Gistor

(George's Site)

Διαφήμιση
Home Ιστορία Μακεδονικός Αγώνας 1ο Έτος (1904) Η αποστολή των 4 αξιωματικών (Φεβρουάριος 1904)
Η αποστολή των 4 αξιωματικών (Φεβρουάριος 1904) PDF Εκτύπωση E-mail
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Σάββατο, 08 Νοέμβριος 2008 11:50

Στις αρχές του Φλεβάρη η κυβέρνηση Θεοτόκη, μετά από την πίεση της κοινής γνώμης και μελών της «Αόρατος Εταιρεία» τα οποία ίδρυσαν το «Μακεδονικό Κομιτάτο», αποφασίζει να στείλει στη Μακεδονία μια ομάδα αξιωματικών με σκοπό την μελέτη της εκεί κατάστασης. Στην Αθήνα βρίσκονται ήδη οι Κώττας με 3 άντρες του, τους Ράμο, Γκαδούτση και Ιωαννίδη , ο Παύλος Κύρου και ο Νίκος Πύρζας, έχουν έλθει προκειμένου να εκθέσουν στους ιθύνοντες την κατάσταση στη Μακεδονία και να προτείνουν τρόπους αντιμετώπισής της. Μαζί τους είναι και ο Σπύρος Δουμάς. Η αρχηγία της αποστολής ανατίθεται στον Αλέξανδρο Κοντούλη με διαταγή να προχωρήσει με μεγάλη μυστικότητα. Ο Κοντούλης προτείνει για τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής τον Παύλο Μελά, τον Αναστάσιο Παπούλα και τον Γεώργιο Κολοκοτρώνη. Κάθε αξιωματικός έχει την δυνατότητα να πάρει μαζί του έναν ένοπλο συνοδό και ο Κοντούλης διαλέγει τον Ε. Καούδη, ο Μελάς τον Γ. Πέρρο, ο Κολοκοτρώνης τον Γ. Δικώνυμο-Μακρή και ο Παπούλας έναν συμπατριώτη του και εξάδελφό του από το Μεσολόγγι τον Απόστολο Τράγα.

Όλη η επιχείρηση πρέπει να κρατηθεί μυστική και γι΄ αυτό οι αξιωματικοί παίρνουν άδεια από τις μονάδες τους για διάφορους λόγους, βγάζουν διαβατήρια χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα, ο Κοντούλης χρησιμοποιεί το Σκούρτης , ο Παπούλας το Τάσος , ο Κολοκοτρώνης το Πάνος , και ο Μελάς το Ζέζας

Ο Παπούλας και ο Κολοκοτρώνης ξεκινούν στις 16 Φεβρουαρίου / 1 Μαρτίου και ο Μελάς στις 24 Φεβρουαρίου / 9 Μαρτίου ενώ λίγο αργότερα ο Κοντούλης.

Ο Μελάς φθάνει στο Βελεμίστι στις 26 Φεβρουαρίου / 10 Μαρτίου το βράδυ όπου βρίσκει τον Παπούλα και τον Κολοκοτρώνη και όλοι μαζί περιμένουν το Κοντούλη ο οποίος φθάνει την επομένη το βράδυ. Επικεφαλής του συνοριακού σταθμού είναι ο λοχαγός Οικονομίδης. Στο Βελεμίστι συνάντησαν και τον Π. Κύρου, ο οποίος είχε επιστρέψει νωρίτερα από ην Αθήνα με μερικούς οπαδούς του. Στο Βελεμίστι ο Πύρζας τους συστήνει δύο άνδρες τους οποίους οπλίζουν και παίρνουν μαζί τους έτσι ο αριθμός τους αυξάνεται σε 17.

Τη νύκτα της Κυριακής 29 Φεβρουαρίου / 13 Μαρτίου αποφασίζουν να μετακινηθούν από τον συνοριακό σταθμό του Βελεμίστι σ΄ αυτόν της Ασπροκκλησιάς. Η κίνηση των ανδρών της αποστολής έχει βάλει σε υποψίες τους Τούρκους και αποφασίζουν να μετακινηθούν. Η απόσταση μέχρι την Ασπροκκλησιά είναι 3 1/2 - 4 ώρες δρόμος και ο Οικονομίδης τους δίνει ένα λοχία οδηγό.

