επίσης, λίγο πριν τα μέσα του 6ου αι. π.Χ., κτίζονται τα αρχαϊκά προπύλαια της Ακρόπολης και γίνεται η εγκατάσταση της λατρείας της Αθηνάς Νίκης με την οικοδόμηση ναΐσκου και βωμού επάνω στον πύργο του κυκλώπειου μυκηναϊκού τείχους. Το πρόγραμμα αυτό σχετίζεται με την αναδιοργάνωση της γιορτής των Παναθηναίων μάλλον από τον Πεισίστρατο, μια ενέργεια σταθμός, σε μια εποχή που οι Αθηναίοι συνειδητοποιούν τον σπουδαίο πολιτικό ρόλο των μεγάλων εορτών και των αγώνων. Την ίδια περίοδο, ο χώρος της Ακρόπολης ήταν γεμάτος από αναθήματα, κυρίως αγάλματα κορών, που μάλλον αποτελούσαν προσφορές των μεγάλων αριστοκρατικών γενών, τα κορίτσια των οποίων είχαν υπηρετήσει στη λατρεία της θεάς.

Η εκ συγκυρίας δολοφονία του Ιππάρχου (514 π.Χ.), -ο στόχος ήταν ο πρεσβύτερος αδελφός του Ιππίας-, από τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα υπήρξε η αρχή του τέλους της τυραννίδας. Μετά τον θάνατο του αδελφού του ο Ιππίας άσκησε με ιδιαίτερη σκληρότητα την διοίκηση, ώστε οι Αλκμεωνίδες, εκφράζοντας τα αισθήματα των Αθηναίων, τον έδιωξαν με την βοήθεια των Λακεδαιμονίων (511/10 π.Χ.). Την απελευθέρωση της όφειλε η πόλη κυρίως στην Σπάρτη, αλλά το δημοκρατικό αίσθημα των Αθηναίων την απέδωσε στον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, τους οποίους τίμησε μετά θάνατον λίγο μετά την έξωση των τυράννων ως τυραννοκτόνους.

Με τον Πεισίστρατο και τους γιους του συνδέεται και η μεταφορά της λατρείας της Βραυρωνίας Αρτέμιδος επάνω στον ιερό βράχο και του Διονύσου στη νότια κλιτή της Ακρόπολης, καθώς και η ίδρυση της γιορτής των Μεγάλων Διονυσίων.

Οι τύραννοι έδειξαν ενδιαφέρον και για την Αγορά, γεγονός που έχει οδηγήσει τελευταία σε υποθέσεις ότι σε αυτούς θα πρέπει να αποδοθεί η πρώτη χωροταξική ανάπτυξή της, όχι όμως ως χώρου πολιτικών αλλά μάλλον αθλητικών και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων καθώς και παρελάσεων των Αθηναίων οπλιτών και ιππέων. Στην περίοδο της δικής τους διακυβέρνησης χρονολογείται η ίδρυση του πρώτου Ελευσινίου και η οικοδόμηση του Κτηρίου F, που επειδή έχει κάτοψη μεγάλης οικίας, θα μπορούσε να είναι ο χώρος κατοικίας της οικογένειας των τυράννων, που είχε πλέον κατέβει από την Ακρόπολη.

Γύρω στο 530-525 π.Χ., μια νέα καλλιτεχνική επινόηση των Αθηναίων έρχεται να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την τέχνη αλλά και την αθηναϊκή οικονομία. Πρόκειται για τη δημιουργία του ερυθρόμορφου ρυθμού στην αγγειογραφία, που έδωσε μεγάλη ώθηση στην εξέλιξη της κεραμικής, αναδεικνύοντας τα αθηναϊκά εργαστήρια σε κορυφαία εξαγωγικά καλλιτεχνικά κέντρα, που κυριάρχησαν στις αγορές συντρίβοντας τους εμπορικούς τους αντιπάλους.

