Gistor

(George's Site)

Διαφήμιση
Η επιχείρηση εναντίον της Σικελίας PDF Εκτύπωση E-mail
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Παρασκευή, 07 Νοέμβριος 2008 09:14
Το καλοκαίρι με την άνοιξη, γύρισαν οι Αθηναίοι πρέσβεις από τη Σικελία με τους Εγεσταίους απεσταλμένους και έφεραν μαζί τους εξήντα τάλαντα άκοπο ασήμι που αντιπροσώπευαν τους μισθούς ενός μηνός για εξήντα καράβια, όσα επρόκειτο να ζητήσουν οι Εγεσταίοι να τους στείλουν. Οι Αθηναίοι συγκάλεσαν Εκκλησία και αφού άκουσαν από τους Εγεσταίους και τους δικούς τους πρέσβεις ενθαρρυντικές αλλά όχι αληθινές πληροφορίες - μεταξύ άλλων ότι υπήρχαν, έτοιμα χρήματα πολλά στο δημόσιο ταμείο και στους ναούς - ψήφισαν να στείλουν στη Σικελία εξήντα καράβια με στρατηγούς τον Αλκιβιάδη του Κλεινίου, τον Νικία του Νικηράτου και το Λάμαχο του Ξενοφάνη, οι οποίοι θα είχαν απόλυτη εξουσία, με εντολή να βοηθήσουν τους Εγεσταίους εναντίον των Σελινουντίων και, αν η τροπή του πολέμου ήταν ευνοϊκή, να εγκαταστήσουν πάλι τους Λεοντίνους στην πολιτεία τους και να λάβουν, στη Σικελία, όλα τα μέτρα που θα θεωρούσαν εξυπηρετικά για τα συμφέροντα της Αθήνας. Πέντε μέρες αργότερα έγινε πάλι Εκκλησία για ν' αποφασιστούν τ' αναγκαία μέτρα, ώστε να ετοιμαστούν το γρηγορότερο τα καράβια και για να δώσουν στους στρατηγούς ό,τι θα είχαν ακόμα ανάγκη για την εκστρατεία. Ο Νικίας, ο οποίος είχε οριστεί στρατηγός παρά τη θέλησή του, θεωρούσε ότι η πολιτεία είχε πάρει σφαλερή απόφαση και ότι με ισχνή πρόφαση επιδιωκόταν η κατάκτηση ολόκληρης της Σικελίας, πράγμα που ήταν δύσκολο έργο. Ήθελε να ματαιώσει την εκστρατεία. Ανέβηκε στο βήμα και μίλησε στους Αθηναίους.

Οι περισσότεροι από τους Αθηναίους που ανέβηκαν στο βήμα συμβούλευαν να γίνει η εκστρατεία και να μην ακυρωθούν τα όσα είχαν αποφασιστεί. Μερικοί ήσαν αντίθετοι. Εκείνος που υποστήριξε την εκστρατεία με ενθουσιασμό ήταν ο Αλκιβιάδης του Κλεινίου. από αντίθεση προς τον Νικία, που ήταν ο πολιτικός αντίπαλός του και τον είχε αναφέρει προσβλητικά στον λόγο του. Περισσότερο, όμως, απ' όλα ήθελε να στρατηγήσει και είχε την ελπίδα ότι υπό την ηγεσία του θα κυρίευαν τη Σικελία και την Καρχηδόνα, κ' έτσι με τις επιτυχίες του, θα προσποριζόταν ο ίδιος και χρήματα και δόξα. Ήταν πολύ δημοφιλής ανάμεσα στον λαό, έκανε πολυτελή ζωή, ανώτερη από τα μέσα του και ξόδευε για τ' άλογά του και τις διασκεδάσεις του. Η διαγωγή του αυτή έγινε, αργότερα, αιτία μιας από κυριότερες καταστροφές της Αθήνας, γιατί το πλήθος του λαού φοβήθηκε την περιφρόνηση που έδειχνε για τους νόμους στην ιδιωτική του ζωή, καθώς και την παρατολμία που έδειχνε σε όποια επιχείρηση αναλάμβανε. Νόμισαν ότι επιδίωξή του ήταν να γίνει τύραννος και έγιναν εχθροί του. Έτσι, αν και στο δημόσιο λειτούργημά του ήταν άριστος για τα πολεμικά ζητήματα, όμως ο καθένας τον μισούσε για την ιδιωτική του ζωή κ' έτσι δεν άργησαν να οδηγήσουν την πολιτεία στην καταστροφή, γιατί εμπιστεύτηκαν σε άλλους την εξουσία. Ο Αλκιβιάδης ανέβηκε στο βήμα και απευθύνθηκε στους Αθηναίους.