Στη διαδρομή όμως συμβαίνουν ορισμένα γεγονότα τα οποία τους αναγκάζουν να αλλάξουν το πρόγραμμά τους. Ο Κοντούλης πέφτει και κτυπάει, με αποτέλεσμα να γίνει προβληματική η συνέχεια της πορείας από αυτόν. Ο λοχίας είναι καινούργιος και δεν γνωρίζει καλά την διαδρομή με αποτέλεσμα να χάσει τον δρόμο και να τους απομακρύνει από τον σταθμό της Ασπροκκλησιάς. Σε κάποιο σημείο της διαδρομής αναγκάζονται να αφήσουν τον Κοντούλη, ο οποίος είναι αδύνατο να συνεχίσει την πορεία, με τον Καούδη και δίνουν ραντεβού μέσα στο δάσος, μια ώρα μακριά.

Τελικά μετά από 7 ώρες πορεία βρίσκουν μια καλύβα και σταματούν. Στέλνουν τον λοχία πίσω στο σταθμό και ζητούν από τον Οικονομίδη να τους στείλει άλλον οδηγό για να τους πάει μέχρι το συνοριακό σταθμό των Κριτσοτάδων. Την άλλη μέρα 1 / 14 Μαρτίου έρχεται στην καλύβα ο Κοντούλης με τον Καούδη και αφού βρίσκουν ένα ζώο, τον στέλνουν με αυτό στο σταθμό των Κριτσοτάδων.

Τα ξημερώματα της επομένης (2/14 Μαρτίου) ξεκινούν από την καλύβα και κάνουν λημέρι σε μια σπηλιά κοντά στον σταθμό. Στις 3 / 16 Μαρτίου, το βράδυ φεύγουν και από τη σπηλιά και πηγαίνουν μέσα στο χωριό Κριτσοτάδες για να μείνουν σε ένα σπίτι. Η παρουσία των ανδρών της αποστολής έχει κινήσει την περιέργεια των χωρικών.

Το βράδυ της Παρασκευής 5/18 Μαρτίου ξεκινούν από το χωριό με κατεύθυνση τον συνοριακό σταθμό. Θα περάσουν από εκεί να πάρουν τον Κοντούλη και τους οδηγούς και θα συνεχίσουν την πορεία τους στο εσωτερικό. Φθάνοντας όμως εκεί έχει πέσει πολύ ομίχλη και οι οδηγοί αρνούνται να ξεκινήσουν. Αναγκάζονται να επιστρέψουν στο χωριό και να μείνουν στο ίδιο σπίτι.

Την Κυριακή 7/20 Μαρτίου αποφασίζουν ο Κοντούλης να φύγει την επομένη μόνος του με ζώο και έναν αγωγιάτη οι υπόλοιποι δε ξεκινήσουν το ίδιο βράδυ πεζοί. Η αποστολή αυξάνεται ακόμα με δύο Σιατιστινούς και έτσι γίνονται 19. Το ίδιο βράδυ πράγματι ξεκινούν.

