echo $parameters['introduction'] ?>
(George's Site)
Αθήνα |
![]() |
![]() |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator |
Παρασκευή, 03 Απρίλιος 2009 18:33 |
Το σημαντικότερο γεγονός στη μνημειακή αρχιτεκτονική της περιόδου αυτής αποτελεί η έναρξη κατασκευής στην Ακρόπολη, αμέσως μετά τη μάχη του Μαραθώνος, ενός πολύ μεγάλου μαρμάρινου ναού προς τιμή της Αθηνάς, που είχε σώσει την πόλη από τη βαρβαρική επίθεση. Βρισκόταν στη θέση του Παρθενώνος, γι' αυτό και ονομάζεται Προπαρθενών, και ήταν ο πρώτος ναός που θα κατασκευαζόταν εξολοκλήρου από πεντελικό μάρμαρο, μετά την πρόσφατη ανακάλυψη των λατομείων. Μετά τη νίκη στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) και την απομάκρυνση του περσικού κινδύνου, ο Θεμιστοκλής, στην ιδιοφυΐα του οποίου οφείλεται κατά μέγα μέρος η νίκη, υπήρξε και ο εισηγητής της οχύρωσης της πόλης, η οποία επετεύχθη παρά την αντίδραση των Σπαρτιατών. Ο τειχισμός, και μάλιστα μεγαλύτερης έκτασης από την υπάρχουσα πόλη, έγινε ταχύτατα και με την χρησιμοποίηση υλικού από την κατεστραμμένη πόλη, ακόμη και επιτύμβιων μνημείων του Κεραμεικού. Περιελάμβανε όλες τις κατοικημένες περιοχές, τα περισσότερα κτίρια και φυσικά την Αγορά, περιέκλειε μια έκταση όχι μεγαλύτερη από 1.700-2.000 στρέμματα και διέθετε 13 κύριες πύλες που ανοίχτηκαν σε προϋπάρχοντες δρόμους, οι οποίοι οδηγούσαν στους εξωαστικούς δήμους και την ύπαιθρο. Ο Θεμιστοκλής εισηγήθηκε ακόμη την οχύρωση και την οικοδόμηση του Πειραιά, η οποία έγινε με σχέδιο του Ιπποδάμου. Παρά την συμβολή του στις νίκες, στην ανόρθωση και στην ενίσχυση της πόλης, ούτε και εκείνος απέφυγε τον οστρακισμό.
Το πρόγραμμα για την ανοικοδόμηση της Ακρόπολης σχεδιάστηκε από τον ίδιο τον Περικλή και την πολιτική και καλλιτεχνική ομάδα που τον περιστοίχιζε, αλλά σύμφωνα με τις δημοκρατικές διαδικασίες έπρεπε να περάσει από τον έλεγχο και την έγκριση των σχετικών σωμάτων της αθηναϊκής πολιτείας, δηλαδή από τη Βουλή και την Εκκλησία του δήμου, όπως συνέβαινε με όλα τα δημόσια έργα. Το πρόγραμμα αυτό είχε στόχο την κατασκευή τριών ναών προς τιμή των τριών υποστάσεων της προστάτιδας θεάς Αθηνάς (Πολιάς, Παρθένος, Νίκη), καθώς και ενός μνημειακού προπύλου και διήρκεσε με διακοπές, όλο το δεύτερο μισό του αιώνα.
Το Ερεχθείο (421-415 π.Χ. και 410-406 π.Χ.) και ο ναός της Αθηνάς Νίκης (426-421 π.Χ.) δημιουργήθηκαν με διακοπές κατά τα διαλείμματα του Πελοποννησιακού πολέμου. Το πρώτο εμφανίζει ιδιότυπο σχήμα με τρεις προστάσεις, τέσσερις διαφορετικές όψεις και διηρημένο εσωτερικό, γιατί σε αυτό συγκεντρώθηκε η λατρεία διαφόρων θεών, ηρώων και βασιλέων της αθηναϊκής μυθικής παράδοσης. Μετακινήθηκε βορειότερα του παλαιότερου κατεστραμμένου ναού, του οποίου αποτελεί διάδοχο, μάλλον για να αφήσει ελεύθερο τον κεντρικό χώρο του βράχου, που ήταν αναγκαίος για τη συγκέντρωση των χιλιάδων Αθηναίων κατά τη διάρκεια της μεγάλης εκατόμβης στο τέλος της γιορτής των Παναθηναίων. Ταυτόχρονα, ο πύργος του μυκηναϊκού τείχους, πάνω στον οποίο στέκεται ο ναός της Αθηνάς Νίκης, επενδύθηκε με ισόδομη τοιχοποιΐα, αλλά στη βάση του αφέθηκε ένα άνοιγμα θέασης του κυκλώπειου τείχους, που ήταν μάρτυρας του μυθικού παρελθόντος της πόλης. Σύμφωνα με μια τελευταία θεωρία, είναι πιθανόν στην κορυφή του πύργου να είχαν κρεμαστεί εν είδει τροπαίου οι ασπίδες των Λακεδαιμονίων αιχμαλώτων από τη μάχη της Σφακτηρίας (426 π.Χ.), τις οποίες οι Αθηναίοι επιδείκνυαν με μεγάλη υπερηφάνεια. Ο γλυπτός διάκοσμος που στόλιζε τα οικοδομήματα αυτά στα αετώματα, στις μετόπες και στις ζωφόρους (Παρθενών: γέννηση Αθηνάς, διαμάχη Αθηνάς και Ποσειδώνα, Αμαζονομαχία, Κενταυρομαχία, Γιγαντομαχία, Άλωση της Τροίας, πομπή Παναθηναίων. Ερέχθειο: μύθοι παλαιών βασιλέων και ηρώων της Αθήνας. Ναός Αθηνάς Νίκης: μάχες Ελλήνων με Τρώες ή Αθηναίων με Πέρσες) είχε σαφέστατα πολιτικά μηνύματα, με στόχο αφενός να καταδείξει την αυτοχθονία των Αθηναίων και αφετέρου να εξάρει τον ρόλο τους στις νίκες εναντίον μυθικών και ιστορικών εχθρών, για να τεκμηριώσει το δικαίωμά τους στην πανελλήνια ηγεμονία.