Οι Αθηναίοι αφού τον άκουσαν και αυτόν και τους Εγεσταίους και τους φυγάδες από τους Λεοντίνους - που ανέβηκαν στο βήμα για να ζητήσουν και να ικετεύσουν να τους βοηθήσουν, θυμίζοντας τις ένορκες υποσχέσεις - είχαν τώρα πολύ περισσότερο ενθουσιασμό για την εκστρατεία παρά πριν. Ο Νικίας κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να τους μεταπείσει με τα ίδια επιχειρήματα και σκέφθηκε ότι θα μπορούσε να τους κάνει ν' αλλάξουν γνώμη αν ζητούσε πολύ μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις. Ανέβηκε λοιπόν στο βήμα και δευτερολόγησε.

Ο Νικίας νόμιζε ότι, ζητώντας πολλά, ή θ' απέτρεπε τους Αθηναίους από την εκστρατεία ή αν αναγκαζόταν να εκστρατεύσει, θ' αναλάμβανε το εγχείρημα έχοντας τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια. Οι Αθηναίοι, όμως, δεν αποθαρρύνθηκαν με τις δυσκολίες της προετοιμασίας αλλά, αντίθετα, ο ενθουσιασμός τους μεγάλωσε και το αποτέλεσμα ήταν το αντίθετο από εκείνο που περίμενε ο Νικίας. Οι Αθηναίοι θεώρησαν ότι οι συμβουλές του ήταν σωστές και ότι η εκστρατεία θα είχε μεγαλύτερη ασφάλεια. Όλους τους έπιασε μεγάλη επιθυμία να φύγουν για εκστρατεία. Έτσι, εξαιτίας του γενικού ενθουσιασμού, ακόμα κ' εκείνοι που διαφωνούσαν σώπαιναν, από φόβο μήπως, καταψηφίζοντας, θεωρηθούν κακοί πατριώτες.

Τέλος κάποιος Αθηναίος ανέβηκε στο βήμα και, γυρίζοντας στον Νικία, του είπε ότι δεν έπρεπε να προβάλλει προφάσεις, ούτε να χρονοτριβεί, αλλά να καθορίσει αμέσως, μπροστά σε όλους, πόση στρατιωτική δύναμη έπρεπε να ψηφίσουν οι Αθηναίοι. Ο Νικίας αναγκάστηκε να πει ότι θα συζητούσε το πράγμα πιο ήρεμα με τους άλλους δύο στρατηγούς, αλλά ότι, όσο μπορούσε τουλάχιστον να έχει γνώμη εκείνη τη στιγμή, έπρεπε ο στόλος να έχει εκατό τουλάχιστον αθηναϊκά καράβια από τα οποία θα ήσαν οπλιταγωγά όσα κρίνονταν αναγκαία και άλλα καράβια που θα ζητούσαν από τους συμμάχους. Ο συνολικός αριθμός των οπλιτών, Αθηναίων και συμμάχων, δεν θα έπρεπε να είναι λιγότερος από 5.000 και, αν ήταν δυνατό, θα έπρεπε να είναι περισσότερος. Για τον υπόλοιπο οπλισμό θα φρόντιζε με τους συναδέλφους του να ετοιμαστεί ανάλογος αριθμός τοξότες, Αθηναίοι και Κρήτες σφενδονιστές και ό,τι άλλο θα έκριναν αναγκαίο.

Αφού άκουσαν τον Νικία, οι Αθηναίοι ψήφισαν αμέσως απόφαση που έδινε στους στρατηγούς απόλυτη πληρεξουσιότητα για ν' αποφασίζουν ό,τι ήταν καλύτερο για το συμφέρον της Αθήνας σχετικά με τον αριθμό του στρατού και την εκστρατεία γενικά. Μετά απ' αυτό, άρχισαν οι προετοιμασίες, έστειλαν μηνύματα στους συμμάχους και άρχισαν τη στρατολογία μέσα στην πολιτεία, που είχε πρόσφατα αναλάβει από την επιδημία και τον αδιάκοπο πόλεμο. Νε την ανακωχή οι νέες στρατιωτικές κλάσεις είχαν μεγαλώσει και χρήματα είχαν αποταμιευθεί, ώστε ήταν ευκολότερο να προμηθεύονται όλα όσα είχαν ανάγκη.