Το βράδυ της Κυριακής 7/20 Μαρτίου, ξεκινήσουν από το χωριό και αφού πέρασαν από τον συνοριακό σταθμό παρέλαβαν τους οδηγούς και ξεκίνησαν για τη διάβαση των συνόρων. Μετά από 9 ώρες πορεία γύρω στις 4 τα ξημερώματα λημεριάζουν σε ένα ψηλό και δασώδες βουνό πάνω από τη Φυλή. Μένουν εκεί μέχρι το βράδυ οπότε ξεκινούν για να περάσουν τον Βενέτικο ποταμό. Ο οδηγός έχει φέρει δύο άλογα στο ποτάμι για να τους βοηθήσουν να περάσουν απέναντι. Πρώτοι περνούν ο Μελάς και ο Κώττας τους συνοδεύει ο οδηγός τους Νικόλαος Τασούλας ο οποίος αφού περνάν απέναντι παίρνει τα ζώα και γυρίζει στην απέναντι όχθη για να παραλάβει τον Κολοκοτρώνη και τον Ηλία Γκαδούτση. Μπροστά πάει ο Κολοκοτρώνης με τον Τασούλα και ακολουθεί λίγο πίσω ο Γκαδούτσης. Σε κάποια στιγμή το άλογο του Γκαδούτση σκοντάφτει και παρασύρεται από τα ορμητικά νερά του ποταμού. Ο Τασούλας αφήνει τον Κολοκοτρώνη και προσπαθεί να γυρίσει προς βοήθεια του Γκαδούτση, συγχρόνως δε και ο Μελάς μπαίνει μέσα για να τον βοηθήσει. Την στιγμή που προσπαθούσαν να βοηθήσουν τον Γκαδούτση το άλογο του Κολοκοτρώνη τον ρίχνει κάτω και αυτός φωνάζει να τον βοηθήσουν. Πράγματι ο Μελάς τρέχει τον βοηθάει να σηκωθεί και τελικά όλοι μαζί περνάν στην απέναντι όχθη σώοι αλλά μουσκεμένοι.. Οι υπόλοιποι βλέποντας τι έγινε προτιμούν να περάσουν πεζοί το ποτάμι. Συνεχίζουν την πορεία τους και περνώντας μέσα από το χωριό Ζιγόστι (για να κόψουν δρόμο) περνάν τα ποτάμια Γρεβενίτικο και Αλιάκμονα λημεριάζουν σε μια δασώδη περιοχή.

Το απόγευμα της Τετάρτης 10/23 Μαρτίου ξεκινούν από το λημέρι τους με οδηγό τον Νικόλαο Δημητρίου και κατευθύνονται προς το Παλιόκαστρο όπου φθάνουν στις 12 1/2 μετά τα μεσάνυχτα. Μένουν έξω από το Παλιόκαστρο για δυο ώρες, προκειμένου να συνεννοηθούν με τον Κοντούλη, ο οποίος βρίσκεται μέσα στο χωριό, και να πάρουν τρόφιμα και συνεχίζουν την πορεία τους για το λημέρι το οποίο βρίσκεται μια ώρα μακριά.

Η πορεία από Παλιόκαστρο προς Κοντσικό έγινε στις 11/24 Μαρτίου ξεκίνησαν στις 7 το βράδυ από το Παλιόκαστρο και έφθασαν στις 3 τα ξημερώματα της επομένης.

Το Σάββατο 13/26 Μαρτίου περνάνε στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία πάνω από το Βογατσικό

Στις 2 το μεσημέρι της Κυριακής 14/27 Μαρτίου ξεκινούν από το Βογατσικό κατευθυνόμενοι προς το Τσιρίλοβο. Φθάνουν στην Μονή του Αγ. Νικολάου στις 6. Στο μοναστήρι βρίσκεται ήδη ο Κοντούλης

Στο μοναστήρι του Αγ. Νικολάου έμειναν μέχρι το απόγευμα της Τρίτης 16/29 Μαρτίου. Στις 7 το βράδυ ξεκίνησαν με οδηγό τον Μήτρο Παπαναστασίου (από την Τσερνόλιστα), απεσταλμένο του Καραβαγγέλη, και έφθασαν στο Σίστεβο όπου επισκέφθηκαν την χήρα του Ιωάννη Παπαναστασίου (της ομάδας του Κώττα). Τα ξημερώματα φθάνουν στο Γκαμπρέσι. Όπου ο Κώττας τους μοιράζει σε διάφορα σπίτια του χωριού. Το πρωί της επομένης επισκέπτονται το ελληνικό σχολείο του χωριού και το απόγευμα μαζεύονται οι προύχοντες του χωριού στο δωμάτιο των αξιωματικών. Σε αυτούς μιλάει ο Κώττας και ο Πύρζας κάνει την μετάφραση, στην συνέχεια του μίλάει ο Κοντούλης και ο Μελάς.