Κατά τη διάρκεια του β' τέταρτου του 5ου αι. π.Χ. δόθηκε από την αθηναϊκή πολιτεία με πρωτοβουλία του Κίμωνα ιδιαίτερη μέριμνα στην κατεστραμμένη από τους Πέρσες Αγορά, όπου οι ανάγκες λειτουργίας του πολιτεύματος απαιτούσαν ανακατασκευές παλιών κτηρίων και δημιουργία νέων. Έτσι, ανακατασκευάζεται η Βασίλειος στοά και το παλαιό Βουλευτήριο, ενώ οικοδομούνται για πρώτη φορά η Θόλος, έδρα των Πρυτάνεων, του κυρίως σώματος της εκτελεστικής εξουσίας στην πόλη, και η Ποικίλη στοά, που σύμφωνα με άλλη ερμηνεία θα μπορούσε να είναι η Στοά των Ερμών. Στα μέσα του αιώνα κτίζεται δίπλα στην Αγορά ο ναός του Ηφαίστου (το λεγόμενο Θησείο), ενώ στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα χρονολογούνται το νέο Βουλευτήριο, η στοά του Διός, η λεγόμενη Νότια στοά Ι και το νομισματοκοπείο. Η ακμή και η υπέρμετρη αύξηση της ισχύος των Αθηνών ανέτρεψε την ισορροπία δυνάμεων και ανάγκασε την Σπάρτη να διεξαγάγει τον πόλεμο εναντίον της (Πελοποννησιακός πόλεμος) ο οποίος έληξε με την ήττα των Αθηναίων. Η δημοκρατία ανετράπη και με την στήριξη των Λακεδαιμονίων εγκαταστάθηκε το τυραννικό καθεστώς των Τριάκοντα (θέρος 404-Σεπτέμβριος 403 π.Χ.). Η πολιτεία τους υπήρξε βίαιη και διεφθαρμένη, φόνευσαν και δήμευσαν την περιουσία πολλών. Μερικοί δημοκρατικοί φυγάδες που είχαν καταφύγει στην Θήβα με επικεφαλής τον Θρασύβουλο κατέλαβαν το φρούριο της Φυλής στην Πάρνηθα και ορμώμενοι από εκεί επέδραμαν εναντίον των τυράννων. Οι επιτυχίες αύξησαν τη δύναμή τους και προχώρησαν στην κατάληψη της Μουνιχίας στον Πειραιά. Οι συγκρούσεις εντάθηκαν και οι ολιγαρχικοί ζήτησαν την βοήθεια των Λακεδαιμονίων. Έσπευσαν με δυνάμεις και ο Λύσανδρος και ο βασιλιάς Άγις, ο οποίος όμως εμμέσως στράφηκε προς τους δημοκρατικούς. Με την μεσολάβηση των Λακεδαιμονίων οι δύο πλευρές συμφιλιώθηκαν, ορκίστηκαν ότι δεν θα μνησικακήσουν και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε. Τότε έγινε και μία σημαντική αλλαγή. Με πρόταση του ρήτορα Αρχίνου, ενός από τους ήρωες της Φυλής, που απέδωσαν την κυριαρχία στον δήμο, η εκκλησία ψήφισε την επίσημη χρήση του Ιωνικού αλφαβήτου αντί του παλαιού Αττικού, επισφραγίζοντας έτσι την κατάληξη μιας διαδικασίας που είχε αρχίσει από πολύ καιρό πριν.