Αλλά στο μεταξύ συνέβηκε όλοι οι λίθινοι Ερμές της Αθήνας (είναι οι τετράγωνες στήλες που κατά το τοπικό έθιμο βρίσκονται μπροστά σε ιδιωτικές κατοικίες αλλά και σε ιερά) να βρεθούν οι περισσότεροι δε μια μόνο νύχτα μέσα, με τα πρόσωπά τους σπασμένα. Κανείς δεν γνώριζε τους ενόχους, αλλά προκηρύχτηκαν δημόσια μεγάλες αμοιβές για να τους ανακαλύψουν και ψήφισαν, επίσης, ότι οποιοσδήποτε, είτε πολίτης είτε ξένος είτε δούλος ήξερα καμιά άλλη ιεροσυλία, έπρεπε να την καταγγείλει χωρίς φόβο για το άτομό του. Θεωρούσαν το πράγμα εξαιρετικά σοβαρό, γιατί νόμιζαν ότι ήταν κακό σημάδι για την εκστρατεία και ότι ήταν εκδήλωση συνωμοσίας για να γίνει επανάσταση και ν' ανατραπεί η δημοκρατία.

Μερικοί μέτοικοι και υπηρέτες, χωρίς ν' αποκαλύψουν τίποτε για τους Ερμείς, έκαναν μια καταγγελία για προγενέστερους ακρωτηριασμούς άλλων αγαλμάτων, τους οποίους, για διασκέδαση, είχαν κάνει μεθυσμένοι νεαροί και αποκάλυψαν ταυτόχρονα ότι σε μερικά σπίτια γίνονταν παρωδίες των Μυστηρίων της Ελευσίνας. Μεταξύ άλλων, κατηγορούσαν και τον Αλκιβιάδη. Υιοθετούσαν την κατηγορία οι εχθροί του Αλκιβιάδη, επειδή ήταν εμπόδιο για να γίνουν αυτοί ηγέτες των δημοκρατικών. Νομίζοντας ότι αν πετύχαιναν να τον διώξουν από την πολιτεία, θα γίνονταν αυτοί αρχηγοί της, εξόγκωσαν την κατηγορία και φώναζαν παντού ότι και η παρωδία των Μυστηρίων και ο ακρωτηριασμός των Ερμών είχαν σκοπό την ανατροπή του πολιτεύματος. Έλεγαν ότι τίποτε απ' όλα αυτά δεν είχε γίνει χωρίς την ανάμιξή του και πρόσθεταν για επιχείρημα την εν γένει διαγωγή του, περιφρονητική του νόμου και αντιδημοκρατική.

Ο Αλκιβιάδης αντίκρουσε τις κατηγορίες και ήταν έτοιμος, προτού ξεκινήσει για την εκστρατεία (είχαν τελειώσει όλες οι προετοιμασίες) να δικαστεί για το αν είχε πάρει μέρος στις ιεροσυλίες και αν τούτο αποδεικνυόταν, τότε να τιμωρηθεί, αν όμως αθωωνόταν, να μείνει στρατηγός. Εξόρκιζε τους συμπολίτες του να μη δώσουν πίστη σε διαβολές όσο θ' απουσίαζε, αλλά να τον θανατώσουν αμέσως αν ήταν ένοχος. Ήταν φρονιμότερο, έλεγε, να μη τον στείλουν στρατηγό σε μια τόσο σπουδαία εκστρατεία, όσο εκκρεμούσε εναντίον του τέτοια κατηγορία, προτού την ξεκαθαρίσουν. Αλλά οι εχθροί του φοβόνταν ότι θα είχε την υποστήριξη του στρατού αν γινόταν δίκη αμέσως, και ότι ο λαός θα ήταν μαλακός απέναντί του και θα του έδειχνε επιείκεια, επειδή για χάρη του είχαν δεχτεί οι Αργείοι και οι Μαντινείς, να ξεκινήσουν για την εκστρατεία. Γι' αυτό και απέκρουαν την πρότασή του βάζοντας άλλους ρήτορες να υποστηρίζουν ότι ο Αλκιβιάδης έπρεπε να φύγει και να μην καθυστερεί τον στόλο να ξεκινήσει. Όταν γύριζε, τότε θα παρουσιαζόταν σε δίκη μέσα σε τακτική προθεσμία. Σκοπός τους ήταν να τον ανακαλέσουν και να παρουσιαστεί σε δίκη όταν θα είχαν φουντώσει οι εναντίον του κατηγορίες, πράγμα που θα ήταν ευκολότερο να προκαλέσουν όσο εκείνος θα έλειπε. Αποφασίστηκε, λοιπόν, να φύγει ο Αλκιβιάδης.

Μετά απ' αυτά, και ενώ είχε περάσει το μισό καλοκαίρι, ξεκίνησε η εκστρατεία για την Σικελία. Προηγουμένως είχε δοθεί διαταγή, στους περισσότερους συμμάχους, στα σιταγωγά πλοία, στα μεταγωγικά και στην υπόλοιπη εφοδιοπομπή που ακολουθούσε να συγκεντρωθούν στην Κέρκυρα, ώστε να περάσουν όλοι μαζί τον Ιόνιο πέλαγος έως το ακρωτήριο Ιαπυγία. Οι Αθηναίοι και όσοι σύμμαχοί τους ήσαν στην Αθήνα, κατέβηκαν μια ορισμένη μέρα, με την αυγή, στον Πειραιά, και μπήκαν στα καράβια για να φύγουν. Κατέβηκε μαζί όλος σχεδόν ο πληθυσμός της πολιτείας, πολίτες και ξένοι.