Από το Γκαμπρέσι ξεκινούν στις 9 1/2 το βράδυ της Τρίτης 16/29 Μαρτίου και στη Ρούλια φθάνουν γύρω στα μεσάνυχτα.. Οι αξιωματικοί μένουν στο σπίτι του Βασίλη Παπαφιλίππου ενώ οι υπόλοιποι μοιράζονται σε διάφορα άλλα σπίτια. Το πρωί της επομένης επισκέπτονται το σχολείο και το απόγευμα τους επισκέπτεται στο σπίτι τους ο Λάζος Τσάμης.

Στη Ρούλια μένουν μέχρι την Παρασκευή 19 Μαρτίου / 1 Απριλίου. Σε όλο αυτό το διάστημα συναντούν διάφορους προεστούς και απλούς ανθρώπους από τα γύρω χωριά. Προσπαθούν δε με ομιλίες και συζητήσεις να τους μεταφέρουν τον σκοπό της περιοδείας των και να τους πείσουν ότι η Ελλάδα θα τους βοηθήσει και ότι δεν πρέπει να ενδώσουν στις απειλές των κομιτατζήδων. Το βράδυ στις 10 ξεκινούν για Όστιμο όπου φθάνουν μετά 1 1/2 ώρα. και διανυκτερεύουν στο χωριό. Και εκεί τους επισκέπτονται αντιπρόσωποι από τα γύρω χωριά.

Την επομένη Σάββατο 20 Μαρτίου / 2 Απριλίου στις 10 το βράδυ ξεκινούν για Ζέλοβο, όπου φθάνουν μετά 1/2 ώρα.

Τη Κυριακή 21 Μαρτίου / 3 Απριλίου ξεκινούν ο Κοντούλης, ο Μελάς, ο Κώττας, ο Πύρζας, ο Πέρρος, ο Καούδης και 8 άνδρες του Κώττα για το Όροβνικ των Πρεσπών. Οι υπόλοιποι μένουν πίσω γιατί ο Παπούλας αρρώστησε. Φθάνουν στο Όροβνικ στις 2 1/2 το βράδυ και διανυκτερεύουν σε σπίτια του χωριού. Το βράδυ της επομένης (Μ. Δευτέρα) ένας δραγάτης δίνει στον Μελά επιστολή του Ίωνα Δραγούμη από το Μοναστήρι με την οποία του γνωρίζει ότι θα πρέπει να γυρίσει στην Αθήνα. Οι Τούρκοι έμαθαν για την περιοδεία και έκαναν παραστάσεις και διαμαρτυρίες στην ελληνική κυβέρνηση. Την Μ. Τετάρτη ο Κοντούλης και ο Μελάς ξεκινούν από το Όροβνικ και γυρίζουν στο Ζέλοβο όπου ο Μελάς αφού αποχαιρέτησε τους υπόλοιπους της αποστολής ξεκίνησε για το Μοναστήρι με οδηγό τον Λάζο Τσάμη και τον ψυχογιό του Παπούλα, Απόστολο Τράγα, ο οποίος αναγκάστηκε αν φύγει γιατί έπαθε κοίλη. Από το Μοναστήρι και μέσω Θεσσαλονίκης θα φθάσει στον Πειραιά την Δευτέρα 29 Μαρτίου / 11 Απριλίου.

Σε τηλεγράφημα της 25 Μαρτίου / 6 Απριλίου ο πρόξενος του Μοναστηρίου Καλλέργης προσπάθησε, άκαρπα, να πείσει τη κυβέρνηση να μην ανακληθεί ο Μελάς δεδομένου ότι η αποστολή των 4 είχε επιτυχία.

