echo $parameters['introduction'] ?>
(George's Site)
Τα σώματα του Καούδη και Μελά (Αύγουστος 1904) |
![]() |
![]() |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator |
Σάββατο, 08 Νοέμβριος 2008 12:34 |
Φαίνεται ότι στο εσωτερικό του Μακεδονικού Κομιτάτου, έχουν αρχίσει οι πρώτες διχόνοιες. Ήδη έχουν δημιουργηθεί δύο παρατάξεις. Η μία υπό τον Καλαποθάκη και τον Πολίτη (τους ιδιώτες) και η άλλη, μάλλον, υπό τον Γεώργιο Μπαλτατζή και ίσως άλλους οι οποίοι πρόσκεινται προς την κυβέρνηση. Ο Καλαποθάκης αποφασίζει και προτείνει στον Καούδη τη δημιουργία σώματος το οποίο θα σταλεί στη Μακεδονία. Πράγματι ο Καούδης επανδρώνει ένα σώμα με τους παρακάτω άνδρες:
Από την άλλη πλευρά ο Γ. Μπαλτατζής οικογενειακός φίλος του Μελά ήρθε σε επαφή και συνεννόηση μαζί του για την προπαρασκευή της τελευταίας του εξόδου στη Μακεδονία. Στις 11/24 Αυγούστου ξεκινάνε από τον Πειραιά οι Κύρου, Κλειδής, Ζούλης, Λευκαρουδάκης, Σεϊμένης, Σπανόπουλος και Λίτσης, ενώ την επομένη ο Καούδης με τους υπόλοιπους. Φθάνουν στο Βόλο, όπου ο Καλομενόπουλος, αντιπρόσωπος τότε του Κομιτάτου στη Θεσσαλία, αναλαμβάνει να οδηγήσει την πρώτη ομάδα στην Καλαμπάκα και θα συναντηθεί στη συνέχεια με το Καούδη και τους υπόλοιπους τη Δευτέρα 16/29 Αυγούστου. Ο Σίμος Στογιάννης, στο μεταξύ, παθαίνει κοίλη και αναγκάζεται να μείνει στη Καλαμπάκα. Στις 18/31 Αυγούστου περνούν τα σύνορα και φθάνουν στο Ελευθεροχώρι. Την επομένη περνάνε τον Βενέτικο ποταμό και φθάνουν στο Κουτσικό. Την ίδια μέρα (19 Αυγούστου / 1 Σεπτεμβρίου) φθάνει στη Λάρισα ο Μελάς με τον Λαμπρινό Βρανά όπου πρόκειται να συγκροτήσει το σώμα του. Το Κομιτάτο λίγο πριν αναχωρήσει ο Μελάς για την τελευταία έξοδο στη Μακεδονία, του αναθέτει την γενική αρχηγία των ελληνικών σωμάτων της περιφέρειας Μοναστηρίου και Καστοριάς. Το σώμα το οποίο θα συγκεντρωθεί στο μοναστήρι της Μερίτσας στις 27 Αυγούστου αποτελείται από τους:
Στο μεταξύ ο Καούδης με τους άντρες του αναχωρεί το βράδυ της 20 Αυγούστου / 2 Σεπτεμβρίου, από το Κουτσικό με οδηγό τον Απόστολο Αγακίδη και δια μέσω Χοριβού φθάνει την Κυριακή 22 Αυγούστου / 4 Σεπτεμβρίου στο Στο μεταξύ ο Μελάς μένει στη Λάρισα μέχρι τις 25 Αυγούστου / 7 Σεπτεμβρίου περιμένοντας χρήματα από την Αθήνα και οργανώνοντας τα αναγκαία για την έξοδο. Στη συνέχεια φεύγει για Τρίκαλα Καλαμπάκα και Η έλλειψη ικανών οδηγών και η πρόσληψη ντόπιων χωρικών για να τους βοηθήσουν μέσα από τα άγνωστα βουνά τις Μακεδονίας, μαζί με την