Η εκστρατεία αυτή ήταν η δαπανηρότερη και η λαμπρότερη από όσες, υπερπόντιες, είχαν οργανωθεί έως τότε από μια μόνο πολιτεία και με δυνάμεις καθαρά ελληνικές. Σε αριθμό καραβιών και οπλιτών δεν ήσαν μικρότερες ούτε η εκστρατεία του Περικλή εναντίον της Επιδαύρου, ούτε η εκστρατεία του Άγνωνος εναντίον της Ποτίδαιας. Τέσσερεια χιλιάδες οπλίτες και τρακόσιοι ιππείς Αθηναίοι, εκατό αθηναϊκά καράβια, πενήντα καράβια από τη Λέσβο και τη Χίο και σύμμαχοι πολλοί είχαν ξεκινήσει τότε, αλλά είχαν πάει σε κοντινή εκστρατεία και με μέτρια προετοιμασία. Ενώ τώρα ο στόλος έφευγε για πολύ καιρό και ήταν καλά εφοδιασμένος, ανάλογα με τις ανάγκες, και με καράβια και πεζικό. Ο στόλος είχε ετοιμαστεί με μεγάλα έξοδα του δημοσίου και των τριηραρχών. Το δημόσιο έδινε μια δραχμή την ημέρα σε κάθε ναύτη και προμήθευε εξήντα γρήγορα πολεμικά χωρίς πληρώματα και σαράντα οπλιταγωγά με επίλεκτα πληρώματα. Οι τριήραρχοι έδιναν από δικό τους πρόσθετο μισθό στους κωπηλάτες της πρώτης σειράς (που είχαν τα μακρύτερα κουπιά) και στους ειδκευμένους ναύτες και είχαν στολίσει και διαρρυθμίσει με πολυτέλεια τα καράβια. Ο καθένας τους είχε κάνει προσπάθεια χωρίς να λογαριάζει τα έξοδα, ώστε το δικό του καράβι να ξεχωρίζει σε πολυτέλεια και ταχύτητα. Στο πεζικό είχαν διαλέξει επίλεκτους στρατιώτες από ελεγμένους καταλόγους και συναγωνίζονταν ποιος θα έχει τα καλύτερα όπλα και την ωραιότερη εξάρτηση.

Όταν επιβιβάστηκαν όλα τα πληρώματα στα καράβια και φορτώθηκαν όλα όσα έπρεπε να πάρουν, η σάλπιγγα σήμανε σιωπή και άρχισαν να λέγονται οι συνηθισμένες πριν από κάθε ταξίδι ευχές, όχι όμως σε κάθε καράβι χωριστά, αλλά σε όλα μαζί, με τον ρυθμό που έδινε ένας κήρυκας. Σ' όλο τα στράτευμα είχαν αναμείξει κρασί σε κρατήρες και οι αξιωματικοί, όσο και οι οπλίτες, έκαναν σπονδές με χρυσά ή ασημένια δοχεία. Από τη στεριά συνευχόταν και το πλήθος οι πολίτες και όσοι άλλοι ήσαν εκεί από φιλία προς τους Αθηναίους. Αφού τραγούδησαν τον παιάνα και τέλειωσαν οι σπονδές, ανοίχτηκαν στο πέλαγος ακολουθώντας στην αρχή μονή παράταξη, αλλά έως την Αίγινα τα καράβια παράβγαιναν μεταξύ τους σε ταχύτητα.

Ενώ οι Αθηναίοι βιάζονταν να φτάσουν στην Κέρκυρα, όπου συγκεντρώνονταν και οι άλλες συμμαχικές δυνάμεις, στις Συρακούσες έφταναν από πολλά μέρη πληροφορίες για την εκστρατεία, αλλά για αρκετό καιρό δεν γίνονταν πιστευτές. Είχε γίνει εκκλησία όπου ακούστηκαν διάφοροι λόγοι για την εκστρατεία των Αθηναίων και από άλλους που αντιφρονούσαν. Ο Ερμοκράτης του Έρμωνα ανέβηκε στο βήμα και, με πεποίθηση ότι έχει σοβαρές πληροφορίες προσπάθησε να τους παρακινήσει.