Κλεισθένης

Κλεισθένης

Το 508/7 π.Χ. ο Αλκμεονίδης Κλεισθένης κυριαρχεί στα πολιτικά πράγματα των Αθηνών και εφαρμόζει πολιτικές μεταρρυθμίσεις που οδήγησαν στην ίδρυση της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Οι μεταρρυθμίσεις στηρίχθηκαν στην δημιουργία 10 φυλών αντί των παλαιών τεσσάρων Ιωνικών, οι οποίες βασίζονταν στις φατρίες και στα γένη, δηλαδή στους δεσμούς αίματος των μελών τους. Στις 10 φυλές εντάχθηκαν όλοι οι Αθηναίοι, Σε κάθε φυλή έπρεπε να αντιπροσωπεύονται εξ ίσου οι τρεις περιοχές της Αττικής, η πεδιάδα, η μεσογαία και η παραλία, στις οποίες κατοικούσαν πολίτες διαφορετικού οικονομικού και κοινωνικού επιπέδου. Έτσι κατένειμε την Αττική σε τριάντα τοπικές ενότητες, τις τριττύες, και κάθε φυλή απαρτίστηκε από τρεις τριττύες, μία ανά περιοχή. Κάθε μία από τις τριττύες περιελάμβανε ορισμένο αριθμό δήμων. Η ρύθμιση αυτή επέτυχε την κατά το δυνατόν ισόρροπη κοινωνική διαστρωμάτωση των Αθηναίων στις φυλές και οι παλαιές πολιτικές συσσωματώσεις στηριζόμενες στον τόπο καταγωγής, το άστυ, την μεσογαία και την παραλία, έπαψαν να υφίστανται. Με τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένους συνέχιζαν, ως δήμοι πλέον, να φέρουν τα παλαιά ονόματα, ενώ συγκροτήθηκαν και νέοι. Οι βεβαιωμένοι επιγραφικώς και φιλολογικώς δήμοι των κλασικών χρόνων φθάνουν τους 140 περίπου. Οι κάτοικοι των δήμων καταχωρίσθηκαν στο ληξιαρχικό γραμματείο του δήμου, στον οποίο επρόκειτο να ανήκουν και αυτοί και οι απόγονοί τους, ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας τους στο μέλλον. Οι Κλεισθένιοι δήμοι ήσαν τοπικοί αυτόνομοι οργανισμοί, είχαν τις δικές τους αιρετές αρχές με επικεφαλής τον δήμαρχο, την εκκλησία των δημοτών, και τους δικούς τους πόρους. Έπαιρναν αποφάσεις (ψηφίσματα) για την τοπική κοινωνία τους, τις δημοτικές προσόδους, τη γη, δημοτική και ιερή, την τοπική λατρεία και τα ιερά τους.

Και οι δέκα Κλεισθένειες φυλές υπήρξαν συλλογικά σώματα, χωρίς όμως τοπικό χαρακτήρα. Τα μέλη κάθε μιας φυλής, οι φυλέται, έπαιρναν αποφάσεις για ζητήματα που αφορούσαν την φυλή τους, λατρευτικά κυρίως, αλλά και άλλες που αφορούσαν στην γη που κατείχε η φυλή, στην συμμετοχή τους στους αγώνες, στις τάξει των εφήβων κλπ. Φυλετική βάση είχε και ο στρατός, όπως τον αναδιοργάνωσε ο Κλεισθένης. Κάθε μία από τις δέκα φυλές προσέφερε μία τάξη οπλιτών και μία ίλη ιππέων. Την διοίκηση του στρατού είχαν οι αιρετοί από τον δήμο δέκα στρατηγοί, ένας από κάθε φυλή. Με τον χρόνο το αξίωμα του στρατηγού έγινε το σημαντικότερο της δημοκρατίας.

Στις δέκα φυλές στηρίχθηκε και η συγκρότηση της βουλής των πεντακοσίων, την αποτελούσαν 50 μέλη από κάθε φυλή. Η βουλή ασκούσε την διοικητική εξουσία και μέρος της δικαστικής. Είχε όμως πρωτίστως και βουλευτικές αρμοδιότητες. Τα ζητήματα που απασχολούσαν την εκκλησία του δήμου, οι νόμοι, τα ψηφίσματα και όποιες άλλες αποφάσεις του, συζητούνταν προηγουμένως στην βουλή και επ' αυτών υπέβαλλε την εισήγησή της (προβούλευμα) στον δήμο. Παρά ταύτα, επειδή ένα σώμα 500 ανθρώπων δεν ήταν εύκολο να φέρει σε πέρας το καθημερινά διοικητικά καθήκοντα, η βουλή διαιρέθηκε σε δέκα πρυτανείες. Κάθε πρυτανεία αποτελείτο από τους 50 βουλευτές κάθε φυλής και ασκούσε την διοίκηση για το 1/10 του έτους, και οι πρυτάνεις συγκαλούσαν τον σύνολο της βουλής, όπως και την εκκλησία του δήμου, σε έκτακτες περιστάσεις.