συνεχή καταδίωξη του σώματος από τον τουρκικό στρατό θα χαρακτηρίσουν την πορεία του σώματος. Αν, δε, σε αυτά προσθέσουμε και την προδοσία του σώματος στις Τουρκικές αρχές είτε από τους οδηγούς του, συμπεριλαμβανομένου και του Βάγια, είτε από τους κατοίκους κάθε περιοχής που περνούσε μαζί με την αρρώστια που έπληξε πολλούς άνδρες του, θα έχουμε μια εικόνα των δυσκολιών που συνάντησε ο Μελάς και οι άνδρες του στην πορεία τους στο εσωτερικό της Μακεδονίας. Στις 28 Αυγούστου / 10 Σεπτεμβρίου δολοφονείται στο Το απόγευμα της 28 Αυγούστου / 10 Σεπτεμβρίου, ο Μελάς με τους άνδρες του ξεκινούν, στο δρόμο βρίσκουν ένα χωρικό από τον οποίο ζητούν να τους οδηγήσει μέχρι την Κρανιά. Ο Μελάς αναγκάζεται να αφήσει στο σημείο αυτό τον ψυχογιό του Τσιακνάκη για να γυρίσει πίσω στο μοναστήρι της Μερίτσας, που είναι άρρωστος και δεν μπορεί να προχωρήσει άλλο. Μετά από 11 ώρες πορεία περνούν έξω από την Κρανιά και συνεχίζουν. Διασχίζουν τον Βενέτικο ποταμό και στο τέλος μιας πορείας 13 ωρών φθάνουν στο λημέρι. Στο μεταξύ ο Καούδης και το σώμα του βρίσκονται στο Λέχοβο στις 27 Αυγούστου / 9 Σεπτεμβρίου, αφήνουν εκεί τον άρρωστο Σωτήρη Χατζηδάκη και κατευθύνονται προς βορρά. Το βράδυ λημεριάζουν έξω από την Την επομένη, Κυριακή 29 Αυγούστου / 11 Σεπτεμβρίου, το απόγευμα, το σώμα του Μελά με οδηγό ένα γέρο Σαρακατσάνο της περιοχής ξεκινάει την πορεία του. Κάνουν μια στάση σε μια σαρακατσάνικη στάνη για να φάνε και να ξεκουραστούν και συνεχίζουν μέχρι το νέο τους λημέρι. Την ίδια μέρα ο Καούδης και οι άνδρες του αποφασίζουν να κατευθυνθούν προς Η πορεία του σώματος του Μελά συνεχίζεται και την επομένη 30 Αυγούστου / 12 Σεπτεμβρίου. Λίγο πριν νυχτώσει ξεκινούν με οδηγούς δύο βοσκούς. Ο Βάγιας το έσκασε την ημέρα παίρνοντας μαζί τον οπλισμό του και αρκετά πυρομαχικά, κατευθύνθηκε στα Γρεβενά όπου και τους κατέδωσε στις τουρκικές αρχές. Οι Τούρκοι γνωρίζοντας ποιοι είναι, πόσοι είναι, από έρχονται και που κατευθύνονται αρχίζουν ένα άγριο κυνηγητό. Ευτυχώς, όμως για το Μελά, οι δυνάμεις που προορίζονται για το σκοπό αυτό είναι μικρές και έτσι με λίγη τύχη και παρά την συνεχή πληροφόρηση των Τούρκων από τους ντόπιους, το σώμα δεν έρχεται σε επαφή μαζί τους. Όμως οι συνεχείς πορείες μέσα σε κακοτράχαλα βουνά χωρίς οδηγούς, οι αρρώστιες και η προδοσία των ντόπιων έχουν άσκημα αποτελέσματα πάνω στο ηθικό των ανδρών παρόλο που δεν παραπονούνται. Γύρω στα μεσάνυχτα, μετά από πορεία 5 ωρών βρίσκουν μια στάνη