Ο λόγος του Ερμοκράτη προκάλεσε μεγάλη διχογνωμία στο λαό των Συρακουσών. Άλλοι υποστήριζαν ότι σε καμιά περίπτωση δε θα έρχονταν οι Αθηναίοι και ότι τα όσα λέει ο Ερμοκράτης δεν είναι αλήθεια. Άλλοι έλεγαν ότι, κι αν ακόμη έρθουν οι Αθηναίοι, τι κακό θα μπορούσαν να προκαλέσουν που να μην πάθαιναν με το παραπάνω οι ίδιοι; Άλλοι πάλι με απόλυτη περιφρόνηση, θεωρούσαν το πράγμα γελοίο. Λίγοι ήσαν εκείνοι που πίστευαν τον Ερμοκράτη και φοβόνταν το μέλλον. Μετά τον Ερμοκράτη ανέβηκε στο βήμα ο Αθηναγόρας. Ήταν αρχηγός των δημοκρατικών και είχε, τη στιγμή εκείνη, τη μεγαλύτερη επιρροή πάνω στο λαό.

Οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους είχαν όλοι συγκεντρωθεί στην Κέρκυρα. Πρώτα απ' όλα οι στρατηγοί έκαναν γενική επιθεώρηση του εκστρατευτικού σώματος και καθόρισαν την τάξη με την οποία έπρεπε ν' αράζουν και να στρατοπεδεύουν οι μονάδες. Διαίρεσαν τις μονάδες τους σε τρία τμήματα και ο καθένας τους πήρε, με κλήρο, την αρχηγία ενός τμήματος, για να μην προχωρήσουν όλοι μαζί, ώστε να μην έχουν δυσκολία ν' ανεφοδιαστούν με νερό ή να βρίσκουν κατάλληλο μέρος για ν' αράζουν και να προμηθεύονται τα αναγκαία, αλλά και για να είναι μεγαλύτερη η πειθαρχία και ευκολότερη η διοίκηση των μονάδων που θα είχαν ένα στρατηγό η καθεμιά. Μετά έστειλαν προπομπούς τρία καράβια στην Ιταλία και στη Σικελία για να εξακριβώσουν ποιές πολιτείες θα τους δέχονταν. Δόθηκε διαταγή στα καράβια να γυρίσουν πάλι πίσω και να προϋπαντήσουν το στόλο ώστε να προχωρήσουν ξέροντας ποιες πολιτείες θα τους δεχτούν.

Μετά απ' αυτά οι Αθηναίοι ξεκίνησαν από την Κέρκυρα και άρχισαν να περνούν στη Σικελία. Η δύναμη του εκστρατευτικού σώματος ήταν η ακόλουθη: 134 τριήρεις και δύο ροδίτικα καράβια με πενήντα κουπιά. 100 καράβια ήσαν αθηναϊκά και απ' αυτά, τα 60 ήταν ταχύπλοα και τα άλλα μεταγωγικά για το στρατό. Τα υπόλοιπα ήσαν από τη Χίο και τους άλλους συμμάχους. Οπλίτες ήσαν 5.100. Απ' αυτούς Αθηναίο ήσαν 1.500, από τους στρατιωτικούς καταλόγους, και 700 πεζοναύτες στα πολεμικά. Οι υπόλοιποι ήσαν από τις συμμαχικές πολιτείες, και 500 από το Άργος. Από τη Μαντινεία ήσαν 250 μισθοφόροι. Οι τοξότες ήσαν 480, από τους οποίους οι 80 ήσαν Κρήτες. Σφενδονιστές είχαν 700 Ρόδιους και 120 ψιλούς, φυγάδες από τα Μέγαρα. Ένα μόνο ιππαγωγικό καράβι μετέφερε 30 άλογα.