Η εκκλησία του δήμου συνερχόταν σε τακτικές και έκτακτες συνεδριάσεις στις οποίες συμμετείχαν όλοι οι ενήλικες Αθηναίοι πολίτες. Ήταν το κύριο πολιτικό όργανο της Αθηναϊκής δημοκρατίας και ασκούσε την υπέρτατη νομοθετική εξουσία. Ψήφιζε τους νόμους και τα ψηφίσματα, αποφάσιζε περί πολέμου ή ειρήνης και εξέλεγε τους αιρετούς άρχοντες.

Οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη υπήρξαν κεφαλαιώδους σημασίας για την ανάπτυξη της Αθηναϊκής δημοκρατίας, που βρήκε την ολοκλήρωσή της προς τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. με τις μεταρρυθμίσεις του Εφιάλτου και κατόπιν του Περικλέους.

Η περίοδος από την εγκαθίδρυση της αθηναϊκής δημοκρατίας (508/7 π.Χ.), με πρωτοβουλία του Κλεισθένη, έως την καταστροφή της πόλης από τους Πέρσες (480 π.Χ.) χαρακτηρίζεται από την πρώτη εφαρμογή του νέου πολιτεύματος. Οι νέοι θεσμοί οδήγησαν αντίστοιχα στην ανάπτυξη της Αγοράς ως κέντρο της δημόσιας ζωής και της πολιτικής δραστηριότητας του κράτους. Την ίδια περίοδο διαμορφώθηκε στην Πνύκα ένας υπαίθριος ημικυκλικός χώρος, στον οποίο συνέρχονταν, μετά τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, όλοι ανεξαιρέτως οι Αθηναίοι πολίτες για να ακούσουν τις προτάσεις και να λάβουν με ψηφοφορία τις αποφάσεις για τη ρύθμιση των πολιτικών πραγμάτων της πόλης τους.

Στην ίδια την Αγορά αρχίζει η οικοδόμηση αρκετών νέων κτηρίων, όπως του βουλευτηρίου για τη στέγαση της νέας Βουλής των Πεντακοσίων και της Βασιλείου στοάς, ως έδρας του άρχοντος βασιλέως, ενός από τους δέκα ετήσιους άρχοντες του νέου πολιτεύματος. Στη δυτική πλευρά, στους πρόποδες του λόφου του Αγοραίου Κολωνού, κτίστηκαν επίσης μικρά ιερά προς τιμή του Διός, του Απόλλωνος και ίσως της Μητέρας των θεών, ενώ στη βόρεια πλευρά ένας μαρμάρινος βωμός της Αφροδίτης Ουρανίας. Λόγω των ελάχιστων καταλοίπων, η ύπαρξη μερικών από τα ιερά αυτά έχει αμφισβητηθεί, ενώ ερωτήματα υπάρχουν και για την ταύτιση του βωμού. Επίσης λίγο μετά το 500 π.Χ., δημιουργείται πάνω από το ιερό του Διονύσου το πρώτο -απλό ακόμη- θεατρικό οικοδόμημα στην ιστορία.

LAST_UPDATED2
 

Εγγραφειτε στο Newsletter μας


Έχουμε 9 επισκέπτες συνδεδεμένους

Το Site φαίνεται καλλίτερα με:
και 

Συντομα Βοηθητικα Μηνυματα

Το περιεχόμενο του Site που είναι προσβάσιμο από τους απλούς επισκέπτες είναι περιορισμένο. Μόνο τα μέλη έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο. Μόλις κάνετε Login θα εμφανισθούν όλες οι επιλογές από το Μενού Περιεχόμενα.