απ΄ όπου παίρνουν ένα βοσκό για οδηγό και συνεχίζουν την πορεία τους μέχρι τις 4 τα ξημερώματα οπότε λημεριάζουν. Το απόγευμα της επομένης 31 Αυγούστου / 13 Σεπτεμβρίου ξεκινούν. Στο δρόμο οι βοσκοί οδηγοί τους δηλώνουν ότι δεν γνωρίζουν πλέον το δρόμο για να συνεχίσουν. Ο Μελάς αναγκάζεται να πάρει για οδηγό έναν εργάτη από ένα κοντινό νεροπρίονο και συνεχίζει την πορεία του μέχρι τις 4 το πρωί. Στο δρόμο σε μια στάση που έκαναν για ξεκούραση ο Καραβίτης αποκοιμήθηκε και το υπόλοιπο σώμα χωρίς να το καταλάβει ξεκίνησε. Το παίρνουν είδηση μόνο την επομένη όταν ξυπνούν. Ο Μελάς στέλνει πίσω άνδρες για να τον βρουν αλλά είναι αδύνατο. Όλη την ημέρα προσπαθούν άδικα να τον βρουν και όταν πλέον τον έχουν για χαμένο ξαναπαίρνουν την πορεία τους με οδηγό ένα βοσκό και κατεύθυνση τις στάνες ενός αρχιτσέλιγκα γνωστού του Κατσαμάκα. Εκεί, ευτυχώς ξαναβρίσκουν τον Καραβίτη, ο οποίος αφού αποκόπηκε από το υπόλοιπο σώμα περιπλανήθηκε όλη την ημέρα, στην προσπάθειά του να τους ξαναβρεί. Τελικά, χωρίς να ξέρει τίποτα κατέληξε και αυτός στις ίδιες στάνες αλλά κατά την ημερήσια περιοδεία του, αρκετοί ντόπιοι που τον είδαν ειδοποίησαν τους Τούρκους στρατιώτες στην κοντινή Σαμαρίνα. Την επομένη 2/15 Σεπτεμβρίου ο Μελάς, με την βοήθεια ενός βοσκού, προσπαθεί να έρθει σε επαφή με ένα φίλο του Κατσαμάκα στη Σαμαρίνα, προκειμένου να τους βοηθήσει να συνεχίσουν την πορεία τους προς την Καστοριά, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Αναγκάζονται να συνεχίσουν την πορεία τους με οδηγούς δύο βοσκούς τους οποίους βρίσκουν στο δρόμο τους και με απειλή τους παίρνουν μαζί τους. Ενώ την επομένη συνεχίζουν την πορεία τους με οδηγούς δύο εργάτες από ένα νεροπρίονο που βρίσκουν στο δρόμο τους. Την Παρασκευή 3/16 Σεπτεμβρίου ο Καούδης πηγαίνει στην Μονή Αγίας Τριάδας στο Το πρωί της 4/17 Σεπτεμβρίου ο Μελάς και οι άνδρες του λημεριάζουν κοντά στο Την ίδια μέρα ο αγροφύλακας του Ζελόβου Γιάννης Μαύρης ειδοποιεί τον Καούδη να πάει αμέσως στο Ζέλοβο όπου βρίσκει μια ένοπλη ομάδα από 15-16 κατοίκους του χωριού οι οποίοι του λένε ότι οι Βούλγαροι κομιτατζήδες είναι έτοιμοι να μπουν στο χωριό και να το καταστρέψουν. Ο Καούδης έρχεται σε προστριβή μαζί τους γιατί δεν τον ειδοποίησαν να τους στήσει ενέδρα. Εκείνοι δικαιολογούνται ότι το σώμα είναι μικρό και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τους κομιτατζήδες και το καλλίτερο που έχουν να κάνουν είναι να περιμένουν εκεί την εμφάνιση των