Μαζί τους ήσαν και μεταγωγικά του ανεφοδιασμού, 30 εμπορικά με τρόφιμα και με αρτοποιούς, πετροπελεκητές και ξυλουργούς και όσα εργαλεία χρειάζονταν για να χτιστεί τείχος. Μαζί ήσαν άλλα 100 μικρότερα καράβια που είχαν επιταχθεί. Πολλά άλλα πλεούμενα κ' εμπορικά ακολουθούσαν, ελεύθερα, την εκστρατεία για να κάνουν εμπόριο. Όλος αυτός ο στόλος ξεκίνησε από την Κέρκυρα και διέσχισε το Ιόνιο πέλαγος. Αφού έφτασαν στο ακρωτήριο Ιαπυγία, στον Τάραντα, και όπου αλλού μπόρεσαν ν' αράξουν, άρχισαν να παραπλέουν τις ακτές της Ιταλίας. Οι πολιτείες δεν τους άνοιξαν τις πύλες τους ούτε θέλησαν να οργανώσουν αγορές. Τους άφησαν μόνο να αράζουν και να υδρεύονται - ο Τάρας μάλιστα και οι Λοκροί ούτε αυτό επέτρεψαν. Κ' έτσι έφτασαν στο ακρωτήριο της Ιταλίας Ρήγιο. Εκεί άρχισαν να συγκεντρώνονται, κ' επειδή δεν τους δέχτηκαν μέσα στην πολιτεία, έστησαν στρατόπεδο στο ιερό της Άρτεμης, όπου τους άνοιξαν την αγορά. Τράβηξαν τα καράβια στη στεριά και ξεκουράστηκαν. Άρχισαν διαπραγματεύσεις με τους Ρηγίνους, ζητώντας τους, αφού ήσαν Χαλκιδείς οι ίδιοι, να βοηθήσουν τους Χαλκιδείς Λεοντίνους. Οι Ρηγίνοι αποκρίθηκαν ότι θα μείνουν ουδέτεροι και θα συμμορφωθούν με ό,τι θα αποφασίσουν όλοι μαζί οι άλλοι Έλληνες της Ιταλίας. Οι Αθηναίοι άρχισαν να εξετάζουν ποιος θα ήταν ο καλύτερος τρόπος να χειριστούν την κατάσταση στη Σικελία, γιατί ήθελαν να βεβαιωθούν αν πραγματικά υπήρχαν εκεί τόσα χρήματα όσα τους είχαν πει οι Εγεσταίοι απεσταλμένοι στην Αθήνα.

Στο μεταξύ έφτασαν στις Συρακούσες από πολλές μεριές και από τους κατασκόπους τους, θετικές πληροφορίες ότι ο στόλος ήταν στο Ρήγιο. Έπαψαν ν' αμφιβάλλουν και άρχισαν να προετοιμάζονται με αποφασιστικότητα, Έστειλαν και στους διάφορους Σικελούς, αλλού φρουρές και αλλού πρέσβεις. Ενίσχυσαν με μονάδες τα φρούρια της χώρας και μέσα στην πολιτεία έκαναν επιθεώρηση στα όπλα και τ' άλογα, για να είναι όλα έτοιμα, και πήραν όλα τα μέτρα για επικείμενο πόλεμο που σχεδόν είχε αρχίσει.

Τα τρία καράβια που είχαν προηγηθεί, γύρισαν από την Εγέστα στο αθηναϊκό στρατόπεδο του Ρηγίου κ΄έφεραν πληροφορία ότι δεν υπήρχαν τα μεγάλα ποσά που είχαν υποσχεθεί οι Εγεσταίοι και ότι τους είχαν δείξει τριάντα μόνο τάλαντα. οι στρατηγοί εθύμωσαν εκείνη τη στιγμή και για το πάθημα αυτό και επειδή αρνήθηκαν να εκστρατεύσουν μαζί τους οι Ρηγίνοι που ήσαν οι πρώτοι τους οποίους προσπάθησαν να πείσουν - πράγμα που φαινόταν πιο εύκολο αφού ήσαν ομόφυλοι με τους Λεοντίνους και ήσαν από πάντα φίλοι των Αθηναίων, Για τον Νικία οι πληροφορίες από την Έγεστα ήσαν όπως τις είχε προβλέψει, αλλά οι άλλοι δύο στρατηγοί δεν μπορούσαν ούτε εξήγηση να δώσουν. οι στρατηγοί έκαναν συμβούλιο για την κατάσταση που αντιμετώπιζαν.

Ο Νικίας ήταν της γνώμης να πάνε αμέσως, με όλες τις δυνάμεις τους, στον Σελινούντα, αφού αυτός ήταν ο κύριος σκοπός της εκστρατείας και, αν οι Εγεσταίοι έδιναν χρήματα για ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα, τότε να σκεφθούν τι θα κάνουν, ειδεμή ν' αξιώσουν από τους Εγεσταίους να εξασφαλίσουν τη τροφοδοσία για τα εξήντα καράβια, όσα είχαν ζητήσει, και να μείνουν εκεί για να επιβάλουν συνδιαλλαγή μεταξύ Σελινουντίων και Εγεσταίων ή δια της βίας ή μετά από διαπραγματεύσεις. Μετά από αυτό να παραπλεύσουν τις ακτές και να επιδείξουν τη δύναμη της πολιτείας των Αθηνών. Αφού δείξουν την εύνοιά τους στους φίλους τους και τους συμμάχους, να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα τους, εκτός εάν παρουσιαζόταν, σύντομα, απροσδόκητη ευκαιρία να βοηθήσουν τους Λεοντίνους ή να προσεταιρισθούν καμιά από τις άλλες πολιτείες, χωρίς να εκθέσουν σε κίνδυνο την Αθήνα, ξοδεύοντας το δημόσιο χρήμα.