Οι διαφωνίες της Ομάδας

Όταν η ομάδα των αξιωματικών βρέθηκε στο Ζέλοβο, ο Κοντούλης ανέλαβε τη σύνταξη έκθεσης προς την ελληνική κυβέρνηση. Στην έκθεση και οι 4 αξιωματικοί διατύπωναν τη γνώμη ότι ήταν δυνατή η δημιουργία ντόπιων σωμάτων. Υποστήριζαν ότι υπήρχαν οι ντόπιοι αρχηγοί και οι ντόπιοι άνδρες για την επάνδρωση αυτών των σωμάτων και την ανάληψη του αγώνα κατά των βουλγαρικών συμμοριών. Η ελληνική κυβέρνηση θα αναλάμβανε μόνο την υποχρέωση να τις προμηθεύσει με όπλα, πολεμοφόδια και χρήματα.

Συγχρόνως ο Παπούλας και ο Κολοκοτρώνης, με άγνοια των άλλων 2 αξιωματικών, συνέταξαν διαφορετική έκθεση στην οποία υποστήριζαν τελείως αντίθετη γνώμη. Διατύπωναν, δηλαδή, την ιδέα ότι ήταν αδύνατο να βασισθεί η ελληνική άμυνα σε ντόπιους άνδρες. Στην Ελλάδα έπρεπε να επανδρωθούν κατάλληλα σώματα, να οπλιστούν και να σταλούν στην Μακεδονία.

Οι δύο εκθέσεις έφθασαν στην Αθήνα με το διπλωματικό σάκο από το Προξενείο Μοναστηρίου με δύο διαφορετικές επιστολές. Η ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε σε αμηχανία μπροστά στις δύο τελείως διαφορετικές απόψεις των αξιωματικών της αποστολής. Ήταν σίγουρο ότι δεν ήταν εύκολα διατεθειμένη να στείλει ελληνικά σώματα στη Μακεδονία, αλλά κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης είχε αρχίσει να παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα εκεί γεγονότα και είχε αρχίσει να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την αντιμετώπισή τους. Ικανοί άνδρες είχαν σταλεί στα διάφορα προξενεία της Μακεδονίας οι οποίοι, ενδιαφερόμενοι για τα γεγονότα, ανέλαβαν αμέσως πρωτοβουλίες. Από την μεγάλη αλληλογραφία του Υπ. Εξωτερικών φαίνεται ότι συνεχώς έστελναν αναφορές στις οποίες εκτός από την περιγραφή της κατάστασης διατύπωναν και λύσεις για την αντιμετώπιση της. Από την άλλη πλευρά το Υπ. Εξωτερικών έστελνε συνεχώς οδηγίες και χρήματα προς αυτούς. Όταν λίγο αργότερα η ελληνική κυβέρνηση θα δώσει την συγκατάθεσή της στην ένοπλη ανάμειξη της Ελλάδας στη Μακεδονία, θα προτιμήσει να αφήσει την πρωτοβουλία σε ιδιωτικά χέρια, και την ίδια τακτική θα ακολουθήσει για αρκετά χρόνια λόγω των συνεχών παραστάσεων και διαμαρτυριών της Τουρκίας και των Μεγάλων Δυνάμεων.

Η συνέχεια της αποστολής μετά την αναχώρηση του Μελά

Μετά την αναχώρηση του Μελά χωρίστηκαν οι αξιωματικοί με τους βοηθού τους, οι μεν αξιωματικοί συνέχισαν την περιοδεία τους στα χωριά της περιοχής οι δεν βοηθοί τους ακολούθησαν την ομάδα του Κώτα. Μετά από 15 μέρες συναντήθηκαν οι αξιωματικοί με τους βοηθούς τους και τον Κώτα στο Βογατσικό. Εκεί οι τρεις Κρητικοί (Πέρρος, Καούδης, Μακρής) εξέφρασαν στους αξιωματικούς τις αμφιβολίες τους κατά πόσο ο Κώτας εργάζεται για την ελληνική ιδέα, ήδη δέκα άνδρες του είχαν φύγει από το σώμα του και πήγαν με το Μήτρο Βλάχο όταν αυτός άρχισε να συνεργάζεται με τους άνδρες της αποστολής. Αυτός είπε στους αξιωματικούς ότι αν είχε ένα σώμα με καλούς άνδρες θα μπορούσε να χτυπήσει τον Μήτρο Βλάχο. Οι αξιωματικοί, τότε, του έδωσαν χρήματα για να στελεχώσει το σώμα του με νέους άνδρες και συγχρόνως διέταξαν τους τρεις Κρητικούς να τον ακολουθούν κρατώντας ημερολόγιο των γεγονότων.