κομιτατζήδων. Το σώμα του Καούδη με τους Ζελοβίτες μένει γύρω από το χωριό όλη την ημέρα και το βράδυ αλλά αυτοί δεν εμφανίζονται. Τα ξημερώματα της επομένης μπαίνουν μέσα στο χωριό. Ο Καούδης σε επιστολή που στέλνει στο Προξενείο Μοναστηρίου γράφει ότι υποψιάζεται πως οι κάτοικοι του Ζελόβου προκειμένου να τον κρατήσουν στο χωριό τους και να τους προστατεύει προσπαθούν να τον παραπλανήσουν με ψεύτικες πληροφορίες. Την επομένη, Κυριακή 5/18 Σεπτεμβρίου, βρέχει συνέχεια. Το σώμα του Μελά εκτός από τη ραγδαία βροχή έχει να αντιμετωπίσει και την πείνα. Ο Μελάς ελπίζει το βράδυ να βρίσκονται στο κοντινό Την ίδια μέρα ο Καούδης με τους άντρες του μένει μέσα στο Ζέλοβο προσπαθώντας να πληροφορηθεί που βρίσκεται ο Μήτρος Βλάχος. Μην έχοντας σίγουρες πληροφορίες αποφασίζει να στείλει τον Ντίνα Στεργίου με άλλους τρεις άντρες να συλλάβουν τον εξαρχικό Στόικο Γιαγκουλίτση από το Όστιμο. Το βράδυ το σώμα, εκτός από τους Στεργίου, Σκουντρή, Σημανίκα και Σπανόπουλο, οι οποίοι έμειναν για να πάνε στο Όστιμο, ξεκινάει και λημεριάζει κοντά στη Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας. Στο μεταξύ το σώμα του Μελά αφού προμηθεύεται με ψωμί από το ίδιο μυλωνά ξεκινάει την επομένη 6/19 Σεπτεμβρίου με οδηγούς τον ίδιο και έναν αγωγιάτη για το Κωσταράζι.. Το ξημέρωμα τους βρίσκει στο κάμπο με κίνδυνο να γίνουν αντιληπτοί. Αναγκάζονται να περάσουν όλη την ημέρα της 7/20 Σεπτεμβρίου κρυμμένοι κάτω από βροχή μέσα σε κάτι πυκνούς θάμνους. Το βράδυ ξεκινούν με οδηγό έναν ντόπιο βοσκό στην αρχή και στη συνέχεια με τον ανιψιό του καπετάν Βαγγέλη, Δήμο, για το Κωσταράζι όπου φθάνουν στις 11 το βράδυ. Αμέσως κρύβονται σ΄ έναν αχυρώνα όπου περνούν το βράδυ όλοι μαζί. Στο Κωσταράζι το σώμα του Μελά θα μείνει 2 μέρες, για να ξεκουραστούν οι άνδρες, να φάνε και να περιποιηθούν λίγο τα ταλαιπωρημένα τους κορμιά. Στο Κωσταράζι συναντάει ο Μελάς αρκετούς πατριαρχικούς μεταξύ των οποίων τον παπα Χρήστο, τον μουχτάρη του χωριού Ζήση Γκάβρο και τους δύο δασκάλους τον Πανταζή Χρυσοστομίδη και τον Κοσμά. Ο Χρυσοστομίδης είναι ο ίδιος δάσκαλος που πριν λίγες μέρες συνάντησε τον Καούδη με το σώμα του. Ενώ το σώμα του Μελά είχε να αντιμετωπίσει βροχές, ο Καούδης αντιμετώπιζε χιόνι επάνω στα βουνά και ζητάει καταφύγιο στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδας. Εκεί συναντάει τον εφημέριο του χωριού Την επομένη 7/20 Σεπτεμβρίου ο Καούδης πληροφορείται ότι ο Χατζηπαύλος (προδότης από το