ο Αλκιβιάδης, όμως, υποστήριξε ότι δεν έπρεπε αφού είχαν εκστρατεύσει με τόσες δυνάμεις να γυρίσουν πίσω ντροπιασμένοι και άπρακτοι, αλλά ότι έπρεπε να στείλουν κήρυκες σ' όλες τις πολιτείες, εκτός από τον Σελινούντα και τις Συρακούσες, και να δοκιμάσουν ν' αποσπάσουν μερικούς από τους Σικελούς από τις Συρακούσες και άλλους να τους προσεταιρισθούν, ώστε να εξασφαλίσουν και εφοδιασμό και στρατιωτική βοήθεια. Πρώτα απ' όλα, όμως, έπρεπε να προσεταιρισθούν τους Μεσσήνιους (βρίσκονται απάνω στον πορθμό και κρατούν το κλειδί της Σικελίας, αλλά και θα εξασφάλιζαν στην εκστρατεία εξαιρετικά χρήσιμο λιμάνι και βάση εξόρμησης) και μετά, αφού προσεταιριστούν τις πολιτείες και αφού θα ξέρουν πια πόσες θα πολεμούσαν στο πλευρό τους, τότε μόνο να βαδίσουν εναντίον των Συρακουσών και τους Σελινούντος, εκτός εάν οι Εγεσταίοι συνδιαλλαγούν μαζί τους και οι Συρακούσιοι αφήσουν τους Λεοντίνους να εγκατασταθούν πάλι στον τόπο τους.

Ο Λάμαχος είπε πως έπρεπε να ξεκινήσουν αμέσως για τις Συρακούσες και να δώσουν μάχη όσο το δυνατό γρηγορότερα μπροστά στην πόλη, όσο οι κάτοικοι ήσαν ακόμη απροετοίμαστοι και βρίσκονταν σε μεγάλη σύγχυση. Ένας στρατός προκαλεί φόβο την πρώτη στιγμή, έλεγε, και αν αργήσει να παρουσιαστεί, αναθαρρούν οι άνθρωποι και τον υποτιμούν, ακόμα και όταν τον έχουν δει. Ενώ αν έφταναν απάνω τους ξαφνικά, όσο ακόμα περίμεναν φοβισμένοι, θα τους νικούσαν ευκολότερα προκαλώντας τους πανικό τόσο με τη θέα στρατού (που θα φαινόταν τότε, πολυάριθμος) όσο και με την αγωνία για την τύχη που θα τους περίμενε αλλά και, προπάντων, με το φόβο της άμεσης μάχης. Πρόσθεσε ότι ήταν εύλογο, πολλοί Συρακούσιοι που δεν πίστευαν ότι θα έρθουν οι Αθηναίοι, να βρεθούν έξω στα χωράφια και καθώς αυτοί θα προσπαθούσαν να μεταφέρουν τα υπάρχοντά τους μέσα στην πολιτεία, τότε ο αθηναϊκός στρατός, αν νικούσε και στρατοπέδευε μπροστά στην πολιτεία, θα είχε στη διάθεσή του πολλά εφόδια. Με τον τρόπο αυτόν οι άλλοι Έλληνες της Σικελίας θα είχαν πολύ λιγότερη διάθεση να συμμαχήσουν με τους Συρακούσιους και θα πήγαιναν με το μέρος των Αθηναίων, χωρίς να καιροφυλακτούν για να δουν ποιος από τους δύο θα επικρατήσει. Είπε ότι μετά την επιχείρηση αυτή έπρεπε να διαλέξουν για ναύσταθμο και βάση επιτήρησης τα Μέγαρα που ήσαν έρημα και δεν απείχαν πολύ από τις Συρακούσες, ούτε από στεριά ούτε από θάλασσα