Πράγματι ξεκίνησαν να στρατολογούν άνδρες και κατάφεραν να στρατολογήσουν δέκα οκτώ σχηματίζοντας έτσι ένα σώμα 25 ανδρών, και όλη η ομάδα ξεκίνησε για να βρει το Μήτρο Βλάχο. Στα τέλη Απριλίου ο Μήτρος Βλάχος εισβάλλει στη Ρούλια υποχρεώνει τους κατοίκους της να υπογράψουν αναφορά ότι προσέρχονται στην Εξαρχία και απομακρύνει το Έλληνα δάσκαλο του χωριού. Τις επόμενες ημέρες οι άνδρες του Κώτα με τους τρεις Κρητικούς περιφέρονται στα χωριά της περιοχής προς αναζήτηση του Μήτρου Βλάχου. Μια μέρα συνάντησαν τον Παύλο Κύρου στο οποίον είπαν ότι ψάχνουν να βρουν για να σκοτώσουν το Μ. Βλάχο, αυτός τους απάντησε ότι αυτό είναι αδύνατο γιατί ο Κώτας και ο Μήτρος έχουν συμφωνήσει αμοιβαία προστασία.

Στο Ζέλοβο που βρέθηκαν ειδοποιήθηκαν ότι ο Μήτροα Βλάχος βρίσκεται στο χωριό Όστιμα. Πράγματι κατευθύνθηκαν προς το χωριό και ο μέν Κώτας με τον Σίμο Στογιάννη μπήκαν στο χωριό για να βρουν σε ποιό σπίτι βρισκόταν ο Μήτρος Βλάχος, ενώ η υπόλοιπη ομάδα περίμενε έξω από αυτό την επιστροφή του Κώτα. Αντί του Κώτα εμφανίστηκε ο Στογιάννης ο οποίος τους μετέφερε εντολή του Κώτα να φύγουν να πάνε στο λημέρι πάνω απο τη Ρούλια και να τον περιμένουν. Οι άνδρες δυσαρεστημενοι υπάκουσαν. Οι τρεις Κρητικοί, όμως, είχαν πάρει την απόφαση να αφήσουν τον Κώτα και να πάνε να βρουν τους αξιωματικούς. Πράγματι με οδηγό τον Παύλο Κύρου. ο Πέρρος και ο Μακρής κατευθύνθηκαν προς Βογατσικό, ο Καούδης ΄ξλθε και τους βρήκε αργότερα με τον Στογιάννη ο οποίος τους διηγήθηκε ότι εκείνο το βράδυ στην Όστιμα ο Κώτας βρήκε τον Μήτρο Βλάχο και όλο το βράδυ ήταν μαζί συζητούντες.

Όταν έφθασαν στο Βογατσικό έμαθαν ότι οι αξιωματικοί είχαν φύγει. Έστειλαν επιστολή στον υποπρόξενο του Μοναστηρίου, Κοντογούρη, ζητώντας χρήματα και οδηγίες. Αυτός τους έστειλε τρεις λίρες και τους έδωσε εντολή να επιστρέψουν στην Αθήνα. Πράγματι πήραν το δρόμο της επιστροφής και στις 20 Ιουνίου 1904 έφθασαν στην Αθήνα.

LAST_UPDATED2
 

Εγγραφειτε στο Newsletter μας


Έχουμε 14 επισκέπτες συνδεδεμένους

Το Site φαίνεται καλλίτερα με:
και 

Συντομα Βοηθητικα Μηνυματα

Το περιεχόμενο του Site που είναι προσβάσιμο από τους απλούς επισκέπτες είναι περιορισμένο. Μόνο τα μέλη έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο. Μόλις κάνετε Login θα εμφανισθούν όλες οι επιλογές από το Μενού Περιεχόμενα.