Το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου με τους επαχθείς όρους της ειρήνης, καθώς και η ολιγόμηνη τυραννία των Τριάκοντα άφησαν την Αθήνα λαβωμένη. Παρόλα αυτά, γύρω στο 400 π.Χ. κτίζεται στον Κεραμεικό, ανάμεσα στο Δίπυλο και την Ιερά πύλη, ένα μεγάλο δημόσιο οικοδόμημα πολλαπλών χρήσεων, το Πομπείο. Αυτό λειτουργούσε ως γυμνάσιο και ταυτόχρονα εξυπηρετούσε την οργάνωση και φύλαξη των ιερών αντικειμένων της πομπής των Παναθηναίων. Επίσης, διέθετε και χώρους για την επίσημη εστίαση των προσκεκλημένων της πόλης με τα σφάγια της θυσίας, μετά το τέλος της μεγάλης γιορτής.
Στο εσωτερικό η ανάπτυξη του αθηναϊκού εμπορίου και της βιοτεχνίας, η συστηματική εκμετάλλευση των μεταλλείων του Λαυρίου στηριζόμενη στους δούλους, η ανάπτυξη των τραπεζικών συναλλαγών, οδήγησαν στην συγκέντρωση του πλούτου κυρίως στα χέρια των εμπόρων. Προκάλεσαν όμως βαθμιαία και μία στροφή της στάσεως των πολιτών έναντι του κράτους, την συμμετοχή τους στα δημόσια πράγματα την αντιλαμβάνονταν στον βαθμό που το κράτος τους εξυπηρετούσε. Ο εκκλησιαστικός μισθός, η καθιέρωση δηλαδή αμοιβής για την συμμετοχή στις συνεδριάσεις της εκκλησίας του δήμου, που τότε άρχισε να ισχύει αντανακλά σαφώς την στάση αυτή. Εκεί κατέτεινε και η παροχή στους πολίτες μεριδίου από τα "θεωρικά", τα χρήματα δηλαδή που αρχικώς δίδονταν για την παρακολούθηση των θεατρικών παραστάσεων. Η λειτουργία της αθηναϊκής δημοκρατίας υπήρξε απρόσκοπτη. Εμφανίσθηκαν νέοι πολιτικοί που συνέβαλαν στην διαμόρφωση της εξωτερικής, αλλά και της εσωτερικής πολιτικής των Αθηνών. Παλαιότερος ήταν ο Αγύρριος και ακολούθησαν ο Καλλίστρατος, ο Εύβουλος και ο Δημοσθένης. Τα στρατιωτικά πράγματα της πόλης, κατηύθυναν κυρίως ο Τιμόθεος, γιος του Κόνωνος, ο Ιφικράτης, ο Χαβρίας και ο Λάχης. Στα χρόνια της θηβαϊκής ηγεμονίας (371-362 π.Χ.), η Αθήνα επιχειρεί στρατιωτικώς στο βόρειο και ανατολικό Αιγαίο. Καταλαμβάνει την Σάμο και εγκαθιστά κληρούχους, ενώ στην Άνδρο και στην Αμοργό, και ίσως και σε άλλα νησιά, φρουρές παρά την διακηρυγμένη αρχή της Β' Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η στάση της αυτή προς τους συμμάχους προκαλεί την εξέγερση των πόλεων της Κέας εναντίον της (363/2 π./Χ.) και αργότερα (357 π.Χ.) την αποστασία τριών ισχυρών συμμάχων της, της Χίου, της Κω και της Ρόδου. Τον ίδιο καιρό η νέα ανερχόμενη δύναμη, η Μακεδονία, με την ηγεσία του Φιλίππου δείχνει τις επεκτατικές διαθέσεις της εισβάλλοντας στην Χαλκιδική. Η αύξηση της δυνάμεως των Μακεδόνων και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Φιλίππου οδηγούν στην σύγκρουση με την Αθήνα. Στην Χαιρώνεια (338/7 π.Χ.) οι Αθηναίοι ηττήθηκαν κατά κράτος, έχασαν 1000 άνδρες, ενώ άλλους 2.000 αιχμαλώτισε ο Φίλιππος, απώλειες πολύ μεγάλες για μια πόλη που αριθμούσε περίπου 30.000 ενήλικους πολίτες. Ωστόσο, η ήττα δεν παρέλυσε την ενεργητικότητα της πόλης. Οι Αθηναίοι πήραν αμέσως μέτρα για την οχύρωση της πόλης τους, όπως προκύπτει από ελλιπώς σωζόμενο ψήφισμα (πιθανόν του 338/7 π.Χ.) αναφερόμενο στην επισκευή των μακρών τειχών και του Πειραιά. Για την οχύρωση χρησιμοποίησαν ακόμα και ιδιωτικά ταφικά μνημεία από τον Κεραμεικό και συνέβαλαν με προσωπική εργασία οι πολίτες. |
LAST_UPDATED2 |