Α και υποστήριξε αυτή τη γνώμη, ο Λάμαχος δέχτηκε κι αυτός τη γνώμη του Αλκιβιάδη. Μετά από αυτά ο Αλκιβιάδης πέρασε, με δικό του καράβι, στην Μεσσήνη και άρχισε διαπραγματεύσεις για συμμαχία, αλλά δεν τους έπεισε. Του αποκρίθηκαν ότι δε θα τους δεχτούν μέσα στην πολιτεία, αλλά ότι θα οργανώσουν αγορά έξω από τα τείχη και γύρισε στο Ρήγιο. Και τότε οι στρατηγοί ετοίμασαν αμέσως εξήντα καράβια απ' όλο το στόλο, πήραν τις προμήθειες που χρειάζονταν και, αρμενίζοντας κοντά στην ακτή, πήγαν στη Νάξο. Ένα από τους στρατηγούς έμεινε στο Ρήγιο με τις υπόλοιπες δυνάμεις. Οι Νάξιοι τους δέχτηκαν μέσα στην πολιτεία και, απ' εκεί, παραπλέοντας την ακτή, έφτασαν στην Κατάνη. Αλλά οι Καταναίοι δεν τους δέχτηκαν - υπήρχαν πολλοί που είχαν φιλικά αισθήματα για τις Συρακούσες - και πήγαν στις εκβολές του Τηρία, όπου κατασκήνωσαν. Την επομένη ξεκίνησαν για τις Συρακούσες με τα καράβια σε μονή σειρά, εκτός από δέκα που είχαν στείλει προφυλακή, μ' εντολή να μπουν στο μεγάλο λιμάνι και να δουν αν υπάρχουν καράβια καθελκυσμένα και να προκηρύξουν (πλησιάζοντας πολύ) από τα καταστρώματα των καραβιών ότι οι Αθηναίοι, ομόφυλοι και σύμμαχοι των Λεοντίνων, είχαν έρθει να τους αποκαταστήσουν στη χώρα τους και ότι όσοι Λεοντίνοι βρίσκονται στις Συρακούσες έπρεπε να προσχωρήσουν, χωρίς φόβο, στους Αθηναίους που ήσαν φίλοι και ευεργέτες. Αφού έκαναν την προκήρυξη αυτή και κατόπτευαν την πολιτεία, το λιμάνι και τα περίχωρα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν σαν βάσεις για εξόρμηση, γύρισαν πάλι στην Κατάνη.

Οι Καταναίοι έκαναν συνέλευση του λαού και δε δέχτηκαν το στρατό μέσα στα τείχη, αλλά μήνυσαν στους στρατηγούς να μπουν στην πολιτεία και να εκθέσουν τα αιτήματά τους. Και τότε, ενώ μιλούσε ο Αλκιβιάδης και όλοι είχαν στραμμένη την προσοχή τους στη συνέλευση, οι στρατιώτες βρήκαν μια μικρή κακοχτισμένη πύλη, την γκρέμισαν χωρίς να τους πάρουν είδηση, και μπήκαν στην πόλη για ν' αγοράσουν τρόφιμα. Όταν όσοι Καταναίοι ήσαν φίλοι των Συρακουσίων είδαν στρατό μέσα στην πολιτεία, τους έπιασε φόβος και, επειδή ήσαν λίγοι, έφυγαν κρυφά από την πύλη. Οι άλλοι ψήφισαν συμμαχία με τους Αθηναίους και τους κάλεσαν να μεταφέρουν από το Ρήγιο τον υπόλοιπο στρατό. Τότε οι Αθηναίοι πέρασαν πάλι στο Ρήγιο απ' όπου, με όλο το εκστρατευτικό σώμα, γύρισαν στην Κατάνη, Μόλις έφτασαν, έστησαν στρατόπεδο.

Εκεί τους ήρθαν πληροφορίες από την Καμάρινα ότι, αν πήγαιναν εκεί, η πολιτεία θα προσχωρούσε και ότι οι Συρακούσιοι ετοίμαζαν στόλο. Τότε οι Αθηναίοι, με όλες τους τις δυνλαμεις, πήγαν πρώτα στις Συρακούσες παραπλέοντας την ακτή. Επειδή δεν είδαν να ετοιμάζεται κανένα πολεμικό, εξακολουθησαν να πλέουν κοντά στην ακτή έως την Καμάρινα, όπυ κατέβηκαν στον γιαλό κ' έστειλαν κήρυκες. Αλλα οι Καμαριναίοι αρνήθηκαν να τους δεχτούν, λέγοντας ότι είχαν δεσμευτεί με όρκους να μη δέχονται παρά μόνο ένα αθηναϊκό καράβι, εκτός εάν οι ίδιοι είχαν ζητήσει να έρθουν περισσότερα. Οι Αθηναίοι έφυγαν άπρακτοι. Έκαναν μια απόβαση στο έδαφος της Συρακουσίας και το λεηλάτησαν, αλλά το ιππικό των Συρακουσίων τους απέκρουσε και σκότωσε μερικούς ψιλούς που είχαν σκορπίσει. Οι Αθηναίοι γύρισαν πίσω στην Κατάνη.

LAST_UPDATED2
 

Εγγραφειτε στο Newsletter μας


Έχουμε 188 επισκέπτες συνδεδεμένους

Το Site φαίνεται καλλίτερα με:
και 

Συντομα Βοηθητικα Μηνυματα

Το περιεχόμενο του Site που είναι προσβάσιμο από τους απλούς επισκέπτες είναι περιορισμένο. Μόνο τα μέλη έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο. Μόλις κάνετε Login θα εμφανισθούν όλες οι επιλογές από το Μενού Περιεχόμενα.