Πισοδέρι) έχει πάει στο Μοναστήρι, και αποφασίζει να του στήσει καρτέρι στον γυρισμό. Πράγματι, παρ' όλη τη βροχή οι άνδρες στήνουν καρτέρι εναλλάξ και καταφέρνουν να τον σκοτώσουν. Μετά τη δολοφονία αποφασίζουν να φύγουν από το μοναστήρι, φοβούμενοι το τουρκικό απόσπασμα του Πισοδερίου. Το διάστημα αυτό που ο Καούδης βρίσκεται στην περιοχή Ζελόβου - Πισοδερίου προσπαθεί, είτε να πληροφορηθεί που βρίσκονται οι κομιτατζήδες είτε να επισκεφθεί διάφορα χωριά για να ενισχύσει το φρόνημα του πατριαρχικού πληθυσμού. Και στα δύο όμως αντιμετωπίζει δυσκολίες. Οι μεν κομιτατζήδες κρυμμένοι στα εξαρχικά χωριά ειδοποιούνται για τυχών κίνδυνο από τις φρουρές που έχουν τοποθετήσει σε κάθε χωριό και βγαίνουν μόνο για να τρομοκρατήσουν να βασανίσουν και να σκοτώσουν τους πατριαρχικούς που δεν δέχονται να προσηλυτιστούν. Από την άλλη πλευρά ο πατριαρχικός πληθυσμός τρομοκρατημένος δεν δίνει εύκολα πληροφορίες στον Καούδη για κινήσεις κομιτατζήδων όπως επίσης δεν δέχεται την επίσκεψη του ελληνικού σώματος στα χωριά του φοβούμενος την εκδίκηση των Βουλγάρων. Στο μεταξύ το σώμα του Μελά αφού ξεκουράστηκε για λίγο στο Κωσταράζι ξεκινάει και τα ξημερώματα της Παρασκευής 10/23 Σεπτεμβρίου βρίσκεται πάνω από το Την ίδια μέρα 13/26 Σεπτεμβρίου ο Καούδης βρίσκεται στο Όστιμο, εκεί τον επισκέπτεται ο Λάζος Γεωργίου και του ζητάει να καταταγεί στο σώμα του. Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του στο τέλος υποχωρεί στις πιέσεις του Κύρου. Σύμφωνα με το ημερολόγιο του Καούδη, όλη την ημέρα προσπαθεί να βρει άνθρωπο για να συνεννοηθεί με τον Καραβαγγέλη, έχει μάθει ότι το σώμα του Μελά βρίσκεται εκεί κοντά και θέλει να συνεννοηθεί μαζί του. Εκτός αυτού έχουν τελειώσει και τα χρήματά του. Κανένας όμως από το Όστιμο δεν είναι διατεθειμένος να πάει μέχρι την Καστοριά. Το βράδυ πηγαίνουν στο Όλη την ημέρα της Τρίτης 14/27 Σεπτεμβρίου οι πρόκριτοι του Λεχόβου επισκέπτονται τον Μελά στο λημέρι του έξω από το χωριό τους και το βράδυ τον φιλοξενούν μαζί με τους άνδρες. Ο Μελάς και οι άνδρες του διανυκτερεύουν στο Λέχοβο και τα ξημερώματα της επομένης ξεκινούν για να λημεριάσουν έξω από το Τον Σεπτέμβριο, οι ξένοι αξιωματικοί που έχουν τοποθετηθεί από τις Μ. Δυνάμεις, έχουν μια συνάντηση και ζητούν 26 νέους αξιωματικούς, 6 Αυστριακούς, 6 Ρώσους, 5 Γάλλους, 5 Ιταλούς και έναν Άγγλο. Ως συνήθως η τουρκική κυβέρνηση προσπαθώντας να καθυστερήσει θα δεχθεί την αύξηση στις 26 Δεκεμβρίου. |
LAST_UPDATED2 |